Στους 159 έχoυν φθάσει οι νεκροί από το ναυάγιο του νοτιοκορεατικού πλοίου, το οποίο βυθίστηκε την περασμένη Τετάρτη ενώ εκτελούσε δρομολόγιο από το λιμάνι Ίντσεον στο τροπικό νησί Τζέζου. Στους 156 υπολογίζονται οι αγνοούμενοι.

Το πρακτορείο Yonhap μετέδωσε πως το Ναυτικό συνεργάζεται με την ακτοφυλακή και δύτες, προκειμένου να βρεθούν και να ανασυρθούν οι σωροί των επιβατών που βρίσκονταν στο τρίτο και τέταρτο κατάστρωμα. Οπως μετέδωσε το CNN, σε αυτά τα επίπεδα δεν βρέθηκαν θύλακες αέρα, όπου ενδεχομένως, να είχαν βρει καταφύγιο τυχόν επιζώντες.

Κάτω από αντίξοες συνθήκες, συνεχίζουν οι σωστικές δυνάμεις τις έρευνες. Οι δύτες, αναζητούν ψηλαφίζοντας λόγω του σκοταδιού, τις σορούς των αγνοουμένων στις καμπίνες, στους διαδρόμους και στα καταστρώματα.

Από τους 476 επιβαίνοντες οι 339 ήταν μαθητές και οι καθηγητές τους ενός γυμνασίου που πήγαινε εκδρομή. Μόνο 174 άνθρωποι διασώθηκαν, ενώ οι περισσότερες σοροί επιβατών βρέθηκαν στο τέταρτο κατάστρωμα.

«Είμαστε εκπαιδευμένοι για εχθρικά περιβάλλοντα αλλά είναι δύσκολο να είσαι θαρραλέος όταν βρίσκεις πτώματα μέσα στα σκοτεινά νερά», λέει ο δύτης Χουάνγκ Ντάε-σικ στο Reuters.

Ο ίδιος και η ομάδα του έχουν μέχρι στιγμής εντοπίσει τις σορούς 14 ανθρώπων. «Πρέπει να πιάνουμε τα πάντα με τα χέρια μας. Αυτό είναι το πιο βαρύ και θλιβερό έργο της καριέρας μου μέχρι σήμερα», λέει ο ίδιος.

Την Τρίτη, οι αρχές έκαναν γνωστό πως η πρώτη κλήση έκτακτης ανάγκης πραγματοποιήθηκε από το κινητό τηλέφωνο ενός εφήβου. «Βοηθήστε μας. Το πλοίο βουλιάζει», φέρεται να είπε το αγόρι.

Η πρώτη κλήση κινδύνου από μέλος του πληρώματος πραγματοποιήθηκε τρία λεπτά αργότερα.

Αρκετά μέλη του πληρώματος έχουν συλληφθεί, συμπεριλαμβανομένου του καπετάνιου, καθώς κρίνεται ότι η εντολή εκκένωσης δόθηκε με μεγάλη καθυστέρηση.

Οι αρχές που ερευνούν τις συνθήκες του ναυαγίου του οχηματαγωγού Sewol πραγματοποίησαν την Τετάρτη έφοδο στο σπίτι του Γιού Μπιούνγκ-ουν, του επικεφαλής της πλοιοκτήτριας εταιρείας Chonghaejin Marine Co. Ltd.

Η επιχείρηση διάσωσης επικεντρώνεται πλέον στην ανάσυρση των νεκρών. Ο τελευταίος επιζών βρέθηκε την ημέρα που βυθίστηκε το πλοίο.

Οι συγγενείς των αγνοουμένων, κυρίως γονείς των παιδιών, συγκεντρώνονται κάθε πρωί στο λιμάνι του Τζίντο, ενός γειτονικού νησιού και περιμένουν την άφιξη των σκαφών του λιμενικού που μεταφέρουν στην ξηρά τις σορούς όσων έχουν ανασυρθεί.

Τις πρώτες ημέρες, οι συγγενείς δήλωναν εξοργισμένοι με τους αργούς ρυθμούς της επιχείρησης διάσωσης επειδή οι δύτες δεν κατάφερναν να μπουν στο πλοίο εξαιτίας των ισχυρών ρευμάτων που υπάρχουν στην περιοχή.

Πλέον, καθώς οι ελπίδες για την ανεύρεση επιζώντων έχουν εξανεμιστεί, πιέζουν τους υπευθύνους να βγάλουν γρήγορα τα πτώματα από το νερό για να αποχαιρετίσουν τους δικούς τους ανθρώπους.

«Το μόνο που θέλω είναι να ξαναδώ τον γιο μου. Θέλω να τον κρατήσω στην αγκαλιά μου και να του πω αντίο. Δεν αντέχω την ιδέα ότι βρίσκεται σ’ αυτό το κρύο και σκοτεινό μέρος», είπε χαρακτηριστικά ο πατέρας ενός μαθητή.