Συμβαίνει σχεδόν πάντα με τα αφηρωισμένα τέκνα της Ιστορίας. Ο Χρόνος μεταμφιέζεται σε γλύπτη σμιλεύοντας τα χαρακτηριστικά τους όπως τα έχουν φανταστεί οι προσκυνητές τους.

Ο Γιόχαν Κρόιφ δεν ήταν ούτε επαναστάτης ούτε αριστερός ούτε καλός φίλος. Ηταν ένας αλήτης των γηπέδων, από αυτούς που γνωρίζουν καλά την τέχνη της διαπόμπευσης των αντιπάλων, που ερεθίζονται με τη δόξα και προσκυνούν τα χρήματα. Που υπονομεύουν τους προπονητές τους, που εκδικούνται παλιούς φίλους.

Ηταν ένας νάρκισσος που προκαλούσε τη μοίρα του τυλιγμένος με τους πυκνούς καπνούς των τσιγάρων. Απολάμβανε κάθε γεγονός που του πρόσθετε δημοσιότητα. Ακόμα και τη δημοσίευση του θανάτου του πριν από δύο χρόνια από την εφημερίδα «Volkskrant» κατά τη διάρκεια μιας δοκιμαστικής εφαρμογής ενός νέου app.

Κάποια γεγονότα της ζωής του, όπως η ορφάνια από τον πατέρα στα 12 του και η αποχή του από το σχολείο, η απουσία του από το Μουντιάλ, το 1978, της χουντικής Αργεντινής και ο πρωταγωνιστικός ρόλος του στην οργανωμένη αποδιοργάνωση του Αγιαξ αποτέλεσαν τη λεία επιφάνεια πάνω στην οποία σμιλεύτηκε ο μύθος του.

Μαϊμού επανάσταση. Η απόφασή του να μη συμμετάσχει με την Ολλανδία στο Μουντιάλ της Αργεντινής του δικτάτορα Χόρχε Βιδέλα θεωρούνταν για δεκαετίες ως η σημαντικότερη επαναστατική πράξη που έκανε στη ζωή του. Ο Κρόιφ παρουσιάστηκε από τον Τύπο ως ιεροκήρυκας των δημοκρατικών αξιών, ως υπερασπιστής των αντιφρονούντων στις πτήσεις θανάτου. Η πραγματικότητα, όπως συμβαίνει στις ιστορίες των ηρώων, ήταν εντελώς διαφορετική.

Ηταν Σεπτέμβριος του 1977 όταν ένας πανύψηλος ιστιοπλόος από τη Γαλικία, ο Κάρλος Γκονθάλεθ Βέρμπουργκ, φανατικός οπαδός της Ρεάλ και του Αγιαξ, έφθασε στο κατώφλι του σπιτιού του Γιόχαν Κρόιφ, στη Βαρκελώνη.

Χτύπησε το κουδούνι γύρω στις εννιά και μισή το βράδυ και όταν ο Γιόχαν ρώτησε ποιος είναι τού απάντησε πως φέρνει μήνυμα από τον προπονητή του Ρίνους Μίχελς.

Τη στιγμή που ο Κρόιφ του άνοιγε την πόρτα, ο Βέρμπουργκ όρμησε στο σπίτι και του κόλλησε στο κεφάλι ένα 22άρι πιστόλι. Τον έδεσε στην πολυθρόνα και του τοποθέτησε ταινία στο στόμα και στα μάτια. Εδεσε επίσης τη γυναίκα του, την Ντάνι και την άφησε στο πάτωμα. Τα τρία παιδιά του ζευγαριού κοιμόντουσαν στα δωμάτιά τους. Σύμφωνα με όσα είπε ο Γιόχαν Κρόιφ στο Catalunya Radio το 2008 η Ντάνι κατάφερε να λυθεί και να τρέξει για βοήθεια στους γείτονες. Ο Βέρμπουργκ προσπάθησε να διαφύγει από το γκαράζ αλλά τον έπιασαν οι περίοικοι.

Εκτοτε και για τέσσερις μήνες στο σπίτι του Κρόιφ κοιμόντουσαν αστυνομικοί και τα παιδιά του πήγαιναν στο σχολείο συνοδευόμενα από άνδρες της Ασφάλειας.

Μέσα σ’ αυτή την παραζάλη της ανασφάλειας ο Κρόιφ αποφάσισε πως δεν θα μπορούσε να ταξιδέψει στην Αργεντινή, ούτε πουθενά αλλού, αφήνοντας πίσω την οικογένειά του. Και κρέμασε μια για πάντα την πορτοκαλί φανέλα με το νούμερο 14 στην πλάτη που τον έκανε διάσημο, αφήνοντας αιωρούμενο το ερώτημα: θα μπορούσε το «Κουρδιστό Πορτοκάλι» να κατακτήσει το Παγκόσμιο Κύπελλο έχοντας στις τάξεις του τον φυσικό του ηγέτη;

Ο Γιόχαν Κρόιφ θεώρησε μεγάλη ευκαιρία τα γεγονότα του Σεπτεμβρίου για να ανταλλάξει το χειροκρότημα των οπαδών της Μπαρτσελόνα με τα δολάρια της Αμερικής, δικαιολογώντας τη φήμη του φιλάργυρου που τον ακολουθούσε.
Σε μια εποχή που οι ποδοσφαιριστές δεν έπαιρναν σεντ από τις εθνικές τους ομάδες, ο Κρόιφ απαιτούσε χρήματα για να φορέσει την πορτοκαλί φανέλα. Οταν τον επέπλητταν οι παλαιότεροι, εκείνος τους απαντούσε: «Οταν τελειώσει η καριέρα μου δεν μπορώ να πηγαίνω στον φούρνο και να λέω: Γεια σας. Είμαι ο Γιόχαν Κρόιφ. Δώστε μου λίγο ψωμί». Στον κολοφώνα της δόξας του, το 1973, μετά την κατάκτηση του τρίτου Κυπέλλου Πρωταθλητριών με τον Αγιαξ, ο Κρόιφ θεώρησε πως έφθασε η στιγμή να εξαργυρώσει τη φήμη του.

Δεν ήθελε να φύγει όμως με τον λεκέ του μισθοφόρου. Η επιλογή του Πιετ Κάιζερ από τους παίκτες του Αίαντα ως αρχηγού θεωρήθηκε από τον Κρόιφ προσβολή προς το πρόσωπό του. Ετσι, ο Ρέμπραντ του ποδοσφαίρου έφυγε για την πρωτεύουσα της Καταλωνίας και την Μπαρτσελόνα για να συναντήσει τον μέντορά του στον Αγιαξ, τον Ρίνους Μίχελς.

Ο Κρόιφ ήταν τόσο παραδόπιστος ώστε προτίμησε να μη γίνει ποτέ εκλέκτορας της Εθνικής Ολλανδίας παρά να υποχωρήσει από τις οικονομικές του απαιτήσεις.

Φουλ επίθεση με συγκρούσεις. Πιστεύοντας βαθιά στο «συγκρουσιακό μοντέλο» –μια ιδέα σύμφωνα με την οποία όταν οι άνθρωποι προκαλούν αντιπαραθέσεις ανεβάζουν το επίπεδό τους –ο Κρόιφ δεν δυσκολευόταν να δημιουργεί εχθρούς ακόμα και εκεί όπου τον λάτρευαν, στην Μπαρτσελόνα και στον Αγιαξ.

Αποδόμησε τον μύθο ενός εκ των σπουδαιότερων γερμανών προπονητών, του Χένες Βαϊσβάιλερ, τον οποίον αποκαλούσε «πουτ… γιε» όταν ο τελευταίος τον αμφισβήτησε στην Μπαρτσελόνα.
Πρωτοστάτησε στο πραξικόπημα κατά του προέδρου των Μπλαουγκράνα Ζόζεπ Λουίς Νούνιεθ παίρνοντας εκδίκηση δεκατέσσερα χρόνια μετά την απόλυσή του από τον πάγκο της Μπάρτσα. Πρωταγωνίστησε επίσης στη βυζαντινή ίντριγκα που έθεσε εκτός Παγκοσμίου Κυπέλλου 1974 τον καλύτερο ολλανδό τερματοφύλακα αλλά μεγάλο του εχθρό, τον Γιαν φαν Μπέβερεν.
Το τελευταίο και ίσως πιο σημαντικό κεφάλαιο των αντιπαραθέσεών του έκλεισε το 2011 όταν προσέφυγε στη Δικαιοσύνη για να μην επιτραπεί στον Αγιαξ να προσλάβει ως τεχνικό διευθυντή τον Λουίς φαν Γκάαλ. Πρόκειται για την κόντρα που έχει σημαδέψει το ολλανδικό ποδόσφαιρο και ξεκίνησε από τότε που κυκλοφόρησε η φήμη πως ο κατά τέσσερα χρόνια νεότερος Φαν Γκάαλ ετοιμαζόταν από τον Αγιαξ ως διάδοχος του Κρόιφ.

Οταν γίνεσαι μία φορά ήρωας είσαι για πάντα ήρωας. Για τους Ολλανδούς ήταν ο άνθρωπος που έβαλε το ποδόσφαιρό τους στον χάρτη. Το ακροκέραμο του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου. Ισάξιος με τους μεγάλους ζωγράφους τους, που δικαιούται θέση στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης Στέντελεϊκ.

Βυζαντινές ίντριγκες στο Καμπ Νου. Για τους Καταλανούς ο Κρόιφ ήταν κάτι παραπάνω: ήταν ο El Salvador, ο Σωτήρας. Την πρώτη χρονιά στο Καμπ Νου οδήγησε την Μπάρτσα στον πρώτο της τίτλο ύστερα από 14 χρόνια αλλά κυρίως σε μια μυθική νίκη με 5-0 επί της Ρεάλ στο Σαντιάγο Μπερναμπέου. Ηταν 17 Φεβρουαρίου του 1974 όταν οι socios της Ρεάλ σηκώθηκαν από τις θέσεις τους για να αποθεώσουν τον Ευρωπαίο που έπαιζε σαν Βραζιλιάνος. Χρειάστηκε να περάσουν 31 χρόνια για να ακουστεί ξανά χειροκρότημα για παίκτη των Μπλαουγκράνα στον Καθεδρικό της Ρεάλ (Ροναλντίνιο).

Η ιστορία της Μπαρτσελόνα χωρίζεται σε π.Κ. (προ Κρόιφ) και μ.Κ. (μετά Κρόιφ) εποχή. Οι ιδέες του για τις ακαδημίες και την εμπιστοσύνη στους νέους, για τον τρόπο με τον οποίο παίζεται το ποδόσφαιρο και κυρίως για το στυλ που είναι ανώτερο από το αποτέλεσμα αποτελούν σήμερα το σήμα κατατεθέν της Μπαρτσελόνα.

Παρ’ όλα αυτά, η εμπλοκή του Κρόιφ σε βυζαντινές ίντριγκες για τον έλεγχο της εξουσίας στο Καμπ Νου, η ταύτισή του με τον Ζοάν Λαπόρτα τον οποίον βοήθησε να γίνει πρόεδρος και αυτός ως αντάλλαγμα τον έκανε επίτιμο πρόεδρο και του έκοψε ετήσιο τσεκ 100.000 ευρώ για το ίδρυμά του, θάμπωσε τη λάμψη του και μείωσε την ένταση της φωνής του στα κέντρα εξουσίας.

Ο Κρόιφ παρέμεινε μέχρι την τελευταία ημέρα της ζωής του ένα εγωιστικό κάθαρμα που δεν άφησε να πέσει σταγόνα από τη δόξα που του πρόσφερε η ποδοσφαιρική του διάνοια.

Ο Γιόχαν Κρόιφ πίστευε πως κατά έναν τρόπο είναι αθάνατος. Τον Ιπτάμενο Ολλανδό θα τον θυμόμαστε από τα στάδια που θα πάρουν το όνομά του – σίγουρα η Αρένα του Αμστερνταμ και μάλλον το προπονητικό κέντρο της Μπαρτσελόνα –, από τις ατάκες του για το πόσο δύσκολη είναι η απλότητα στο ποδόσφαιρο, την ντρίμπλα του με την περιστροφή του σώματος κατά 180 μοίρες, την εμμονή του στους νέους παίκτες και την ηγετική του θέση στην οργανωμένη αποδιοργάνωση ή αλλιώς ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο.

Ο ηγέτης του ολοκληρωτικού ποδοσφαίρου

Ο Γιόχαν Κρόιφ πίστευε πως κατά έναν τρόπο είναι αθάνατος. Τον Ιπτάμενο Ολλανδό θα τον θυμόμαστε από τα στάδια που θα πάρουν το όνομά του – σίγουρα η Αρένα του Αμστερνταμ και μάλλον το προπονητικό κέντρο της Μπαρτσελόνα –, από τις ατάκες του για το πόσο δύσκολη είναι η απλότητα στο ποδόσφαιρο, την ντρίμπλα του με την περιστροφή του σώματος κατά 180 μοίρες, την εμμονή του στους νέους παίκτες και την ηγετική του θέση στην οργανωμένη αποδιοργάνωση ή αλλιώς ολοκληρωτικό ποδόσφαιρο.