Ο νέος προπονητής είναι σαν τον καινούργιο χρόνο: γιορτάζεται με την εντελώς αυθαίρετη αισιοδοξία ότι θα είναι καλύτερος από τον προηγούμενο. Η διαφορά είναι ότι το αίσιο και ευτυχές νέον έτος μπορεί να στραβώσει από το βράδυ της Πρωτοχρονιάς κιόλας, ενώ στην περίπτωση του προπονητή είθισται τα πράγματα να δείχνουν πολύ καλύτερα τον πρώτο καιρό –ακόμη κι αν πρόκειται αργότερα να ξαναγίνουν το ίδιο χάλια με πέρυσι.

Η ευεργετική επίδραση της αλλαγής τεχνικής ηγεσίας σε μια ομάδα –έστω και προσωρινά –δεν είναι μεταφυσική. Εξηγείται με την ποδοσφαιρική λογική.

Πρώτα απ’ όλα οι παίκτες αποκτούν ξανά το ύψιστο κίνητρο καλής απόδοσης: να αποδείξουν στον καινούργιο προϊστάμενο –που δεν έχει προλάβει να αποκτήσει συμπάθειες, αντιπάθειες ή εμμονές –ότι αξίζουν θέση στην ενδεκάδα. Οι παραγκωνισμένοι σκίζονται για να φανεί πως δεν έπαιζαν επειδή τους αδίκησε ο προηγούμενος προπονητής που ήταν τρόμπας αγιάτρευτος, και οι βασικοί για να αποδείξουν ότι αυτόν τον τρόμπα δεν τον είχαν γλείψιμο: είναι πράγματι οι καλύτεροι.

Αλλωστε, αν η ομάδα δεν δει προκοπή ούτε με την αλλαγή του κόουτς, στο εξής το πρόβλημα θα το έχουν οι ποδοσφαιριστές –βασικοί και αναπληρωματικοί μαζί. Διότι πάει να πει ότι για τα χάλια της δεν έφταιγε το μαύρο πρόβατο που έφυγε αλλά κάποιο από τα άσπρα που έμειναν.

Επιπλέον, ένας νέος προπονητής έρχεται πάντα με καθαρό μυαλό –κι έτσι μπορεί να φέρει κάποια καινούργια ιδέα που ο παλιός, πάνω στην πρεμούρα του να ανακαλύψει «τι έχουν τα έρμα και ψοφάνε», δεν είχε σκεφτεί. Ο Ρότσα, για παράδειγμα, ανέθεσε καθήκοντα οργανωτή παιχνιδιού στον Σισοκό που μοιάζει με «δεκάρι» περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον στην Παιανία, ενώ ο Φερέιρα σπαταλούσε τις μέρες του μοιρολογώντας για την έλλειψη ενός τέτοιου παίκτη αντί να κάνει το αυτονόητο: να ψάξει να τον βρει.

Τέλος, αυτό το «σήμερα νικήσαμε επειδή είχαμε μία ψυχολογία», το οποίο συνηθίζουν να λένε ποδοσφαιριστές και προπονητές για να εξηγήσουν μία επιτυχία, μπορεί να είναι ελληνικά του κερατά που διασκεδάζουν τον Μπαμπινιώτη, όμως επί της ουσίας δεν είναι καθόλου για γέλια. Διότι αντίθετα με τον πωλητή ενός παπουτσάδικου, ο οποίος θα σου φέρει να δοκιμάσεις μία παντόφλα νούμερο 42 με την ίδια επιτυχία είτε έχει μία ψυχολογία είτε όχι, ο ποδοσφαιριστής για να λειτουργήσει πρέπει να ευχαριστιέται το παιχνίδι πρώτα ο ίδιος και να νοιώθει μέρος ενός σχεδίου που μπορεί να δουλέψει. Το ότι ο Παναθηναϊκός έκανε την καλύτερή του εμφάνιση φέτος στον θεωρητικά πιο δύσκολο αγώνα του, με τον ΠΑΟΚ, οφείλεται ακριβώς σε αυτό: ο γελαστός και χαλαρός Ρότσα έκανε τους παίκτες (τους οποίους ο Φερέιρα κόντεψε να τρελάνει με το άγχος του) να ξαναβρούν χαρά και σκοπό στο ποδόσφαιρο. Οποιος πιστεύει ότι ανάστησε την ομάδα μέσα σε τρεις ημέρες επειδή είναι καλύτερος προπονητής από τον Φερέιρα, πάσχει από αφέλεια στο τελικό στάδιο.

Οπως όλα τα μαγικά, αυτά τα κόλπα συνήθως δεν κρατάνε πολύ. Ετσι, ο Πασιαλής και ο Μπουγιουκλής ήταν «ήρωες» όταν μεταμόρφωσαν τον Αρη και έφεραν βόλτα τον Παναθηναϊκό και τον Ολυμπιακό –ενώ τώρα που έχασαν από τον ΠΑΣ είναι για να παίρνουν πόδι. Αλλά όσο η εναλλαγή προπονητών μπορεί να ανακουφίσει προσωρινά μια ομάδα που δεν έχει λεφτά για μόνιμες θεραπείες, οι πρόεδροι θα μπαίνουν στον πειρασμό. Αλλος λίγο –όπως ο Αλαφούζος που υπερασπίστηκε τον Φερέιρα μέχρις εσχάτων –και άλλος πολύ, όπως ο Αρβανιτίδης που οι προπονητές του έχουν ημερομηνία λήξεως πιο κοντινή και από τα γιαούρτια στα σουπερμάρκετ του.

Συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες. Προχθές ο Αμπράμοβιτς έδιωξε τον Ντι Ματέο που του πήρε το Champions League με τα ψέματα, για να φέρει στη θέση του τον Ράφα Μπενίτεθ, ο οποίος πήγε στην Ιντερ Ιούλιο και δεν πρόλαβε να στολίσει δέντρο –και από το 2010 είναι άνεργος. Ο λόγος που δεν έκανε για την Ιντερ αλλά μπορεί να κάνει για την Τσέλσι, είναι ότι είχε έρθει η ώρα του Ντι Ματέο.