Σχεδόν το 90% των δηλωμένων αποθεμάτων χημικών όπλων σε όλο τον κόσμο έχουν καταστραφεί, ανακοίνωσε ο Οργανισμός για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων (ΟΑΧΟ), κάνοντας λόγο για ένα «σημαντικό βήμα» στον αγώνα του για την εξάλειψή τους.

Πρόκειται για ένα σημαντικό βήμα που αποδεικνύει ότι είμαστε στον σωστό δρόμο: να απαλλάξουμε τον κόσμο από τα χημικά όπλα, ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο γενικός διευθυντής του ΟΑΧΟ, Αχμέτ Ουζουμτζού.

Τα αποθέματα χημικών όπλων αποτελούνταν κυρίως από αέρια μουστάρδας και χημικές ουσίες για την παρασκευή του νευροπαραλυτικού αερίου σαρίν, μιας τοξικής ουσίας που είναι θανατηφόρα ακόμη και σε πολύ μικρές δόσεις.

Εκπρόσωπος του Οργανισμού διευκρίνισε ότι έχουν καταστραφεί περίπου 63.000 τόνοι χημικών όπλων που προέρχονταν κυρίως από τη Ρωσία και τις ΗΠΑ.

Στον αριθμό αυτό περιλαμβάνονται και οι 1.300 τόνοι των χημικών όπλων της Συρίας, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων καταστράφηκε πάνω σε ένα πλοίο του αμερικανικού πολεμικού ναυτικού, το MV Cape Ray.

«Η διαδικασία καταστροφής των αμερικανικών και ρωσικών αποθεμάτων που χρονολογούνται από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου είναι σε καλό δρόμο και θα ολοκληρωθεί, αντίστοιχα, πριν από το τέλος του 2023 και του 2020» πρόσθεσε ο Οργανισμός.

Ο ΟΑΧΟ επιβλέπει την εφαρμογή της Συνθήκης για την Απαγόρευση των Χημικών Όπλων που υπογράφηκε στις 13 Ιανουαρίου 1993 στο Παρίσι και τέθηκε σε ισχύ στις 29 Απριλίου 1997.

Ο στόχος της ήταν να απαγορευτούν πλήρως τα χημικά όπλα και να καταστραφούν τα υπάρχοντα οπλοστάσια σε όλον τον κόσμο.

Μέχρι σήμερα, τέσσερις χώρες δεν έχουν ενταχθεί ακόμη στη Συνθήκη αυτή: η Αίγυπτος, η Βόρεια Κορέα, το Ισραήλ και το Νότιο Σουδάν ενώ η Αγκόλα και η Μιανμάρ δεν την έχουν επικυρώσει.

Τα χημικά όπλα χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά σε ευρεία κλίμακα κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ιδίως στην πόλη Ιπρ του Βελγίου.