Οι άνθρωποι μέσης ηλικίας που έχουν παράγοντες καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως υπέρταση και διαβήτη ή είναι καπνιστές, έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να πάσχουν από άνοια στην τρίτη ηλικία, σύμφωνα με νέα αμερικανική μελέτη που δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο JAMA Neurology.

Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου Τζονς Χόπκινς της Βαλτιμόρης, με επικεφαλής την καθηγήτρια Νευρολογίας Ρεβέκα Γκότεσμαν, ανέλυσαν στοιχεία για 15.744 άτομα, 45-64 ετών. Το δείγμα κατά τη διάρκεια 25 ετών που διήρκεσε η μελέτη, υποβαλλόταν σε ελέγχους υγείας και σε περιοδικά νευρολογικά-νοητικά τεστ. Σε αυτό το διάστημα, 1.516 άνθρωποι διαγνώσθηκαν με άνοια.

Από την επεξεργασία των δεδομένων προέκυψε ότι όσοι έπασχαν από διαβήτη ή υπέρταση στη μέση ηλικία ή ήταν καπνιστές, αντιμετώπιζαν μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης άνοιας μετέπειτα στη ζωή τους.

Ο διαβήτης βρέθηκε να συνιστά σχεδόν εξίσου μεγάλο κίνδυνο άνοιας με την ύπαρξη του γονιδίου ΑΡΟΕ4 στο DNA ενός ανθρώπου. Το εν λόγω γονίδιο σχετίζεται με υψηλό κίνδυνο για νόσο Αλτσχάιμερ.

Επίσης, το βεβαρημένο καρδιαγγειακό ιστορικό έχει μεγαλύτερη βαρύτητα για την πιθανότητα μελλοντικής άνοιας από ό,τι η ελλιπής μόρφωση. Μελέτες έχουξ δείξει ότι τα άτομα με χαμηλό μορφωτικό επίπεδο εκδηλώνουν άνοια συχνότερα από αυτούς με υψηλή μόρφωση.

«Η νέα μελέτη αναδεικνύει τη σημασία του έγκαιρου ελέγχου των παραγόντων καρδιαγγειακού κινδύνου, όπως η υπέρταση, σε μια προσπάθεια να αποτρέψουμε την άνοια όσο γερνάμε. Ό,τι είναι καλό για την καρδιά, είναι και για τον εγκέφαλο», σημειώνει ο Γουόλτερ Κόροσετς, διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Νευρολογικών Διαταραχών και Εγκεφαλικών Επεισοδίων των ΗΠΑ.

Οι ερευνητές υπενθυμίζουν ότι ο έλεγχος του διαβήτη και της υπέρτασης, καθώς και η διακοπή του καπνίσματος, μπορούν να μειώσουν τον κίνδυνο άνοιας στην τρίτη ηλικία.