Η πρώτη έκρηξη τους ξύπνησε στη μέση της νύχτας, τα πάντα καλύφθηκαν με σκόνη. Για όσους επέζησαν, η φρίκη μόλις είχε ξεκινήσει. Ο Λάγιος Ζόλταν, νοσηλευτής στο νοσοκομείο των Γιατρών Χωρίς Σύνορα (MSF) που βομβαρδίστηκε στην πόλη Κουντούζ του Αφγανιστάν, δεν βρίσκει λέξεις για να περιγράψει όσα έζησε.

«Κοιμόμουν στο δωμάτιο ασφαλείας του νοσοκομείου. Περίπου στις δύο τα μεσάνυχτα ξύπνησα από τον ήχο μιας μεγάλης έκρηξης σε κοντινή απόσταση» λέει ο Ζόλταν για τον βομβαρδισμό του Σαββάτου, στον οποίο σκοτώθηκαν τουλάχιστον 22 άνθρωποι.

Κύριος ύποπτος για την επίθεση, η οποία φέρεται να διήρκεσε μισή ώρα, θεωρούνται οι αμερικανικές δυνάμεις. Τη δέσμευση για ενδελεχή έρευνα ανέλαβε ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα. Οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα (MSF) ανακοίνωσαν την Κυριακή ότι απομάκρυναν το προσωπικό τους από το Κουντούζ.

«Στην αρχή υπήρξε σύγχυση κι ένα μεγάλο κύμα σκόνης που κάλυψε τα πάντα. Καθώς προσπαθούσαμε να καταλάβουμε τι είχε συμβεί, ακολουθούσαν περισσότεροι βομβαρδισμοί. Επειτα από 20-30 λεπτά, άκουσα κάποιον να με φωνάζει με το όνομά μου. Ηταν ένας από τους νοσηλευτές στα Επείγοντα. Μπήκε παραπαίοντας με ένα τεράστιο τραύμα στο χέρι. Ηταν γεμάτος αίματα και πληγές σε όλο του το σώμα.

«Εκλιπαρούσε για βοήθεια. Στο δωμάτιο ασφαλείας διαθέτουμε μια περιορισμένη ποσότητα βασικών ιατρικών ειδών πρώτης ανάγκης. Δεν υπήρχε όμως μορφίνη για να σταματήσει τον πόνο του. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε.

»Δεν ξέρω ακριβώς πόσο κράτησε, αλλά μάλλον μισή ώρα αργότερα σταμάτησαν οι βομβαρδισμοί. Βγήκα με τον συντονιστή της ομάδας για να δούμε τι είχε συμβεί. Αυτό που αντικρίσαμε ήταν το νοσοκομείο κατεστραμμένο, να καίγεται. Δεν ξέρω καν τι ένιωσα, βρισκόμουν και πάλι σε κατάσταση σοκ.

»Αναζητούσαμε επιζώντες. Λίγοι είχαν καταφέρει να μπουν σε ένα από τα δωμάτια ασφαλείας […] Προσπαθήσαμε να μπούμε σε ένα από τα πυρπολημένα κτίρια για να δούμε τι συνέβαινε. Δεν μπορώ καν να το περιγράψω. Δεν υπάρχουν λόγια για το πόσο απαίσιο ήταν αυτό που αντικρίσαμε. Στην Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, έξι ασθενείς καίγονταν στα κρεβάτια τους.

Οι ασθενείς και οι τραυματίες ούρλιαζαν

»Αρχίσαμε να ψάχνουμε τα μέλη του προσωπικού μας στο χειρουργείο. Ηταν τρομακτικό. Ενας ασθενής κείτονταν πάνω στο χειρουργικό τραπέζι, νεκρός, στη μέση της καταστροφής. Δεν μπορέσαμε να βρούμε το προσωπικό μας».

«Κατευθυνθήκαμε και πάλι πίσω στο γραφείο. Ηταν γεμάτο ασθενείς και τραυματίες που ούρλιαζαν. Επικρατούσε απόλυτη τρέλα. Επρεπε όμως να οργανώσουμε ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για τους τραυματίες. Το πρώτο που έπρεπε να διαπιστώσουμε ήταν να δούμε ποιοι γιατροί ήταν ζωντανοί και σε θέση να βοηθήσουν.

»Πραγματοποιήσαμε μια επείγουσα χειρουργική επέμβαση για έναν από τους γιατρούς μας. Δυστυχώς όμως δεν τα κατάφερε και πέθανε εκεί πάνω στο γραφείο. Κάναμε το καλύτερο δυνατόν, αλλά δεν ήταν αρκετό. Η όλη κατάσταση ήταν εξαιρετικά δύσκολη. Βλέπαμε τους συναδέλφους μας να πεθαίνουν. Ο φαρμακοποιός μας, με τον οποίο μιλούσαμε το προηγούμενο βράδυ για τα αποθέματα του νοσοκομείου, ξεψυχούσε στο γραφείο μας».

«Ορισμένοι από τους συναδέλφους βρίσκονταν σε τέτοια κατάσταση σοκ που έκλαιγαν διαρκώς. Προσπάθησα να ενθαρρύνω κάποιους, να τους δώσω κάτι άλλο για να επικεντρωθούν, να τους αποσπάσω για λίγο από τη φρίκη. Αλλά μερικοί ήταν τόσο συγκλονισμένοι που δεν μπορούσαν να κάνουν οτιδήποτε. Το να βλέπεις ενήλικες άνδρες, τους φίλους σου, να κλαίνε ανεξέλεγκτα είναι κάτι που δεν μπορείς να διαχειριστείς εύκολα».

«Το νοσοκομείο στην Κουντούζ ήταν η δουλειά και το σπίτι μου για αρκετούς μήνες. Δεν είναι απλά ένα κτίριο. Είναι τόσα πολύ περισσότερα από αυτό. Είναι το μοναδικό κέντρο νοσηλείας για την Κουντούζ. Τώρα έχει καταστραφεί. Αυτό που νιώθω από τα βάθη της καρδιάς μου είναι ότι αυτό που συνέβη είναι εντελώς απαράδεκτο. Πώς μπόρεσε να γίνει κάτι τέτοιο; Ποιο είναι το όφελος από μια τέτοια ενέργεια; Κατέστρεψαν ένα νοσοκομείο και τόσες πολλές ζωές για το τίποτα. Δεν μπορώ να βρω λόγια».