Συνολικά 15 νεκροί σε διάστημα μιας εβδομάδας – τρεις από αυτούς στην

Κωνσταντινούπολη. Έπειτα από έξι χρόνια ύφεσης, το κουρδικό ζήτημα επιστρέφει

με μεγαλύτερη δριμύτητα με τη μορφή κοινωνικής έντασης ανάμεσα σε Κούρδους και

σε Τούρκους πολίτες, θέτοντας σε σοβαρό κίνδυνο την κοινωνική σταθερότητα της Τουρκίας.

Οι ταραχές άρχισαν την περασμένη Τρίτη, με αφορμή τις κηδείες 14 Κούρδων

ανταρτών που σκοτώθηκαν σε μάχες με τον τουρκικό στρατό, και επικεντρώνονται

στη Νοτιοανατολική Τουρκία – έχουν εξαπλωθεί όμως και στην Κωνσταντινούπολη.

Αργά το βράδυ της Κυριακής, ομάδα μασκοφόρων που διαδήλωναν στη λαϊκή συνοικία

Μπαγκτσιλάρ φωνάζοντας συνθήματα υπέρ του (εκτός νόμου) Εργατικού Κόμματος του

Κουρδιστάν (ΡΚΚ), επιτέθηκαν με μολότοφ εναντίον ενός λεωφορείου. Στην

προσπάθειά του να ξεφύγει, ο οδηγός έριξε το λεωφορείο πάνω σε ένα φορτηγό.

Μια ηλικιωμένη γυναίκα που βγήκε πανικόβλητη από το φλεγόμενο όχημα

παρασύρθηκε από διερχόμενο αυτοκίνητο και ξεψύχησε λίγη ώρα αργότερα στο

νοσοκομείο. Στα αποκαΐδια του λεωφορείου, οι αστυνομικοί εντόπισαν τα πτώματα

ακόμα δύο επιβατών – πρόκειται σύμφωνα με πληροφορίες για δύο έφηβες αδελφές.

Σκοτώθηκαν 12

Ακόμα 12 άνθρωποι, ανάμεσά τους και τρία παιδιά, όλοι κουρδικής καταγωγής,

έχουν σκοτωθεί την τελευταία εβδομάδα στο Ντιγιαρμπακίρ, το Κιζίλτεπε και το

Μπατμάν, στη διάρκεια συγκρούσεων ανάμεσα σε Κούρδους διαδηλωτές και μέλη των

τουρκικών δυνάμεων ασφαλείας. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, μάλιστα, εξέδωσε χθες

«δημόσια ανακοίνωση» με την οποία προειδοποιεί τους Αμερικανούς πολίτες που

διαμένουν στην Τουρκία ή πρόκειται να επισκεφθούν τη χώρα για την εύφλεκτη

κατάσταση που επικρατεί. Το τουρκικό Κοινοβούλιο συγκαλεί σήμερα έκτακτη

συνεδρίαση, προκειμένου να εξετάσει τρόπους αντιμετώπισης της κρίσης.

Οι εξελίξεις της τελευταίας εβδομάδας αποδεικνύουν δύο πράγματα: πρώτον, πως

το κουρδικό ζήτημα έχει ξεφύγει από τα στενά γεωγραφικά όρια της

Νοτιοανατολικής Τουρκίας και έχει επεκταθεί και στη Δυτική Τουρκία· και

δεύτερον, πως μεταμορφώνεται ποιοτικά και από σύγκρουση ανάμεσα σε άνδρες του

PKK και στις τουρκικές δυνάμεις ασφαλείας εξελίσσεται σε μια επικίνδυνη για

την Τουρκία κοινωνική ένταση ανάμεσα σε Τούρκους και Κούρδους πολίτες.

«Οι βασικοί λόγοι της μετάλλαξης αυτής σχετίζονται με την αδυναμία της

κυβέρνησης και γενικότερα του κράτους να προωθήσουν πολιτικές, οικονομικές και

κοινωνικές λύσεις, αλλά και με την απεγνωσμένη προσπάθεια του Αμπντουλάχ

Οτζαλάν και του PKK να κρατήσουν το μονοπώλιο του κουρδικού κινήματος», λέει

στα «NEA» ο αναλυτής του Διεθνούς Ινστιτούτου Στρατηγικών Μελετών (IISS)

Γκάρεθ Τζένγκινς.


ΕΣΩΤΕΡΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΥΣΗ

«Το κλίμα είναι έτοιμο»

Αστυνομικός συλλαμβάνει Κούρδο διαδηλωτή στην Κωνσταντινούπολη

H ΕΠΙΜΟΝΗ της Άγκυρας να κρατά αποκλεισμένους τους Κούρδους πολιτικούς

από την πολιτική ζωή σε εθνικό επίπεδο, επιβάλλοντας το όριο εκπροσώπησης του

10% στην Εθνοσυνέλευση δεν επιτρέπει τη διαμόρφωση εναλλακτικής κουρδικής

πολιτικής δύναμης απέναντι στο PKK και οδηγεί τους Κούρδους πολιτικούς ηγέτες

σε μια αδυναμία να καθορίσουν ποια ακριβώς είναι τα αιτήματά τους, εξηγεί ο

Τζένγκινς.

Εθνικισμός

Την ίδια ώρα, ο κουρδικός εθνικισμός, που αποτελεί έναν «καθρέπτη» του

τουρκικού εθνικισμού, είναι σήμερα ισχυρός και αποκρυσταλλωμένος, σε σχέση με

τις προηγούμενες δύο δεκαετίες, και μαζί με την εσωτερική μετανάστευση

εκατοντάδων χιλιάδων Κούρδων από τις περιοχές τους στα αστικά κέντρα λόγω των

συγκρούσεων έχει μεταφερθεί στις μεγάλες πόλεις της Δυτικής Τουρκίας και

κυρίως στην Κωνσταντινούπολη.

H απογοήτευση από την ευρωπαϊκή δυναμική και την κυβέρνηση Ερντογάν, η πάγια

άρνηση της Άγκυρας να αντιμετωπίσει το κουρδικό κίνημα με ρεαλισμό αλλά και οι

εξελίξεις στο B. Ιράκ, όπου οι Κούρδοι ηγέτες εξελίσσονται σε σημαντικούς

πολιτικούς εκφραστές του ευρύτερου κουρδικού κινήματος, έχουν σήμερα φέρει το

κουρδικό κίνημα στην Τουρκία σε ένα αδιέξοδο. «H Τουρκία οδεύει γοργά προς μια

εσωτερική σύγκρουση. Το κλίμα είναι έτοιμο», λέει ο σχολιαστής Μετέ

Μπελοβάκσιτσι και προειδοποιεί ότι «οι πιθανότητες να σταματήσουν οι

συγκρούσεις είναι πολύ λίγες».