«Δεκάδες εκατομμύρια Αμερικανοί έκαναν τη φωνή τους να ακουστεί. Σήμερα θέλω απλώς να προσθέσω τη δική μου φωνή. Είμαι μαζί της. Ανυπομονώ να δώσω τη μάχη στο πλευρό της Χίλαρι. Νομίζω πως δεν υπήρξε άλλος υποψήφιος τόσο κατάλληλος για αυτό το πόστο»: με αυτά τα λόγια, και ένα «δυνατό» βίντεο τριών λεπτών, ο Μπαράκ Ομπάμα διακήρυξε και επισήμως την Πέμπτη τη στήριξή του στη Χίλαρι Κλίντον –κι ας μην είχε αναγνωρίσει ακόμη επισήμως ο Μπέρνι Σάντερς την ήττα του. «Ο Ομπάμα μόλις προσέφερε τη στήριξή του στην ανέντιμη Χίλαρι. Θέλει ακόμη τέσσερα χρόνια Ομπάμα, αλλά κανείς άλλος δεν τα θέλει!» έσπευσε να ειρωνευτεί, μέσω twitter, ο μεγάλος αντίπαλος των επόμενων μηνών, ο Ρεπουμπλικανός Ντόναλντ Τραμπ. Το tweet του αναπαράχθηκε 30.000 φορές. «Διάγραψε τον λογαριασμό σου» απάντησε αμέσως η ομάδα της Χίλαρι, χρησιμοποιώντας μια φόρμουλα συνηθισμένη στο twitter ως κοροϊδία για κάποιο τιτίβισμα που κρίνεται γελοίο. Το μήνυμά της αναπαράχθηκε 356.000 φορές.

Αλλά αυτή ήταν μια ασήμαντη νίκη. Ο δρόμος που έχει μπροστά της η Χίλαρι Κλίντον, η πρώτη γυναίκα υποψήφια μεγάλου κόμματος για τον Λευκό Οίκο, μέχρι να γίνει η πρώτη πρόεδρος των ΗΠΑ είναι μακρύς. Και το μεγαλύτερο εμπόδιο, για πολλούς, δεν είναι ο Τραμπ –είναι η «unlikability», το γεγονός ότι είναι «μη αρεστή» σε πολλούς. Το σχετικό ποσοστό έφτασε σε πρόσφατη δημοσκόπηση το 57%. Ενα 64% πιστεύει πως είναι ανάξια εμπιστοσύνης και ανέντιμη. Μέρος αυτής της εικόνας οφείλεται στη γενική ατμόσφαιρα οργής «με το σύστημα», μέσα στην οποία διεξάγεται αυτή η προεκλογική καμπάνια στις ΗΠΑ. Ενα ακόμα μέρος είναι απλώς σύμπτωμα του σημείου όπου βρίσκεται ο εκλογικός κύκλος, στο τέλος των σκληρών primaries, με τα πνεύματα των Δημοκρατικών ακόμη οξυμμένα. Ενα τρίτο κομμάτι ωστόσο αφορά αποκλειστικά τη Χίλαρι: το ντεζαβαντάζ τής «μη αρεστής» την ακολουθεί από όταν ήταν Πρώτη Κυρία, ίσως και από νωρίτερα.

Η 41χρονη δημοσιογράφος και συγγραφέας Ρεμπέκα Τρέιστερ, για παράδειγμα, ομολογεί πως μικρότερη ανήκε σε αυτούς που «μισούσαν τη Χίλαρι Κλίντον». Τη συνέκρινε συχνά με τον Νταρθ Βέιντερ, τον διαβόητο κακό του «Πολέμου των Αστρων» –τη θεωρούσε περισσότερο μηχανή παρά άνθρωπο. Τώρα πια, τη σκέφτεται περισσότερο σαν Στρατηγό Λέια: δεν είναι πια Πριγκίπισσα της Συμμαχίας των Επαναστατών, έχει κάνει ειρήνη με τον «άτακτο» σύντροφό της και πρωταγωνιστεί σε μια εκστρατεία εναντίον του φασιστικού Πρώτου Τάγματος. Για τους εχθρούς της, πάλι, η Χίλαρι είναι η Λαίδη Μάκβεθ. Ενώ για τους υποστηρικτές της, κάτι σαν Ιωάννα της Λωρραίνης. Ολες αυτές οι επικές παραπομπές ωστόσο, γράφει η Τρέιστερ στο «New York Magazine», συνεισφέρουν στη δυσκολία που έχει, χρόνια τώρα, η Χίλαρι Κλίντον να αντιμετωπιστεί ως, απλώς, ανθρώπινο πλάσμα. Είναι αμήχανη με τον Τύπο –στην πραγματικότητα, λέει η Τρέιστερ, «μισεί τον Τύπο». Ενδεχομένως να είναι ένα είδος μετατραυματικού σοκ από τα χρόνια που εκείνος την πετούσε στην πυρά ως υπερβολικά ριζοσπάστρια, υπερβολικά φεμινίστρια, υπερβολικά ανεξάρτητη, επικίνδυνη, ύπουλη, άσχημη… Γεγονός είναι πως τόσο η ίδια όσο και οι συνεργάτες της θεωρούν πως δεν μπορούν να κερδίσουν με τον Τύπο –και η ψυχρή, αποστασιοποιημένη σχέση που διατηρεί με τους δημοσιογράφους έχει ως αποτέλεσμα να μην της δίνουν οι τελευταίοι ούτε καν το πλεονέκτημα της αμφιβολίας. Και να δημιουργείται ένας παρανοϊκός φαύλος κύκλος: η Κλίντον και η ομάδα της θεωρούν πως όλοι την κυνηγούν, και η συμπεριφορά τους δίνει επιπλέον κίνητρα σε όλους να την κυνηγήσουν.

Η Χίλαρι είναι επίσης άχαρη στο βήμα –δεν έχει τα ρητορικά χαρίσματα ούτε του Μπιλ Κλίντον ούτε του Ομπάμα. Για να πάρει κανείς μια ιδέα της «πραγματικής» Χίλαρι, πρέπει να πετύχει μια στιγμή που δεν προσπαθεί να είναι, ή να πουλήσει, τη «Χίλαρι Κλίντον». Και εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας οι στιγμές αυτές είναι σπάνιες. Ο στενός κύκλος των συνεργατών της, από την άλλη, υποστηρίζει πως πραγματικά τη βλέπει, και πραγματικά του αρέσει αυτό που βλέπει, καθημερινά. Λένε πως είναι τόσο διαφορετική στο ένας-προς-έναν, ένας άνθρωπος με χιούμορ, ζεστός και απίστευτα ευφυής. Είναι δύσκολο για τους ανθρώπους που τη γνωρίζουν να καταλάβουν γιατί δεν μπορεί η υπόλοιπη Αμερική να δει αυτό που βλέπουν εκείνοι.

Η Ρεμπέκα Τρέιστερ πέρασε αρκετές ημέρες μαζί με τη Χίλαρι Κλίντον προς το τέλος της προκριματικής σεζόν. Και κατάλαβε αυτήν τη δυσκολία τους. Είδε μια υποψήφια που διεξάγει την προεκλογική της καμπάνια με τις αντοχές και το κέφι αθλητή σε Oλυμπιακούς αγώνες, μια γυναίκα που μπαίνει σε άμεσο διάλογο με τον κόσμο χωρίς να ξεχνάει ποτέ ονόματα και πρόσωπα, μια εργασιομανή πολιτικό για την οποία η ύψιστη πράξη σεβασμού προς κάποιον είναι να βρει κάτι να κάνει για αυτόν, για το πρόβλημά του, όχι να βρει κάτι να του πει. «Υπάρχει όμως κάτι σε αυτή την ικανή, γοητευτική υποψήφια που χάνεται στη μετάφραση». Και αυτό είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο μπροστά της.