Την ερχόμενη Κυριακή θα γίνουν στη Ρωσία βουλευτικές εκλογές. Όμως το

μεγάλο ζήτημα που προκαλεί το ενδιαφέρον του κόσμου δεν είναι το πόσες ψήφους

θα εξασφαλίσει αυτό ή εκείνο το κόμμα, αλλά η σύλληψη του «ολιγάρχη» Μιχαήλ

Χοντορκόφσκι, πρώην προέδρου της πετρελαϊκής εταιρείας Γιούκος. Ποιος είναι

τελικά αυτός ο τύπος;

Στην Κόκκινη Πλατεία: ένας άνδρας ντυμένος Λένιν πίνει μπίρα ελπίζοντας να

φωτογραφηθεί με ξένους τουρίστες για να βγάλει το ψωμί του

Το επιχείρημα ότι ο Χοντορκόφσκι είναι το θύμα μιας κυβερνητικής προσπάθειας

να απαλλαγούν οι ρωσικές εταιρείες από την ξένη επιρροή δεν ευσταθεί. H ομάδα

Πούτιν έχει κάνει ό,τι μπορεί να σύρει τη Ρωσία προς τον Παγκόσμιο Οργανισμό

Εμπορίου και να αυξήσει τον ρόλο του ξένου κεφαλαίου στην οικονομία. H

κυβέρνηση Πούτιν επαναλάμβανε κατά καιρούς ότι η κρατικοποίηση της Γιούκος

είναι εκτός συζήτησης και ότι τα νομικά και οικονομικά αποτελέσματα των

ιδιωτικοποιήσεων δεν θα αναθεωρηθούν. Αυτό σημαίνει ότι η ολιγαρχική δομή της

οικονομίας, όπου κυριαρχούν τα ημι-μονοπώλια των πρώτων υλών, θα διατηρηθεί,

ανεξάρτητα από το ποιος τα κατέχει.

H ρωσική ελίτ

Ο Χοντορκόφσκι σχεδίαζε κι αυτός να πουλήσει μερικές μετοχές της Γιούκος σε

αμερικανικές πετρελαϊκές εταιρείες. Όμως, εκεί ακριβώς είναι το πραγματικό

ερώτημα: ποιος θα πραγματοποιήσει την πώληση, ποιος θα πάρει τα χρήματα; Το

Κρεμλίνο έχει δεσμευτεί να υπερασπιστεί την ιδιωτική περιουσία, όχι τους

ιδιοκτήτες. Κάπως έτσι φτάσαμε να δούμε τον πλουσιότερο άνθρωπο της Ρωσίας

κλεισμένο σε ένα σιδερένιο κλουβί σαν να ήταν ένας κανίβαλος από τη «Σιωπή των

αμνών». Και πολλοί σκέφτηκαν: αν η κυβέρνηση κάνει αυτό στον Χοντορκόφσκι, τι

θα κάνει σε μας;

Αργά ή γρήγορα, η αυθαίρετη διοίκηση στην οποία εκτίθενται καθημερινά οι

περισσότεροι Ρώσοι θα επηρεάσει τα ανώτερα κλιμάκια της κοινωνίας. Όταν οι

γραφειοκράτες είναι πανίσχυροι, κανείς δεν είναι ασφαλής. Κάποια στιγμή οι

υπερασπιστές της ιδιωτικής περιουσίας αρχίζουν λοιπόν να απαιτούν το μερίδιό

τους. Ορισμένες εταιρείες επιλέγουν τον συμβιβασμό. Άλλοι, και ιδιαίτερα ο

Χοντορκόφσκι, προσπάθησαν να καθιερώσουν έναν διάλογο απευθείας με τον λαό, σε

μια προσπάθεια να αποδεσμευτούν από την εξάρτηση από το κράτος. Έτσι εξηγείται

το γιατί ο Χοντορκόφσκι πίεσε τόσο επίμονα για μεγαλύτερη διαφάνεια και ίδρυσε

τόσες φιλανθρωπικές οργανώσεις για να υποστηρίξει την εκπαίδευση, την κοινωνία

των πολιτών, ακόμη και την αντιπολίτευση.

H εκδίκηση

Ήταν πάντα αμφίβολη η επιτυχία αυτής της στρατηγικής. Ωστόσο το Κρεμλίνο

αισθάνθηκε μια απειλή και κυνήγησε εκδικητικά τη Γιούκος. Ο Χοντορκόφσκι

βρέθηκε πίσω από τα κάγκελα, ωστόσο αν οι εναντίον του κατηγορίες ληφθούν τοις

μετρητοίς, όλη η ρωσική ελίτ – ξεκινώντας από το Κρεμλίνο – θα πρέπει να

κλειδωθεί μαζί του.

Σε αυτό το σημείο, ένας δεύτερος παράγοντας υπεισέρχεται, αλλάζοντας δραματικά

την κατάσταση. Ο Χοντορκόφσκι παραιτήθηκε από επικεφαλής της Γιούκος και άφησε

να εννοηθεί ότι θα ήταν ευτυχής αν απλώς διηύθυνε τα ιδρύματα που δημιούργησε

για την ανάπτυξη μιας κοινωνίας των πολιτών.

Με μαρξιστικούς όρους, ο ολιγάρχης έγινε «ηγέτης της αστικοδημοκρατικής

αντιπολίτευσης». Όμως είναι άλλο πράγμα ο ιδιοκτήτης μιας μεγάλης εταιρείας

που προσπαθεί να κρατήσει το κομμάτι της πίτας που πήρε από τον λαό στις αρχές

της δεκαετίας του ’90 και άλλο, τελείως διαφορετικό, ένας πολιτικός που

προκαλεί το καθεστώς.

Κερδίζει τη λαϊκή συμπάθεια

Ο Τύπος συγκρίνει συχνά τον Χοντορκόφσκι με τον διάσημο βιομήχανο Σάβα

Μοροζόφ, ο οποίος χρηματοδότησε τους Μπολσεβίκους στις αρχές του 20ού αιώνα.

Ωστόσο, θα ήταν καταλληλότερο να συγκρίνει κανείς τον Χοντορκόφσκι με δύο

άνδρες που βρέθηκαν σε παρόμοια περίπλοκη κατάσταση: τον Μπενίνιο Ακίνο στις

Φιλιππίνες, στη διάρκεια της δικτατορίας του Μάρκος, και τον Πέδρο Χοακίν

Τσαμόρο στη Νικαράγουα, στη διάρκεια της δικτατορίας του Σομόζα. Και οι δύο

ήταν φιλελεύθεροι εκπρόσωποι μιας παραδοσιακής ολιγαρχίας που αντιτάχθηκαν

στην απολυταρχική εξουσία και την «κατευθυνόμενη δημοκρατία» στις χώρες τους.

Δεν ήταν ούτε ριζοσπάστες ούτε αριστεροί, όμως η λογική της πολιτικής

σύγκρουσης τούς οδήγησε σε μια τόσο έντονη διαμάχη με το καθεστώς, ώστε

κανένας συμβιβασμός δεν ήταν δυνατός.

Ο Χοντορκόφσκι, που δεν κατάφερε να γίνει δημοφιλής με τη φιλανθρωπία, με τη

χρηματοδότηση πολιτικών κομμάτων (συμπεριλαμβανομένων των κομμουνιστών) και με

τις «κοινωνικά υπεύθυνες» επενδύσεις, ξαφνικά άρχισε να προσελκύει τη λαϊκή

συμπάθεια όταν τον είδαμε πίσω από τα κάγκελα. Αν υπάρχει ένα πρόσωπο, το

οποίο μπορεί να πάρει μέρος στις προεδρικές εκλογές του 2004 κατά του Πούτιν

είναι αυτός. Σήμερα ο Χοντορκόφσκι είναι σχεδόν ο μόνος άνθρωπος στη Ρωσία,

για τον οποίο η δημοκρατική μεταρρύθμιση δεν είναι απλώς ένας αξιόλογος στόχος

αλλά ένα ζήτημα ζωής και θανάτου. Γνωρίζει όμως την τύχη των προκατόχων του;

Οι ομάδες των Ακίνο και Τσαμόρο ανήλθαν τελικά στην εξουσία στις Φιλιππίνες

και τη Νικαράγουα, αμφότεροι όμως πλήρωσαν γι’ αυτήν τη δόξα με τη ζωή τους.

Ο Μπόρις Καγκαρλίτσκι είναι διευθυντής του Ινστιτούτου Μελετών για την

Παγκοσμιοποίηση. Το άρθρο αυτό γράφτηκε για «TA NEA»