Η ανακοίνωση της υποψηφιότητας Ερντογάν για την απευθείας εκλογή του προέδρου της Δημοκρατίας έφερε στο προσκήνιο τα σενάρια μετάβασής του από την πρωθυπουργία στην προεδρία και αναζωπύρωσε τις συζητήσεις για το προεδρικό σύστημα στην Τουρκία, σε μια περίοδο που η κυβερνητική πολιτική δοκιμάζει τα όριά της.

Η επιλογή Ερντογάν για την προεδρία της Δημοκρατίας παρουσιάζει πολλαπλά οφέλη για τον ίδιο και το κόμμα του. Το γεγονός ότι ο ίδιος δεν πρόκειται να εγκαταλείψει το πεδίο της ενεργής πολιτικής φαίνεται και από τη δήλωσή του για τον επόμενο πρόεδρο της Δημοκρατίας: «Δεν θα είναι ένας διακοσμητικός πρόεδρος, αλλά ένας πρόεδρος που θα ιδρώνει, θα τρέχει…» είχε πει χαρακτηριστικά τον περασμένο Απρίλιο, δίνοντας το στίγμα για την υποψηφιότητά του. Οπως σημειώνει ο καθηγητής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Βοσπόρου Γκιουν Κουτ, «αν ο Ερντογάν θέλει να ασκήσει εξουσία με βάση τις αυξημένες αρμοδιότητες του Συντάγματος, μπορεί να τις πιέσει στα όριά τους ώστε να καταστήσει την Τουρκία μια ντε φάκτο ημι-προεδρική Δημοκρατία».

Επιπλέον, το Σύνταγμα εξασφαλίζει ασυλία στον πρόεδρο, κάτι που μπορεί να αποδειχθεί «ασπίδα» ενάντια σε απόπειρες δίωξής του σχετικά με τις πρόσφατες καταγγελίες για σκάνδαλα διαφθοράς που ξέσπασαν εις βάρος του ίδιου, μελών της οικογένειάς του και κυβερνητικών στελεχών.

Τέλος, η απευθείας εκλογή Ερντογάν στην προεδρία, έναν θεσμό που πριν από την εδραίωση του ΑΚΡ αποτελούσε θεματοφύλακα του κεμαλισμού, έχει και συμβολικό χαρακτήρα. «Με την άνοδο στο ύπατο αξίωμα της Τουρκικής Δημοκρατίας, ο Ερντογάν αποδεικνύει ότι δεν υπάρχει πολιτική δύναμη ικανή να τον σταματήσει» σημειώνει ο καθηγητής Ιστορίας Βαγγέλης Κεχριώτης.

Οι συμμαχίες. Η αξιωματική αντιπολίτευση, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, δρώντας από κοινού με το Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης, επιστράτευσε τον Εκμελεντίν Ιχσάνογλου ως υποψήφιό τους για την προεδρία, έναν συντηρητικών καταβολών μετριοπαθή ισλαμιστή για να ανακόψει την άνοδο του Ερντογάν στο αξίωμα. Η επιλογή, που ξένισε τη βάση των κοσμικών ψηφοφόρων του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, χαρακτηρίστηκε ως δείγμα πολιτικού ρεαλισμού. «Η αξιωματική αντιπολίτευση ταλανίστηκε βάζοντας στον εαυτό της έναν μη ρεαλιστικό στόχο: να κερδίσει ψήφους ταυτόχρονα και από την Κεντροαριστερά αλλά και από την Κεντροδεξιά. Ο Ιχσάνογλου μπορεί να κερδίσει ψήφους από το ΑΚΡ, ενώ ταυτόχρονα είναι ένα πρόσωπο που το ΑΚΡ δεν μπορεί να «ακουμπήσει»» σημειώνει χαρακτηριστικά ο Κουτ.

Ο Χακάν Γιλμάζ, καθηγητής στο Τμήμα Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Βοσπόρου, συμπληρώνει ότι η επιλογή εμπεριέχει και ένα ρίσκο: «Ο Ιχσάνογλου δεν έχει δοκιμαστεί στον πολιτικό στίβο και μπορεί να αποδειχτεί ανεπαρκής» σημειώνει. Οσον αφορά τις αντιδράσεις στο εσωτερικό του κόμματος για συντηρητική στροφή, και οι δύο αναλυτές αναφέρουν ότι πρόκειται για στρατηγική κίνηση που δεν επηρεάζει δομικά την αντιπολιτευτική γραμμή του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. «Η αντιπολιτευτική γραμμή που σχεδιάστηκε κοντά στα αιτήματα των κινητοποιήσεων του Γκεζί φαίνεται να είναι μακροπρόθεσμα η πιο επιτυχημένη επιλογή για το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα» σχολιάζει ο Γιλμάζ.

Ο ρόλος των Κούρδων. Η τρίτη υποψηφιότητα που αναμένεται να παίξει ρόλο ρυθμιστή στις εκλογές είναι αυτή του επικεφαλής του Κόμματος Ειρήνης και Δημοκρατίας του Σελαχατίν Ντεμιρτάς. «Οι Κούρδοι αναζητούν τη μέγιστη δυνατή συσπείρωση για να κάνουν επίδειξη δύναμης και να διαπραγματευτούν συνεργασίες στον δεύτερο γύρο» λέει ο Κουτ, ενώ είναι σχεδόν βέβαιο ότι η μόνη συνεργασία που μπορεί να κάνει το Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας είναι με το ΑΚΡ, έχοντας υπόψη ότι ο Ερντογάν έχει υποσχεθεί τη συνέχιση της ειρηνευτικής διαδικασίας στο Κουρδικό και παράλληλα έχει συσφίγξει τις σχέσεις με το ιρακινό Κουρδιστάν.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν τον Ερντογάν να επικρατεί άνετα στις πρώτες απευθείας προεδρικές εκλογές στην ιστορία της Τουρκίας, και μάλιστα από τον πρώτο κιόλας γύρο. Ωστόσο, το διακύβευμα για το κυβερνών κόμμα στην εκλογική αναμέτρηση της 10ης Αυγούστου είναι η επόμενη ημέρα στο στρατόπεδο του ΑΚΡ, όπου αναμένεται να δοκιμαστούν οι αντοχές της κομματικής δομής, αν ο ηγέτης του, που αποτελεί εγγύηση συσπείρωσης, αλλάξει πόστο, καθώς επίσης και οι δοκιμές άσκησης εξουσίας στις οποίες αναμένεται να προβεί ο Ερντογάν από το προεδρικό μέγαρο στην Αγκυρα.

Οι σχέσεις με την Ελλάδα

Ενώ στο εσωτερικό η πιθανή μετάβαση του Ερντογάν στον προεδρικό θώκο προκαλεί άμεσες αλλαγές, οι αναλυτές δεν θεωρούν ότι οι εξωτερικές σχέσεις της Τουρκίας θα επηρεαστούν άμεσα. «Σε ό,τι αφορά τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αν υπάρξουν αλλαγές, θα είναι σε βάθος χρόνου» τονίζει ο Δημήτρης Τριανταφύλλου, καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Καντίρ Χας.