Παρά τους αμερικανικούς βομβαρδισμούς και την αντίσταση των κούρδων πεσμεργκά –τους οποίους μάλιστα, σύμφωνα με αμερικανούς αξιωματούχους, η Ουάσιγκτον άρχισε να εφοδιάζει απευθείας με όπλα –οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους συνεχίζουν την προέλασή τους προς τη Βαγδάτη: χθες κατάφεραν να καταλάβουν την Τζαλάουλα, μία πόλη 115 χιλιόμετρα βορειοδυτικά της ιρακινής πρωτεύουσας. Την ίδια ώρα, στη Βαγδάτη η κυβέρνηση της χώρας εξακολουθεί να καταρρέει σε όλο και πιο γρήγορη κίνηση.

Εγκαταλειμμένος από τους παλιούς του συμμάχους και έπειτα από έναν ανοικτό πόλεμο με τον κούρδο πρόεδρο Φουάντ Μασούμ, ο Νούρι αλ Μαλίκι ο –ιδιαίτερα αμφιλεγόμενος –σιίτης πρωθυπουργός του Ιράκ ωθήθηκε χθες προς την έξοδο. Ο Μασούμ έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον επίσης σιίτη αντιπρόεδρο του Κοινοβουλίου και πρώην υπαρχηγό του Μαλίκι, τον Χαϊντάρ αλ Αμπάντι. ΗΠΑ, ΟΗΕ, Γαλλία, Τουρκία έσπευσαν να τον συγχαρούν, καλωσορίζοντας τη δέσμευσή του να συγκροτήσει μια κυβέρνηση εθνικής ενότητας ώστε να «προστατεύσει τον ιρακινό λαό» από τους «βαρβάρους» του Ισλαμικού Κράτους. Το κόμμα του Μαλίκι όμως, το Νταουά (Κράτος Δικαίου), απέρριψε τον διορισμό του Αλ Αμπάντι –παρότι είναι και αυτός μέλος του. Και ο Μαλίκι ανέπτυξε πολιτοφυλακές και ειδικές δυνάμεις στους δρόμους της Βαγδάτης δημιουργώντας, παρά τις προειδοποιήσεις των ΗΠΑ, το σκηνικό μιας ιδιαίτερα επικίνδυνης πολιτικής αντιπαράθεσης.

Βάσει του συστήματος διακυβέρνησης που υιοθετήθηκε στο Ιράκ μετά τον Σαντάμ Χουσεΐν, ο πρόεδρος της χώρας είναι Κούρδος, ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου σουνίτης και ο πρωθυπουργός που συγκεντρώνει και τις μεγαλύτερες εξουσίες σιίτης. Ο Μαλίκι ανέλαβε την πρωθυπουργία το 2006 με τη βοήθεια των ΗΠΑ. Καταχράστηκε όμως το σύστημα κρατώντας για τον εαυτό του όλα τα βασικά αξιώματα ασφαλείας και αποξένωσε ειδικά τους σουνίτες διατάζοντας τη σύλληψη των πολιτικών τους ηγετών. Αυτή ακριβώς τη δυσφορία εκμεταλλεύτηκαν οι τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους ώστε να κερδίσουν στήριξη από άλλες σουνιτικές ένοπλες ομάδες.

Ο σιιτικός σχηματισμός στον οποίο μετέχει και το κόμμα του Μαλίκι, το Κράτος Δικαίου, κέρδισε τις περισσότερες έδρες στις εκλογές του Απριλίου, όχι όμως αρκετές ώστε να κυβερνήσει χωρίς στήριξη από τους σουνίτες, τους Κούρδους και τους άλλους σιιτικούς σχηματισμούς. Και σχεδόν όλοι οι τελευταίοι απαιτούσαν την αποχώρηση του Μαλίκι. Αυτός όμως παρέμεινε πρωθυπουργός, επιχειρηματολογώντας ότι το Σύνταγμα επιβάλλει να δοθεί πρώτα στον δικό του σχηματισμό εντολή συγκρότησης κυβέρνησης. Επιβεβαιώνοντας τη δυσφορία που προκαλεί ο Μαλίκι ακόμα και μεταξύ των σιιτών, η Ιρακινή Εθνική Συμμαχία, μια συμμαχία σιιτικών σχηματισμών που περιλαμβάνει και το Κράτος Δικαίου, πρότεινε χθες ως υποψήφιο πρωθυπουργό τον Αλ Αμπάντι, έναν βρετανοσπουδαγμένο ηλεκτρολόγο μηχανολόγο που επέστρεψε στο Ιράκ μετά την πτώση του Σαντάμ για να αναλάβει διάφορα κυβερνητικά πόστα τα τελευταία χρόνια. Ο πρόεδρος του Ιράκ δεν άργησε να αποδεχθεί την πρόταση. Αργά χθες, όμως, ο Μαλίκι μιλούσε για «επικίνδυνη παραβίαση» του Συντάγματος και προειδοποιούσε δυσοίωνα πως «θα διορθώσουμε το σφάλμα».