… και δεύτερη άποψη για τη λογοκρισία ή είναι μόνο μία; Το ερώτημα θέτει σ’

ένα νέο, αιρετικό βιβλίο ο Άγγλος κοινωνιολόγος Ρόμπερτ Ποστ. Ο οποίος δεν

διστάζει ν’ αμφισβητήσει την «προοδευτική» αντίληψη ότι η λογοκρισία είναι εξ

ορισμού κακό πράγμα ­ το μαστίγιο μιας κυβέρνησης όταν θέλει να φιμώσει φωνές

που την ενοχλούν, ιδέες που κάποια στιγμή μπορεί να την απειλήσουν. Αλλά δεν

είναι μόνον αυτό η λογοκρισία, λέει ο Ποστ. Και δεν είναι μόνο κακή. Ίσα ίσα,

η απαγόρευση της έκφρασης είναι μερικές φορές ο πιο ενδεδειγμένος τρόπος

προστασίας του πολίτη από ορισμένες επιθέσεις στην τιμή και την αξιοπρέπειά

του, ακόμη και στην ελευθερία ή τη ζωή του. Ολοφάνερα, πρόκειται για

επικίνδυνο βιβλίο. (R. Post: «Censorship and Silencing» Getty Research

Publications, Λονδίνο).

δεν παραγνωρίζει τη βαρβαρότητα ή τη μωρία του κρατικού λογοκριτή. Ούτε είναι

αδιάφορος απέναντι στους διανοούμενους που φυλακίζονται για τις ιδέες τους.

Δεν έχει όμως πολύ καιρό γι’ αυτούς. Άλλες βαρβαρότητες, κυρίως, και άλλα

δεινά τον απασχολούν. Για παράδειγμα, η πορνογραφία. Η μισαλλοδοξία. Ο

ρατσισμός. Η διαφήμιση. Η αγυρτεία. Ο προοδευτικός πολίτης, λέει, ο αριστερός,

σεμνύνεται για την αντίστασή του σε κάθε μορφή ελέγχου του λόγου. Είναι κατά

της λογοκρισίας. Καταγγέλλει όσους την ασκούν. Μάλιστα, λέει ο Ποστ, αυτό έχει

γίνει ειδοποιός διαφορά του αριστερού από τον δεξιό (καίτοι τα ΚΚ, με τα οποία

η αριστερά συνήθως ταυτιζόταν – ή συγγένευε – υπήρξαν παντού πρωταθλητές της λογοκρισίας).

…. όμως ο αριστερός ­ ή και ο «φωτισμένος» δεξιός ­ αν, υποτεθέσθω, η

κυβέρνηση κατασχέσει ένα περιοδικό που και ο ίδιος απαγορεύει στον γιο του; Θα

βγει μήπως στον δρόμο να κάνει διαδήλωση υπέρ του περιοδικού; Και αν οι

ρατσιστές γράφουν αδιάκοπα στον τοίχο του συνθήματα κατά των μειονοτήτων (και

συμβεί μάλιστα να είναι και αυτός μειονότητα), τι θα κάνει πάλι; Θα τους

υπερασπισθεί αν τυχόν φυλακιστούν; Διότι εκεί έχουν φτάσει τα πράγματα, λέει ο

Ποστ. Δεν απειλούνται από κάποιους συγγραφείς ή ιδαλγούς οι σύγχρονες

κοινωνίες. Απειλούνται μάλλον από εμπόρους (καλύτερα, μεγιστάνες) της

πορνογραφίας, από νεαρά φασιστοειδή, από διαφημιστές κολασμένων παραδείσων και

από «hate speakers», κήρυκες του μίσους ­ όπως αυτοί που μας βεβαιώνουν ότι

όλοι οι Κροάτες ή όλοι οι Σέρβοι είναι δολοφόνοι, ή ότι το Ολοκαύτωμα δεν συνέβη.

… τεντώνεται σε μια ακόμη ακραία παρατήρηση: «Ο αποκλεισμός της λογοκρισίας

είναι μορφή λογοκρισίας». Αρνούμενος να λογοκρίνεις τον πορνογράφο ή τον

ρατσιστή με τα εμπρηστικά του συνθήματα, μειώνεις αμέσως τον «χώρο», τις

δυνατότητες έκφρασης που θα έπρεπε να έχουν οι απλοί πολίτες ή οι εθνοτικές,

κοινωνικές κ.λπ. ομάδες τις οποίες μισεί ο ρατσιστής. Αυτούς φιμώνεις. Τους

εξαναγκάζεις σε αντίσταση. Σε μάχες που ίσως δεν έχουν την αντοχή να δώσουν.

Αλλά ο Ρόμπερτ Ποστ, που τόσο ενοχλητικά ταράζει τα νερά, αφήνει άλυτα μερικά

κρισιμότατα ζητήματα. Λόγου χάρη: Ποιος θ’ αποφασίζει (και κάθε πότε;) τι

είναι και τι όχι λογοκριτέο; Ποιος θα μας εγγυάται ότι το πνευματικό και ηθικό

επίπεδο του λογοκριτή θα είναι υψηλότερο από το επίπεδο εκείνων που υποτίθεται

ότι θα προστατεύει. Και ακόμη, τι είδους πολίτες θα γίνουν όλοι αυτοί από τους

οποίους θα αφαιρεθεί η διακριτική δυνατότητα ν’ αποφασίζουν οι ίδιοι ποιες

ιδέες και ποια ερεθίσματα τους ενδιαφέρουν και ποια όχι.