Η εχθρότητα μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας εντείνεται λόγω των διαφορετικών πλευρών που υποστηρίζουν στον εμφύλιο της Συρίας –με τη Ρωσία να παρεμβαίνει υπέρ της κυβέρνησης του προέδρου Ασαντ, ενός αλαουίτη σιίτη, και την Τουρκία να υποστηρίζει τη σουνιτική πλειοψηφία που επιθυμεί την απομάκρυνση του Ασαντ.

Ομως μετά την κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού από τουρκικά μαχητικά, το προσωπικό στυλ των ηγετών των δύο χωρών –μεταξύ των οποίων και η απροθυμία τους για συμβιβασμό –φαίνεται να συμβάλλει στην περαιτέρω επιδείνωση της κατάστασης. Η στάση τους απειλεί με παράταση την αιματηρή σύγκρουση στη Συρία και προκαλεί φόβο ότι το ΝΑΤΟ μπορεί να συρθεί στη διαρκώς διογκούμενη κόντρα μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας.

«Το πρόβλημα είναι ότι έχεις δύο προέδρους για τους οποίους είναι πολύ σημαντικό το γόητρό τους και παίρνουν και οι δύο υψηλά ρίσκα» παρατηρεί ο Ιβάν Κραστέφ, πολιτικός επιστήμονας και πρόεδρος του Κέντρου Φιλελεύθερης Στρατηγικής στη Βουλγαρία. «Το να μη δείξουν αδύναμοι είναι ιδιαίτερα σημαντικό και για τον Πούτιν και για τον Ερντογάν. Κανείς δεν ξέρει πώς να υποχωρήσει, πώς να ζητήσει συγγνώμη. Υπό αυτή την άποψη είναι σαν δίδυμοι».

Και οι δύο συχνά χαρακτηρίζονται ως ανταγωνιστικοί, ασυμβίβαστοι, εθνικιστές και αυταρχικοί. Ο Πούτιν μεταπηδά ανάμεσα στις θέσεις του πρωθυπουργού και του προέδρου προκειμένου να συνεχίσει να κυβερνά τη χώρα του. Ο Ερντογάν έχει κάνει το ίδιο και θέλει να αλλάξει το τουρκικό Σύνταγμα ώστε να αποκτήσει διευρυμένες εξουσίες ως πρόεδρος. Και οι δύο προσπαθούν να ξαναφτιάξουν τις αυτοκρατορίες που χάθηκαν στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο –την τσαρική Ρωσία και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Τον έναν τον συγκρίνουν συχνά με τσάρο και τον άλλο με σουλτάνο. Αμφότεροι υιοθετούν μια αίσθηση ιστορικών παραπόνων τα οποία η Δύση δεν αποδέχεται.

Πούτιν και Ερντογάν υποστηρίζουν ότι σέβονται το κράτος νόμου, όμως επικρίνονται ευρέως ότι το αγνοούν όταν απειλεί την εξουσία τους. Χρησιμοποιούν τα δικαστήρια ή τις φορολογικές Αρχές προκειμένου να επιβάλουν σιωπή στους επικριτές τους –από μεγάλους επιχειρηματίες έως ΜΜΕ που ασκούν κριτική. Ο ρώσος πρόεδρος επιφέρει διαρκώς χτυπήματα στην αντιπολίτευση. Ο τούρκος πρόεδρος την αντιμετωπίζει με εξίσου σκληρό τρόπο –εκατοντάδες άτομα μηνύονται για προσβολή του Ερντογάν και αρκετοί ξένοι δημοσιογράφοι έχουν απελαθεί. Και οι δύο καταγγέλλουν εξωτερικές, διεθνείς συνωμοσίες εις βάρος τους.

Ενα άλλο κοινό χαρακτηριστικό είναι πως απολαύουν μεγάλης δημοτικότητας στο εσωτερικό των χωρών τους, γεγονός που τους δημιουργεί μια αίσθηση ατιμωρησίας. Ο ένας δεν εμπιστεύεται καθόλου τον άλλο. Υπάρχει μεγάλη φιλοδοξία και από τις δύο πλευρές. Οι δύο ηγέτες που μέχρι πριν από έναν χρόνο έμοιαζαν φυσικοί σύμμαχοι και έκλειναν μεγάλες οικονομικές συμφωνίες, οι οποίες θα τριπλασίαζαν το ετήσιο εμπόριο μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας από τα 30 στα 100 δισ. δολάρια έως το 2020, τώρα βρίσκονται σε πορεία σύγκρουσης. Και κανείς από τους δύο δεν φαίνεται να μπορεί να βρει τον δρόμο για τη συμφιλίωση.

Αυτοκρατορικές φιλοδοξίες

«Και οι δύο λένε ανοησίες περί εξωτερικής πολιτικής για να αποσπάσουν τους πολίτες τους από τα εσωτερικά προβλήματα» έγραψε ο ηγέτης της ρωσικής αντιπολίτευσης Αλεξέι Ναβάλνι. «Εχουν αυτοκρατορικές φιλοδοξίες και χρησιμοποιούν αυτοκρατορική ρητορική για να ενισχύσουν την προσωπική τους δύναμη και περιουσία. Μισούν τα social media. Αποκαλούν εχθρό τη Δύση και επικαλούνται τις παραδοσιακές αξίες, παρότι και οι δύο είναι ανήθικοι».