Μαθαίνοντας πως έβαλε τις τελευταίες πινελιές, πως έκανε τις τελευταίες διορθώσεις, δύο ημέρες προτού δολοφονηθεί, διαβάζοντας αποσπάσματα του βιβλίου με το οποίο τόσο πολύ παθιάστηκε, τρεις μήνες μετά τη δολοφονία του, είναι λίγο σαν να βλέπεις έναν άνθρωπο να γράφει στους δημίους του προσπαθώντας να τους αλλάξει γνώμη, ενώ γνωρίζεις πως το τέλος είναι προδιαγεγραμμένο. «Ανοιχτή επιστολή στους απατεώνες της ισλαμοφοβίας που παίζουν το παιχνίδι των ρατσιστών» είναι ο τίτλος του βιβλίου. Και ο Σαρμπ ο συγγραφέας του, κατά κόσμον Στεφάν Σαρμπονιέ, ο διευθυντής του «Charlie Hebdo», που δολοφονήθηκε από τζιχαντιστές στις 7 Ιανουαρίου μέσα στην αίθουσα σύνταξης της σατιρικής εφημερίδας στο Παρίσι, μαζί με έντεκα ακόμα ανθρώπους, ανάμεσά τους θρυλικοί σκιτσογράφοι όπως ο Cabu ή ο Wolinski, βγάζοντας λίγες ημέρες αργότερα στους δρόμους εκατομμύρια αλληλέγγυους, οργισμένους, ενωμένους Γάλλους. Ο Σαρμπ ήθελε να απαντήσει σε όλους τους εχθρούς και πολέμιους του «Charlie Hebdo», όλους όσοι το κατηγορούσαν για ισλαμοφοβία ή προκλητική ανοησία ή ό,τι άλλο: από τις ενώσεις που το είχαν σύρει κατά καιρούς στα δικαστήρια (συνολικά 50 αγωγές έχουν υποβληθεί εις βάρος της γαλλικής σατιρικής εφημερίδας μετά την επιστροφή της, το 1992) μέχρι τους πολιτικούς που χαρακτήριζαν τους σκιτσογράφους και τους δημοσιογράφους του ανεύθυνους και όλους εκείνους (τους «τρομοκρατημένους διανοουμένους» ή «ηθικολόγους γερο-κλόουν», σύμφωνα με τον ίδιο) που αναρωτιόντουσαν χαμηλόφωνα από το 2006 και εξής αν η δημοσίευση σκίτσων του Μωάμεθ ήταν καλοδεχούμενη «δεδομένων των συνθηκών».

Είχε ήδη θεωρήσει απαραίτητο να δώσει μια πρώτη απάντηση στην «τρελή ιδέα» πως το «Charlie Hebdo» είναι ένα «ρατσιστικό φύλλο» τον Νοέμβριο του 2013, υπογράφοντας ένα άρθρο γνώμης στη «Monde» από κοινού με τον δημοσιογράφο Φαμπρίς Νικολινό, που τραυματίστηκε σοβαρά κατά την επίθεση των αδελφών Κουασί. «Θα συνεχίσουμε να γελάμε με τους ιερείς, τους ραβίνους και τους ιμάμηδες» έγραφαν τότε οι δύο άνδρες, υπεραμυνόμενοι του δικαιώματός τους να ασκούν κριτική σε όλες τις θρησκείες. Με το ίδιο πείσμα υπερασπίζεται το ίδιο ακριβώς δικαίωμα ο Σαρμπ και στο βιβλίο του –δεν έχει κυκλοφορήσει ακόμα στη Γαλλία, το περιοδικό «L’ Obs» όμως δημοσίευσε κάποια αποσπάσματα με τη σύμφωνη γνώμη της οικογένειάς του. Δεν υποκύπτεις στον εκφοβισμό και στις απειλές, ώστε να μη δικαιώσεις «την ιδέα πως το Ισλάμ είναι μια χούφτα τρελών». Δεν δέχεσαι να αφήσεις στο απυρόβλητο της σάτιρας καμία θρησκεία, κανέναν πολιτικό, κανέναν και τίποτα, γιατί αλλιώς η ελευθερία της έκφρασης παύει να υφίσταται.

Ετοιμος να πληρώσει. Οπως σημείωσε η Οντ Λανσελέν στο περιοδικό «L’ Obs», γνωρίζουμε πως ο Σαρμπ ήταν έτοιμος να πληρώσει το τίμημα των πιστεύω του. Το είχε πει ο ίδιος ξεκάθαρα ήδη από το 2011, έπειτα από την εμπρηστική επίθεση στα γραφεία του «Charlie Hebdo». «Είτε έβλεπε τα πράγματα σωστά είτε όχι, είτε επέλεξε αδέξια μια στρατηγική άγριας σύγκρουσης ή όχι, ο Σαρμπ πέθανε επειδή αρνιόταν να δει τη βλασφημία να θεωρείται ξανά αδίκημα στη Γαλλία. Θα ήταν λοιπόν παράλογο να αντιμετωπίσει κανείς, εν είδει φόρου τιμής, αυτό το τελευταίο του κείμενο σαν κάτι ιερό και απαραβίαστο που δεν επιδέχεται συζήτηση. Ειλικρινές, παθιασμένο, ενίοτε αμφισβητήσιμο, το βιβλίο του προσφέρει αντίθετα την ευκαιρία ενός ζωντανού διαλόγου μαζί του, πάνω και πέραν του θανάτου του».