Ο Ιβάν Σαββίδης είναι από τους ανθρώπους που δεν αφήνουν τίποτε στην τύχη – και από τα μικρά καταλαβαίνεις τα μεγάλα. Εξ όνυχος τον λέοντα. Από το πώς ντύνεται, φέρ’ ειπείν, ανάλογα με την περίσταση: στην τρίχα όταν πρόκειται να εμφανιστεί ως ηγέτης αλλά κάζουαλ λίγη ώρα αργότερα(!) στη συνάντηση με τους οπαδούς για παοκτζίδικη κουβεντούλα. Ή από τη χρονική στιγμή που επέλεξε να σκάσει μύτη στο γήπεδο της νέας του ομάδας για πρώτη φορά από τότε που έγινε ιδιοκτήτης της: στο ματς ΠΑΟΚ – Αρης που ήταν ντέρμπι… Λιοντάρια – Χριστιανοί, και οι πιθανότητες να γίνει καμιά κηδεία που θα του χάλαγε τη μόστρα ήταν όσες να φαγωθεί λιοντάρι από χριστιανό.

Τι άλλο γνωρίζουμε στα σίγουρα για τον άνθρωπο που μπήκε με θόρυβο στην ποδοσφαιρική μας ζωή; Μόνο δύο πράγματα. Πρώτον, ότι κουβαλάει την κουλτούρα όσων μεγάλωσαν και πέτυχαν στο ανατολικό μπλοκ: έχει την πειθαρχία σε μεγάλη εκτίμηση – και τη… Σιβηρία επίσης –, δεν εμπιστεύεται ούτε τη σκιά του και θεωρεί το κάρφωμα σημαντική διαδικασία εσωτερικού ελέγχου. Τα μουρόφυλλα που μοίρασε στους συνεργάτες του, ακόμη και τους πιο στενούς, όπως είναι ο πρόεδρος και ο προπονητής, αφήνοντας να εννοηθεί ότι στην πρώτη στραβή δεν θα βρουν το κεφαλάκι τους στους ώμους τους, δεν ήταν μόνο για να σφίξουν οι κώλοι αλλά και για να λυθούν οι γλώσσες. Τα μαχαίρια έχουν βγει ήδη στον ΠΑΟΚ, και στην προσπάθεια του καθενός να σώσει τη θεσούλα του ή να πάρει του αλλουνού δεν θα μείνει άπλυτο που να μη βγει στη φόρα. Ο Ιβάν θα ελέγχει τα πάντα. Καμία σχέση με τον Παππά, δηλαδή, που όλο έδινε στον Αδαμίδη τα λεφτά της Εφορίας και όλο απλήρωτη ήταν.

Το δεύτερο είναι ότι πρόκειται για έναν στυγνό επιχειρηματία. Τόσο ώστε να περιφρονεί ακόμη και τα πατροπαράδοτα έθιμα, τα οποία θέλουν τον νέο ιδιοκτήτη μιας μεγάλης ΠΑΕ να επιδεικνύει το πορτοφόλι του και την καψούρα του για την ομάδα τάζοντας ότι στην επόμενη μεταγραφική περίοδο θα φέρει έναν-δύο παικταράδες που θα ρίξουν τα τσιμέντα. Οι οποίοι συνήθως, αν έρθουν, το μόνο πράγμα που ρίχνουν είναι το ταμείο έξω. Ο Σαββίδης το ξέκοψε, ξεκαθαρίζοντας ότι προέχει το συμμάζεμα της εταιρείας – και αυτό δείχνει σοβαρότητα και σχέδιο. Κάπου εδώ εξαντλούνται οι βεβαιότητες για τον χαρακτήρα του και αρχίζει το μυστήριο: για τις προθέσεις του. Διότι ένας τέτοιος άνθρωπος, ο οποίος ακόμη κι όταν φταρνίζεται έχει λόγο που το κάνει, αποκλείεται να αγόρασε μία χρεωμένη ΠΑΕ έτσι για γούστο, μόνον από συναίσθημα επειδή ο ΠΑΟΚ του θυμίζει τις ρίζες του, ή γιατί κάποιος τον παραμύθιασε ότι είναι ευκαιρία να αγοράσει ένα μαγαζί γωνία. Ούτε για τόσο αγαπησιάρη τον κόβω ούτε για τόσο κορόιδο.

Να θέλει να βάλει μπουγάδα; Απίθανο. Τον ΠΑΟΚ τον ήθελε από το 2006 – και το ξέπλυμα δεν μπορεί να περιμένει έξι ολόκληρα χρόνια, γιατί στο μεταξύ το χρήμα θα βρωμίσει.

Να βλέπει επενδυτική ευκαιρία; Δύσκολο, σε μία ποδοσφαιρική αγορά εντελώς της πλάκας, τίγκα στα λαμόγια, και σε μία χώρα που δεν ξέρεις τι νόμισμα θα έχει του χρόνου.

Να χρειάζεται το λαϊκό έρεισμα του ΠΑΟΚ για τις άλλες επαγγελματικές του δραστηριότητες; Μα, στην Ελλάδα των Μνημονίων δεν χρειάζεται μέσον για να αγοράσεις αλλά για να πουλήσεις.

Ποια ακριβώς είναι η αποστολή του Σαββίδη και ποιους άλλους αφορά εκτός από τον ίδιο, θα το δείξει ο χρόνος. Μέχρι τότε, ο ΠΑΟΚ να δοξάζει τον Θεό που βρήκε έναν πραγματικό επενδυτή με σάρκα, οστά και τσέπες. Και ο Ιβάν να μην αμελεί την υπόσχεσή του προς τα «μπαόκια», ότι θα εκθρονίσει τον Ολυμπιακό από του χρόνου κιόλας. Διότι αυτοί οι περίεργοι κάτι τέτοια τα δένουν κόμπο. Φαντάζομαι ότι η ιστορία του Μπατατούδη, του τελευταίου ανθρώπου που έταξε μεγαλεία στην Τούμπα, ακούστηκε μέχρι το Ροστόφ.