Οσοι επισκεφθούν σε μερικές ημέρες το Σότσι για να παρακολουθήσουν τους 22ους Χειμερινούς Ολυμπιακούς Αγώνες δύσκολα θα μπορούν να φανταστούν ότι στο μέρος όπου σήμερα δεσπόζουν υπερσύγχρονες αθλητικές εγκαταστάσεις υπήρχε κάποτε ένα τοπίο σχεδόν βουκολικό, με ένα χωριό που έμοιαζε σχεδόν εγκαταλειμμένο. Γι’ αυτήν την εντυπωσιακή αλλαγή δεν χρειάστηκε μόνο να περάσουν οκτώ χρόνια. Χρειάστηκε να ξοδευτούν και 51 δισεκατομμύρια δολάρια –ένα ποσό που δεν στοιχίζουν ούτε οι θερινοί Ολυμπιακοί, όπου συμμετέχουν διπλάσιοι αθλητές και πραγματοποιούνται πολύ περισσότερα αθλήματα.

Η ιλιγγιώδης υπέρβαση του προϋπολογισμού των Αγώνων προκαλεί εύλογες απορίες. Το 2007, ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε ανακοινώσει από τη Γουατεμάλα ότι το κόστος θα έφτανε τα 12 δισεκατομμύρια δολάρια. Αλλά τα 12 δισεκατομμύρια έγιναν 17 δισ. Επειτα έφτασαν στα 22 δισ., στη συνέχεια ανέβηκαν στα 27, μέχρι να φτάσουν στα 51 δισεκατομμύρια. Οπως όφειλαν, οι ρωσικές Αρχές εμφανίστηκαν καθησυχαστικές. Το υψηλό κόστος, εξήγησε ο ρώσος αντιπρόεδρος Ντμίτρι Κόζακ πριν από μερικές ημέρες, σχετίζεται με τις υποδομές, οι οποίες θα είχαν δημιουργηθεί σε κάθε περίπτωση. «Δεν διαπιστώθηκαν άλλες χρήσεις των κονδυλίων πέρα από αυτές που προορίζονταν για την κατασκευή των ολυμπιακών έργων» διαβεβαίωσε. Με άλλα λόγια, ο αντιπρόεδρος υποστηρίζει ότι δεν υπήρξε ίχνος διαφθοράς. Κι αυτό, παρά το γεγονός ότι τρεις διευθυντές της μεγαλύτερης κρατικής επιχείρησης που έχει επιφορτιστεί με τα έργα έχουν απομακρυνθεί από το 2007 στο πλαίσιο έρευνας για διαφθορά. Καμία υπόθεση, πάντως, δεν έφτασε στο δικαστήριο.

ΔΑΝΕΙΑ ΓΙΑ ΦΙΛΟΥΣ. Και κανένας δεν θα μάθει πώς ακριβώς μοιράστηκε η πίτα. Σύμφωνα με την «Κοριέρε ντε λα Σέρα», ένα μέρος των επενδύσεων πραγματοποιήθηκε από ιδιώτες, οι οποίοι όμως δανειοδοτήθηκαν αδρά από το κράτος. Οι βασικοί όμιλοι που ενεπλάκησαν είναι η Interros του Βλαντίμιρ Ποτάνιν (με 2,1 δισ. δολάρια) και η Bazel του Ολεγκ Ντερίπασκα (με 1,7 δισ. δολάρια). Πρόκειται για δύο ολιγάρχες οι οποίοι διατηρούν στενούς δεσμούς με το Κρεμλίνο. Η ρωσική αντιπολίτευση, από την πλευρά της, υποστηρίζει ότι δάνεια που έλαβαν έφτασαν το 75% της επένδυσης αλλά και ότι οι ίδιοι ζητούν κάλυψη 100%. Στις έργα ενεπλάκησαν φυσικά και οι κρατικές επιχειρήσεις που ελέγχονται από ανθρώπους του Πούτιν: η Gazprom, η τράπεζα Vneshekonombank και οι σιδηρόδρομοι, πρόεδρος των οποίων είναι ο Βλαντίμιρ Γιακούνιν, παλιός φίλος του ρώσου προέδρου. Η επίσημη εξήγηση ήταν πως τα έργα ανατέθηκαν σε επιχειρήσεις οι οποίες ήταν γνωστές για τον βαθμό ετοιμότητάς τους και την τεχνογνωσία τους. Πολλά από τα βασικά έργα ανατέθηκαν στους αδελφούς Ρότενμπεργκ που κατά σύμπτωση γνωρίζονται με τον Πούτιν από παιδιά –ο ένας από τους δύο έκανε τζούντο με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Σύμφωνα με το περιοδικό «Νιου Τάιμς», τα δύο αδέλφια υπέγραψαν 21 συμβόλαια ύψους 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ο Αρκάντι Ρότενμπεργκ διαβεβαιώνει ότι δεν έλαβε καμία βοήθεια από τον πρόεδρο. Ο ίδιος, πάντως, είχε διαβεβαιώσει στο παρελθόν ότι τον Πούτιν τον είχε στείλει στο παρελθόν ο Θεός.

Σε κάθε περίπτωση, γεγονός είναι ότι οι κρατικοί σιδηρόδρομοι ανέθεσαν τα πιο σημαντικά έργα στη Mostotrest των Ρότενμπεργκ και στην SK Most του Γκενάντι Τιμτσένκο. Ο τελευταίος γνωρίζει επίσης τον Πούτιν εδώ και χρόνια, ενώ έχει διαψεύσει πολλές φορές τις πληροφορίες που λένε ότι εκτός από παλιός γνωστός είναι και συνέταιρος του προέδρου. Πάντως, έκανε κι αυτός τζούντο με τον Πούτιν στην Αγία Πετρούπολη.

Το κλαμπ του τζούντο, όμως, δεν είναι ο μόνος σύνδεσμος ανάμεσα στο Κρεμλίνο και τους ολιγάρχες. H SK Motor, για παράδειγμα, ελέγχει μια τράπεζα, τη Μillennium. Μια θέση στο διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας είχε μέχρι πριν από λίγο καιρό η Ναταλία Γιακουνίνα, σύζυγος του προέδρου των κρατικών σιδηροδρόμων Βλαντίμιρ Γιακούνιν.