Και ξαφνικά, ανάμεσα στις διαδηλώσεις (και τα επεισόδια), τα μπλόκα στα διυλιστήρια και τις δεξαμενές καυσίμων, τις απεργίες στους πυρηνικούς σταθμούς ηλεκτρικής ενέργειας, ένας ακόμη πόλεμος ξέσπασε στη Γαλλία, στο πλαίσιο της κόντρας ανάμεσα στη Γενική Συνομοσπονδία Εργασίας (CGT) και στην κυβέρνηση για την αμφιλεγόμενη εργασιακή μεταρρύθμιση που προωθείται. Ενας πόλεμος ανάμεσα στη CGT και στις γαλλικές εφημερίδες που καταγγέλλουν τη Συνομοσπονδία για «εκβιασμό», «σκανδαλώδη παρέμβαση στο περιεχόμενο των μέσων ενημέρωσης», ακόμη και για «σταλινικές μεθόδους». Ή μάλλον όχι εν γένει «τις γαλλικές εφημερίδες», όλες τις γαλλικές εφημερίδες με εξαίρεση την «Humanité».

H ιστορική εφημερίδα την οποία ίδρυσε το 1904 ο Ζαν Ζορές, άλλοτε (1920-1994) κεντρικό όργανο του Γαλλικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ήταν η μοναδική παν-γαλλικής κυκλοφορίας που κυκλοφόρησε χθες στα γαλλικά «περίπτερα». Ηταν επίσης η μοναδική που δημοσίευσε ένα άρθρο γνώμης του γενικού γραμματέα της CGT Φιλίπ Μαρτινέζ, με τον τίτλο: «Ο εκσυγχρονισμός είναι η κοινωνική πρόοδος όχι ο Νόμος Εργασία». Και αυτά τα δύο δεν ήταν άσχετα μεταξύ τους.

Η ιστορία ξεκινά στις 20 Μαΐου, την περασμένη Παρασκευή. Την ημέρα εκείνη τα συνδικάτα της Filpac CGT (Ομοσπονδία εργαζόμενων στη βιομηχανία της τυπογραφίας, του χάρτου και των επικοινωνιών) αποφασίζουν ότι θέλουν να δημοσιευτεί στις καθημερινές εφημερίδες «ένα ανακοινωθέν για την πραγματικότητα του κοινωνικού κινήματος και τους κινδύνους που εγκυμονεί ο νόμος Ελ Κομρί» –η εργασιακή μεταρρύθμιση την οποία πέρασε πρόσφατα με προεδρικό διάταγμα από την Εθνοσυνέλευση η γαλλική κυβέρνηση είναι γνωστή με το όνομα της υπουργού εργασίας Μιριάμ Ελ Κομρί ή και ως Loi Travail, Νόμος Εργασία.

Τέσσερις ημέρες αργότερα, την Τρίτη, το Συνδικάτο του Βιβλίου που θεωρείται η πλέον σκληροπυρηνική πτέρυγα της Ομοσπονδίας στέλνει το επίμαχο κείμενο, με το οποίο αξιώνεται η απόσυρση της εργασιακής μεταρρύθμισης, στο Συνδικάτο Ημερήσιου Εθνικού Τύπου (SPQN) που συνασπίζει τους εκδότες των εφημερίδων με κυκλοφορία σε όλη τη Γαλλία. Ζητεί να δημοσιευτεί την Πέμπτη 26 Μαΐου, την όγδοη κατά σειρά ημέρα κινητοποιήσεων εναντίον του νόμου Ελ Κομρί.

Δεν είναι η πρώτη φορά που η CGT, ένα συνδικάτο που πρόσκειται παραδοσιακά στο Κομμουνιστικό Κόμμα και εκπροσωπεί 26,7% (σύμφωνα με τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογών το 2013) των εργαζομένων που είναι μέλη κάποιου συνδικάτου, ή ένα 2,86% του συνόλου των γάλλων εργαζομένων, επιχειρεί κάτι παρόμοιο. Μια ανάλογη απαίτηση είχε εγείρει και το 2010, επί πρωθυπουργίας Φρανσουά Φιγιόν, εν μέσω διαμάχης για μια προωθούμενη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος. Τότε οι γάλλοι εκδότες είχαν αρνηθεί, εξηγώντας πως κατά κανόνα δεν δέχονται «πολιτικό κείμενο» από κόμματα ή συνδικάτα και δεν επιθυμούσαν να δημιουργήσουν προηγούμενο. Την ίδια απάντηση αποφάσισε να δώσει το SPQN στη CGT και προχθές. «Ενα σενάριο εκβιασμού άρχισε τότε να υλοποιείται» δήλωσε στη «Monde» o επικεφαλής του SPQN, Ντενί Μπουσέ. Η μοναδική εφημερίδα παν-γαλλικής κυκλοφορίας που κατάφερε χθες να τυπωθεί και να διανεμηθεί ήταν και η μοναδική που θέλησε να δημοσιεύσει το κείμενο με την υπογραφή του Μαρτινέζ.

Οι αντιδράσεις ήταν εντονότατες. Από τον κεντροδεξιό Νικολά Μπεϊτού, τον διευθυντή της εφημερίδας «L’Opinion» μέχρι τον σοσιαλδημοκράτη Λοράν Ζοφρέν, τον ομόλογό του στη «Libération», όλοι χρησιμοποίησαν την ίδια λέξη: «Ντροπή». «Το αίτημα μας διατυπώθηκε όπως στον «Νονό». Με αυτούς τους όρους: είναι μια πρόταση που δεν μπορείτε να αρνηθείτε. Βλέπουμε το υποκείμενο σχέδιο: οι άνθρωποι αυτοί είναι νοσταλγοί μιας εποχής κατά την οποία υπήρχε μόνο μία εφημερίδα φερέφωνο του κόμματος» κατήγγειλε ο Ζοφρέν. Για «σταλινικές μεθόδους» έκανε λόγο ο Αλεξίς Μπρεζέ, διευθυντής σύνταξης της «Figaro». «Σε άλλους καιρούς θα το είχαμε αποκαλέσει όλο αυτό λογοκρισία» επισήμανε ο Λουί Ντρεϊφίς, πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της «Monde». Για «ελεεινή προσβολή της δημοκρατίας» έκανε λόγο ο Νικολά Μπεϊτού.

Διά στόματος Ντιντιέ Λουρντέ, γενικού γραμματέα του Συνδικάτου του Βιβλίου, η ίδια η CGT αρνήθηκε αρχικά τα περί εκβιασμού υποστηρίζοντας πως δεν διατύπωσε «ούτε απαίτηση ούτε ντικτάτο». Για να το επιβεβαιώσει κατόπιν ντε φάκτο, αναγνωρίζοντας πως η CGT «είχε προτείνει σε όλες τις εφημερίδες να δώσουν βήμα στον Φιλίπ Μαρτινέζ». Και όταν αυτές –πλην «Humanité» –αρνήθηκαν, αποφάσισε ουσιαστικά να τις λογοκρίνει, με το επιχείρημα πως «η ελευθερία του Τύπου και η δημοκρατία πρέπει να είναι αμφίδρομες».