«Το καλοκαίρι του 1989 ούτε εγώ ούτε ο Χέλμουτ Κολ αναμέναμε ότι όλα θα συνέβαιναν τόσο σύντομα. Ενίοτε τυχαίνει η Ιστορία να επιταχύνει την πορεία της και να τιμωρεί τους αργοπορημένους. Αλλά η Ιστορία τιμωρεί ακόμη πιο αυστηρά όσους αποπειρώνται να εμποδίσουν την πορεία της. Θα ήταν μεγάλο λάθος να παραμείνουμε προσκολλημένοι στο «σιδηρούν παραπέτασμα»». Με αφορμή τη συμπλήρωση, στις 9 Νοεμβρίου, 25 χρόνων από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ (φωτογραρία), ένας από τους πρωτεργάτες αυτού του ιστορικού γεγονότος που σήμανε την αρχή του τέλους του Ψυχρού Πολέμου, έδωσε μια μακροσκελή συνέντευξη στην «Ρωσία πέρα από τα πρωτοσέλιδα», μια ειδική έκδοση που κυκλοφορεί σε μια σειρά από ευρωπαϊκές εφημερίδες.

Ο τελευταίος ηγέτης της ΕΣΣΔ θεωρεί ότι πρωταγωνιστικό ρόλο στην πτώση του Τείχους και στην επανένωση της Γερμανίας διαδραμάτισαν οι ίδιοι οι Γερμανοί. «Δεν αναφέρομαι μόνο στις μαζικές διαδηλώσεις υπέρ της ένωσης, αλλά και στο γεγονός ότι κατά τις δεκαετίες που ακολούθησαν το τέλος του πολέμου οι Γερμανοί, τόσο στη Δύση όσο και στην Ανατολή, απέδειξαν ότι πήραν το μάθημα του παρελθόντος και αξίζουν την εμπιστοσύνη μας» εξήγησε ο Γκορμπατσόφ.

Αναγνωρίζει όμως και τη συμβολή των Σοβιετικών όσον αφορά την αποφυγή μιας διεθνούς κρίσης, καθώς ο δρόμος για την επανένωση της Γερμανίας «άνοιξε χάρη στην περεστρόικα και στον εκδημοκρατισμό της Ρωσίας. Δίχως αυτά τα γεγονότα η Ευρώπη ενδεχομένως θα παρέμενε για δεκαετίες σε μια κατάσταση κατακερματισμού και «ψύχους» από την οποία θα ήταν εξαιρετικά πιο δύσκολο να εξέλθει».

Επιστρέφοντας στο παρόν, ο Γκορμπατσόφ εμφανίζεται λιγότερο αισιόδοξος από ό,τι ήταν πριν από 25 χρόνια. Υποστηρίζει ότι σήμερα τόσο η ευρωπαϊκή όσο και η παγκόσμια πολιτική βρίσκονται σε κρίση. «Μία από τις αιτίες, αλλά όχι η μοναδική, αυτής της κατάστασης είναι η απροθυμία των δυτικών εταίρων μας να λάβουν υπόψη την οπτική της Ρωσίας και τα έννομα συμφέροντά της όσον αφορά την ασφάλειά της. Αναφέρομαι κυρίως στη διεύρυνση του ΝΑΤΟ, των σχεδίων για την ανάπτυξη της αντιπυραυλικής ασπίδας, των ενεργειών της Δύσης σε σημαντικές για τη Ρωσία περιοχές όπως η πρώην Γιουγκοσλαβία, το Ιράκ, η Γεωργία και η Ουκρανία».

Για να βελτιωθούν οι σχέσεις μεταξύ Δύσης και Ρωσίας πρέπει να εγκαταλειφθεί η πολιτική των αλληλοκατηγοριών και των «προσωπικών», κυρίως, κυρώσεων. «Πως είναι δυνατόν να διεξαχθεί διάλογος όταν «τιμωρούνται» πρόσωπα που λαμβάνουν αποφάσεις ικανές να επηρεάσουν την πολιτική; Η έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ της Ρωσίας και της ΕΕ ζημιώνει τους πάντες. Αποδυναμώνει την Ευρώπη σε μια περίοδο κατά την οποία ο διεθνής ανταγωνισμός εντείνεται και νέα «κέντρα βάρους» της διεθνούς πολιτικής ενισχύονται σημαντικά».

Το μήνυμα του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ είναι ξεκάθαρο: «Δεν μπορούμε να συρθούμε σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο. Οι απειλές για την κοινή μας ασφάλεια δεν έχουν μειωθεί. Το τελευταίο διάστημα εμφανίστηκαν νέα και ιδιαίτερα επικίνδυνα εξτρεμιστικά κινήματα, και ειδικά το αποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος. Επιδεινώνονται και τα προβλήματα της οικολογίας, της φτώχειας, της μετανάστευσης, των επιδημιών. Μπροστά τις προκλήσεις αυτές μπορούμε να βρούμε έδαφος για διάλογο. Δεν θα είναι εύκολο αλλά δεν υπάρχουν εναλλακτικές οδοί».

Χρειάζεται προσοχή

«Θα συμβούλευα τους ηγέτες της Δύσης να αναλύσουν με προσοχή την κατάσταση και να μην επιρρίπτουν όλες τις ευθύνες στη Ρωσία»

Ο τελευταίος ηγέτης της Σοβιετικής Ενωσης και εμπνευστής της πρεστρόικας Μιχαήλ Γκορμπατσόφ