Ο υπουργός Οικονομίας της Γαλλίας Αρνό Μοντεμπούρ εκτιμά, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Monde, πως πρέπει «να υψώσουμε τον τόνο» έναντι της Γερμανίας, η οποία «έχει πιαστεί στην παγίδα της πολιτικής της λιτότητας», και θεωρεί πως η Γαλλία, όπου η ανάπτυξη καθυστερεί να έρθει, δεν μπορεί πλέον «να άγεται και να φέρεται».

«Πρέπει να υψώσουμε τον τόνο. Η Γερμανία έχει πιαστεί στην παγίδα της πολιτικής της λιτότητας που επέβαλε σε όλη την Ευρώπη», δηλώνει ο σοσιαλιστής υπουργός.

«Οταν λέω η Γερμανία, ομιλώ για τη γερμανική δεξιά που υποστηρίζει την Ανγκελα Μέρκελ. Η Γαλλία δεν έχει την τάση να ευθυγραμμίζεται με τα ιδεολογικά αξιώματα της γερμανικής δεξιάς», υποστηρίζει ο Μοντεμπούρ.

«Δεν μπορώ παρά να ευχαριστήσω τον Ζίγκμαρ Γκάμπριελ, τον σοσιαλιστή ομόλογό μου επί της Οικονομίας, ο οποίος σπρώχνει προς την ίδια κατεύθυνση με εμάς. Ομως η Γαλλία δεν μπορεί πλέον να άγεται και να φέρεται», επιμένει ο υπουργός, γνωστός για τις έντονες δηλώσεις του που στο παρελθόν είχαν προκαλέσει πολεμική στους κόλπους της πλειοψηφίας.

Οι δηλώσεις αυτές έρχονται μετά την ψυχρή υποδοχή που επιφυλάχθηκε από το Βερολίνο στην έκκληση του γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ για έναν αναπροσανατολισμό των ευρωπαϊκών πολιτικών υπέρ της ανάπτυξης και της απασχόλησης.

Η βούληση του Μοντεμπούρ «να υψώσουμε τον τόνο» έρχεται σε αντίθεση με τη βούληση για κατευνασμό που έχει επιδείξει ο Ολάντ έπειτα απ’ αυτό το επεισόδιο, καθώς ο αρχηγός του γαλλικού κράτους δήλωσε αυτή την εβδομάδα πως δεν θέλει «αντιπαράθεση» με το Βερολίνο.

Ερωτηθείς στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου σχετικά με τις δηλώσεις του Αρνό Μοντεμπούρ, ο Φρανσουά Ολάντ, ο οποίος πραγματοποιεί επίσκεψη στα νησιά Κομόρες, απάντησε: «Επιθυμώ να μπορέσουμε να πείσουμε τους ευρωπαίους εταίρους μας να δώσουν προτεραιότητα στην ανάπτυξη. Όλοι όσοι είναι φορείς αυτής της ιδέας είναι ευπρόσδεκτοί και αυτή είναι η θέση ολόκληρης της κυβέρνησης».

Στη συνέντευξή του ο Μοντεμπούρ επικρίνει επίσης τη Γερμανία, χωρίς να την κατονομάζει, για το ρόλο της στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) όσον αφορά την υιοθέτηση της νομισματικής πολιτικής στην ευρωζώνη.

Σύμφωνα με τον ίδιο, «σήμερα δυστυχώς οι ιέρακες του πληθωρισμού, οι οποίοι πολεμούν τον πληθωρισμό όταν αυτός εξαφανίζεται ξεχνώντας να πολεμήσουν το ουσιαστικό, τη μαζική ανεργία, υπερεκπροσωπούνται στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα».

Στις πρώτες γραμμές αυτών των «ιεράκων» είναι οι Γερμανοί οι οποίοι παραδοσιακά εκτιμούν πως ο ρόλος της ΕΚΤ πρέπει να περιορίζεται στη συγκράτηση του πληθωρισμού και αντιτίθενται στην ιδέα ότι η τράπεζα θα μπορούσε να αγοράζει κρατικά ομόλογα, κάτι που θα ισοδυναμούσε με σχεδόν άμεση χρηματοδότηση των χωρών.

«Εχουμε δύο προβλήματα: την ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική, με τη συσσώρευση σχεδίων λιτότητας σε όλες τις χώρες της Ένωσης, και τη νομισματική πολιτική, η οποία είναι υπερβολικά κλειστή. Τα διδάγματα της δεκαετίας του 1930 θα πρέπει να μας κάνουν να καταλάβουμε ότι η ανεργία είναι αυτή που προκαλεί σκλήρυνση και μια άνοδο της βίας στις ευρωπαϊκές κοινωνίες», συνόψισε ο Αρνό Μοντεμπούρ.

Εξάλλου ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μισέλ Σαπέν διατύπωσε παρόμοια επιχειρήματα για μετριοπαθή μείωση των ελλειμμάτων σε συνέντευξή του που δημοσιεύεται από την ιταλική εφημερίδα Λα Ρεπούμπλικα.

«Η ευρωζώνη βρίσκεται σε κίνδυνο να κολλήσει σ’ ένα φαύλο κύκλο ασθενούς ή αρνητικής ανάπτυξης. Πρέπει οπωσδήποτε να επιβραδύνουμε το ρυθμό της μείωσης των ελλειμμάτων», φέρεται ότι δήλωσε ο Σαπέν.

«Και θα χρειαστεί χρόνος ώστε οι επενδύσεις που αποφασίσθηκαν σε ευρωπαϊκό επίπεδο να παραγάγουν τα πρώτα τους αποτελέσματα. Στο μεταξύ είναι ανάγκη να αναπροσανατολίσουμε τις οικονομικές πολιτικές, να προσαρμόσουμε το ρυθμό της μείωσης των ελλειμμάτων στην οικονομική κατάσταση», πρόσθεσε.