«Στις 5 Απριλίου του 1947 πρωτοπάτησα το πόδι μου στα βουνά της Ελλάδας. Το

φθινόπωρο του 1949 έφυγα από τον Δημοκρατικό Στρατό Ελλάδος για να γυρίσω στην

πατρίδα μου. Στο διάστημα των δυόμισι αυτών χρόνων τα βασικά μου καθήκοντα

ήταν στρατιωτικά. (…) Επίσης βοήθησα στην έκδοση της τουρκόφωνης εφημερίδας

«Σαβάς» ( «Πόλεμος») που έβγαινε στο βουνό».

O Μιχρί Μπελί σήμερα

Το χειρόγραφο που διαβάζω αποκαλύπτει μια άγνωστη πτυχή του ελληνικού εμφυλίου

πολέμου: Τη ζωή και τη δράση του θρυλικού Τούρκου αριστερού Μιχρί Μπελί. Του

μόνου Τούρκου υπηκόου που πολέμησε στο πλευρό των Ελλήνων κομμουνιστών. Του

«Καπετάν Κεμάλ», όπως τον έλεγαν τότε, που συγκρότησε και διοίκησε το «Τάγμα

Οθωμανών» του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας. Το χειρόγραφο, με τίτλο «Αυτά που

έλεγε ο Ρήγας», μου το έδωσε ο ίδιος ο Μιχρί Μπελί, που πριν από μια εβδομάδα

γιόρτασε σε ένα παράδρομο του Πέρα, στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης, τα

ενενήντα του χρόνια. Είναι η αυτοβιογραφία του, με επίκεντρο τα χρόνια του

εμφυλίου πολέμου στην Ελλάδα.

Το διαμέρισμά του δεν έχει τίποτα το ιδιαίτερο. Είναι σαν όλα τα διαμερίσματα

των ηλικιωμένων ανθρώπων. H σύζυγος του Μιχρί Μπελί, η Σεβίμ, μας έφτιαξε τσάι

και αποτραβήχτηκε διακριτικά. «Ο πατέρας μου ήταν δικαστικός στην περιοχή της

Σηλυβρίας στην Ανατολική Θράκη και στον τουρκικό πόλεμο της ανεξαρτησίας είχε

οργανώσει τους τσέτες ενάντια στους Ρωμιούς που είχαν οπλιστεί στην περιοχή

της Σηλυβρίας-Τσατάλτζας», λέει ο Μιχρί Μπελί και το γερασμένο πρόσωπο

φωτίζεται μιλώντας για τον πατέρα του.

«Στα παιδικά μου χρόνια στο σπίτι και στο σχολείο άκουγα πολλές διηγήσεις για

τον τουρκικό πόλεμο της ανεξαρτησίας. Τα αισθήματα που έτρεφα για τον Έλληνα

δεν διέφεραν από τα αισθήματα που έτρεφε ένας κοινός Τούρκος εθνικιστής»,

συνεχίζει ο ηλικιωμένος συνομιλητής μου χρησιμοποιώντας πολλές ελληνικές

λέξεις μαζί με τα τουρκικά. «Στο βουνό είχα μάθει πολύ καλά τα ελληνικά αλλά

με τα χρόνια τα ξέχασα», λέει και καταλαβαίνω ότι η λέξη «βουνό» έχει για

αυτόν μια άλλη σημασία, ένα άλλο, άγνωστο για μένα νόημα. «Πρωτοπήγα στην

Ελλάδα, σαν μαθητής, την Πρωτοχρονιά του 1932-33, γεννιόταν η ελληνοτουρκική

φιλία. Ήμασταν η πρώτη ομάδα Τούρκων μαθητών που πήγαινε επισήμως στην

Ελλάδα».


Αριστερά, ο Μιχρί Μπελί στην Αμερική το 1938. Δεξιά, με παλιούς συναγωνιστές

σε ένα χωριό κοντά στην Ξάνθη

«Ζήτω η Ελλάδα». Τότε, στις επίσημες ομιλίες κατά την υποδοχή των

Τούρκων μαθητών στο δημαρχείο της Αθήνας ο Έλληνας ομιλητής τελείωσε τον λόγο

του φωνάζοντας «Ζήτω η Τουρκία». Όταν στο τέλος της αντιφώνησής του ο Τούρκος

ομιλητής φώναξε «Ζήτω η Ελλάδα», όλοι σχεδόν οι Τούρκοι μαθητές φώναξαν

«Ζήτω». Όχι όμως ο Μιχρί Μπελί. «Εγώ δεν φώναξα «Ζήτω η Ελλάδα». Φως φανάρι

ότι υπερίσχυσαν τα εχθρικά αισθήματα μέσα μου. Όταν όμως, ύστερα από δέκα

μέρες παραμονής στην Αθήνα ξανάγινε το ίδιο εγώ ήμουν αυτός που φώναξε πιο

δυνατά από όλους «Ζήτω η Ελλάδα»», μου λέει γελώντας περήφανος. Αφού τελείωσε

το σχολείο, ο Μιχρί Μπελί έφυγε για την Αμερική για να σπουδάσει οικονομικά

και πολιτικές επιστήμες. «Ήταν ακόμα η περίοδος της ηγεμονίας των

Αγγλοσαξόνων. Όσο προικισμένος και να ήσουν, σαν Τούρκος παρέμενες πάντα

πολίτης δεύτερης κατηγορίας. Έτσι έγινα μαρξιστής από εθνική υπερηφάνεια».

Ύστερα από περιπλανήσεις στις πιο φτωχές πολιτείες των ΗΠΑ ήρθε ο Δεύτερος

Παγκόσμιος Πόλεμος. «Οι ΗΠΑ τότε ήθελαν να κρατήσουν ουδέτερη στάση. Έφυγα και

γύρισα στην Τουρκία για να κάνω την επανάσταση. Ο Ατλαντικός ήταν κλειστός και

έκανα το ταξίδι ανάποδα, από την Άπω Ανατολή, και έφτασα στην

Κωνσταντινούπολη, ύστερα από τέσσερις μήνες περιπλάνησης, τον Μάιο του 1940».

Στην Τουρκία, ο Μιχρί Μπελί ολοκληρώνει την στρατιωτική του θητεία ως

ανθυπολοχαγός του ιππικού στα τουρκοβουλγαρικά σύνορα. Το 1943 τον βρίσκει

βοηθό καθηγητή στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης όπου δραστηριοποιείται

πολιτικά και συλλαμβάνεται για πρώτη φορά. Κατά την μεταφορά του σε άλλες

φυλακές το 1945 δραπετεύει και έπειτα από πολλές περιπέτειες καταλήγει στο

Παρίσι όπου θα έρθει σε επαφή με ανθρώπους του EAM.


Εικόνες και γράμματα

Το αδημοσίευτο χειρόγραφο είναι η ελληνική μετάφραση από τα τουρκικά των

απομνημονευμάτων του Μιχρί Μπελί την οποία έκανε η Νίκη Λογοθέτη στις αρχές

του ’80. Είναι γεμάτο από τη ζωή στα βουνά με αντάρτες και αντάρτισσες, όπως ο

Λασσάνης, ο Λάμπρος, ο Αχμέτ, ο Ξανθός, η Ασπίδα… Είναι επίσης γεμάτο με μια

βαθιά φιλοσοφημένη πολιτική σκέψη για τον άνθρωπο, το διεθνές σύστημα και τις

ελληνοτουρκικές σχέσεις.


«Αυτός, ρε, είναι στρατιώτης!»

Ως ανθυπολοχαγός του τουρκικού ιππικού στα τουρκοβουλγαρικά σύνορα, το 1942

«Τον Απρίλιο του 1947 πήγα στην Ελλάδα, εθελοντής του ΔΣΕ, στις ορεινές

περιοχές πάνω από την Ξάνθη και την Κομοτηνή. Αρχικά ο ρόλος μου ήταν να

οργανώσω την τουρκόφωνη εφημερίδα «Σαβάς». Μια μέρα πήγαμε σε ένα χωριό της

πεδιάδας να μιλήσουμε στους κατοίκους, να τους εξηγήσουμε γιατί πολεμούσαμε.

Ξαφνικά ο κυβερνητικός στρατός επιτέθηκε στο χωριό και αναγκαστήκαμε να

φύγουμε. Ένας αντάρτης κουβαλούσε ένα οπλοπολυβόλο και σε κάποια στιγμή

βρεθήκαμε σε πλεονεκτική θέση απέναντι στον εχθρό, αν και πολύ λιγότεροι».

H έκφραση του Μιχρί Μπελί γεμίζει από τις μνήμες του παρελθόντος. «Ο

πολυβολητής δίσταζε να ανοίξει πυρ. «Δεν έχω διαταγές» μου έλεγε. Τον έσπρωξα

δυνατά, πήρα το οπλοπολυβόλο και άρχισα να πυροβολώ. Οι αντίπαλοι στρατιώτες

πανικοβλήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή και εμείς μπήκαμε στο χωριό σαν ήρωες.

Όταν γυρίσαμε στη βάση μας, ο πολιτικός κομισάριος, ο Λάμπρος, άκουσε τα όσα

έγιναν και είπε με αγανάκτηση: «Αυτός ρε είναι στρατιώτης και εμείς τον κάναμε

γραφιά». Μου ανέθεσαν λοιπόν και στρατιωτικά καθήκοντα. Έτσι ξεκίνησε η

πολεμική μου δράση και το Τάγμα Οθωμανών που απαρτιζόταν κυρίως από Μακεδόνες,

Τούρκους και Τσιγγάνους».

Πληγώθηκε. Για τα δύο επόμενα χρόνια, ο «Καπετάν Κεμάλ» θα πολεμήσει

στα βουνά της Ροδόπης, θα πληγωθεί σοβαρά και θα νοσηλευτεί στη Βουλγαρία για

να ξαναγυρίσει πίσω στο τάγμα του μέχρι το φθινόπωρο του 1949 οπότε θα

επιστρέψει στην Τουρκία. Με όνειρο πάντα την επανάσταση, για τις επόμενες

τέσσερις δεκαετίες ο Μιχρί Μπελί θα ηγηθεί της κομμουνιστικής δράσης στην

Τουρκία, θα φυλακιστεί πολλές φορές, θα πληγωθεί και πάλι…