Να μεταθέσει τη δημόσια συζήτηση στο πεδίο της σκανδαλολογίας θα επιχειρήσει με μεγαλύτερη ένταση το επόμενο διάστημα η κυβέρνηση. Στη σκιά της υπόθεσης Ιβάν Σαββίδη για τον οποίο η αντιπολίτευση μιλά για τις προνομιακές σχέσεις που είχε με το Μέγαρο Μαξίμου, που πλέον κινείται υπό το δόγμα «απεταξάμην τον Ιβάν», η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να αλλάξει την ατζέντα δίνοντας έμφαση και ρίχνοντας το βάρος σε διάφορες υποθέσεις τις οποίες χαρακτηρίζει σκάνδαλα με επίκεντρο τη Novartis.

Οι παρενέργειες της υπόθεσης Σαββίδη είναι ορατές πάνω από τον κυβερνητικό σχηματισμό ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, και παρά τις διαρροές από διάφορα κέντρα, μιντιακά και πολιτικά, ότι επιβεβαιώθηκε η αγαστή σχέση του Αλέξη Τσίπρα με τον Πάνο Καμμένο, τα προβλήματα είναι σημαντικά. Οι δύο κυβερνητικοί εταίροι δείχνουν ότι δεν μπορούν να συμβιώσουν περαιτέρω και ήδη πολλοί μιλούν για επικείμενο διαζύγιο, σε μια χρονική στιγμή που η κυβέρνηση πιέζεται πολλαπλώς σε πολλά πεδία και αναζητούνται παρασκηνιακά, όσο και εάν διαψεύδεται, σύμμαχος σε κοινοβουλευτικό επίπεδο.

Υπό τη σκιά των σεναρίων ακόμα και για πρόωρες εκλογές το αργότερο έως τα μέσα του προσεχούς φθινοπώρου, λόγω και των πιέσεων του ΔΝΤ για περικοπές στις συντάξεις και μείωση του αφορολογήτου, το Μέγαρο Μαξίμου αυτή τη στιγμή υψώνει τη ρομφαία της κάθαρσης, ενώ παράλληλα ετοιμάζεται να ανοίξει τον φάκελο της συνταγματικής αναθεώρησης.

Οι δημοσκοπήσεις που είναι ιδιαίτερα αρνητικές για την κυβέρνηση αξιοποιούνται ιδιαίτερα από το πρωθυπουργικό επιτελείο ως προς το σκέλος κυρίως όσων στοιχείων αφορούν τα σκάνδαλα. Και με δεδομένο ότι η πλειοψηφία θεωρεί –σύμφωνα και με τις μετρήσεις που υπάρχουν στο Μέγαρο Μαξίμου –ως σκάνδαλο την υπόθεση Novartis, η κυβέρνηση θα επιμείνει να επενδύει πολιτικά τόσο σε αυτή όσο και σε άλλες.

Η κυρίαρχη άποψη στο Μέγαρο Μαξίμου είναι ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ έχει ακλόνητο, όπως τονίζουν κυβερνητικοί παράγοντες, ηθικό πλεονέκτημα όταν αναδεικνύει ζητήματα διαπλοκής και διαφθοράς και διευκρινίζουν ότι η ΝΔ βαρύνεται με πολλά από το παρελθόν.

Ο Πρωθυπουργός παραμένει πιστός στη γραμμή που έχει χαράξει και επιμένει στην ανάγκη να διαλευκανθεί πλήρως το συγκεκριμένο σκάνδαλο. Και όπως λέει στους συνομιλητές του, «χωρίς ταλαντεύσεις, θα κάνουμε ό,τι προβλέπεται θεσμικά για τη διερεύνηση ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών». Την ίδια στιγμή απαξιώνουν πλήρως το CD που έστειλε η εισαγγελέας Διαφθοράς στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής και προκύπτει ότι ο ισχυρός παράγοντας της Novartis στην Ελλάδα Κωνσταντίνος Φρουζής ζήτησε να συναντηθεί με τον Αλέξη Τσίπρα, εμμένοντας στις σχέσεις του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά και του κεντρικού τραπεζίτη Γιάννη Στουρνάρα με τον πρώην ισχυρό άνδρα της φαρμακευτικής εταιρείας.

Αποτελεί στρατηγική επιλογή για τον Πρωθυπουργό στην πορεία προς την ολοκλήρωση του τρίτου Μνημονίου και ενώ υπάρχουν ακόμα αρκετά εμπόδια (88 προαπαιτούμενα και τέταρτη αξιολόγηση, επιχείρηση εξόδου στις αγορές, η συζήτηση για την επόμενη μέρα του προγράμματος, απαιτήσεις του ΔΝΤ, ελληνοτουρκικές σχέσεις, Σκοπιανό κ.ά.) η κίνηση να επιρρίψει ευθύνες στο παλιό πολιτικό σύστημα για τη χρεοκοπία της χώρας σε συνδυασμό με το σκάνδαλο Novartis.

Στο πλαίσιο αυτό μιλάνε από το Μέγαρο Μαξίμου για τα οικονομικά των κομμάτων, την υπόθεση της Siemens, η δίκη της οποίας προχωρεί στο τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων Αθηνών, ενώ επενδύονται πολλά σε υποθέσεις, όπως το ΚΕΕΛΠΝΟ και η Novartis, αλλά και άλλες που έχουν απασχολήσει τους οικονομικούς εισαγγελείς, τα Paradise Papers για τα οποία προχωρεί η έρευνα των οικονομικών εισαγγελέων.

Η στρατηγική της έντασης

Στο πρωθυπουργικό επιτελείο έχουν γίνει πολύωρες συσκέψεις για τη χάραξη της πορείας τους καθώς έχουν αποφασίσει ότι η στρατηγική της έντασης τούς εξυπηρετεί πολλαπλά. Ουσιαστικά επενδύουν στη λογική «άρτος και θεάματα» και γι’ αυτό αναμένουν με ενδιαφέρον τις διώξεις που έχουν προαναγγείλει για διάφορες υποθέσεις.

Χωρίς να έχουν εγκαταλείψει τη θεώρηση ότι διάφορα κέντρα δημιουργούν συνθήκες αποσταθεροποίησης της κυβέρνησης, υποστηρίζουν ότι η στρατηγική της έντασης ουσιαστικά τούς βοηθάει στην εξυπηρέτηση του δικού τους σχεδίου που είναι, πρώτον, να πάει όσο πιο μακριά γίνεται η παρούσα κυβέρνηση και, δεύτερον, να κλείσει η δημοσκοπική ψαλίδα με τη ΝΔ.

Η κρίσιμη όμως εξέλιξη στην οποία δίνεται μεγάλο βάρος από την κυβέρνηση είναι οι επερχόμενες διώξεις τραπεζικών στελεχών για τα δάνεια στα κόμματα και σε επιχειρήσεις. Εξάλλου, υπήρχε εισαγγελική παραγγελία για έλεγχο όλων των επιχειρηματικών δανείων, συνολικού ύψους 7,7 δισ. ευρώ, που δόθηκαν σε μεγάλους και μεσαίους ομίλους, ώστε να εξακριβωθεί η τέλεση ή όχι αξιόποινων πράξεων. Επίσης, ιδιαίτερη σημασία για την κυβέρνηση έχει και το Συντονιστικό Οργανο Επιθεωρήσεων Ελέγχου (ΣΟΕΕ), το οποίο υφίσταται από το 2002 και προεδρεύει ο εκάστοτε γενικός επιθεωρητής Δημόσιας Διοίκησης και έως τον Απρίλιο του 2016 παρέμενε ανενεργό.

Ενόψει αυτών των εξελίξεων, παράγοντες της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν ότι επιχειρείται «εργαλειοποίηση» της Δικαιοσύνης με στόχο να πληγούν οι αντίπαλοι της κυβέρνησης που συνεχίζει το πόλεμο με τον Γιάννη Στουρνάρα, καθώς ο στόχος είναι ο «έλεγχος» της Τραπέζης της Ελλάδος.

Σε αυτό το κλίμα η κυβέρνηση ετοιμάζεται να καταθέσει στη Βουλή σειρά νομοθετικών παρεμβάσεων για την αντιμετώπιση κρουσμάτων διαφθοράς και φοροδιαφυγής, ενώ δίνει μεγάλη έμφαση στη δημιουργία της ομάδας «κομάντος» του ελεγκτικού μηχανισμού που θα υπάγεται αποκλειστικά στον οικονομικό εισαγγελέα. Υπέρμαχοι της σκληρής γραμμής είναι, εκτός από τον Αλ. Τσίπρα, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος, ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Νίκος Παππάς, ο γ.γ. της Κυβέρνησης Μιχάλης Καλογήρου, ο υπουργός Επικρατείας Χριστόφορος Βερναρδάκης, ο γ.γ. Ενημέρωσης και Επικοινωνίας Λευτέρης Κρέτσος, ο γ.γ. Αθλητισμού Γιώργος Βασιλειάδης κ.ά.

Η επιλογή της μετωπικής σύγκρουσης και η επένδυση στη σκανδαλολογία όμως προκαλούν ευρύτερο προβληματισμό σε πολλούς βουλευτές, αλλά και σε σημαντικούς υπουργούς που τονίζουν ότι όλη αυτή η συζήτηση εντείνει την απαξίωση των πολιτικών και της πολιτικής, ενδυναμώνει τις δυνάμεις της αντιπολιτικής και τα άκρα.

Την ίδια στιγμή, στο παρασκήνιο μαίνεται ο πόλεμος μεταξύ κυβέρνησης και τμήματος των δικαστών, καθώς η καχυποψία είναι κυρίαρχη, αν και στην παρούσα στιγμή ουδείς επιλέγει τη μετωπική σύγκρουση. Σε κύκλους της κυβέρνησης υπάρχει η ακραία θεωρία για «κόμμα δικαστών» που πολλές φορές αυτονομείται και δημιουργεί και πολιτικά ζητήματα με τις αποφάσεις του, την οποία αντικρούουν με ένταση δικαστικοί παράγοντες οι οποίοι εμμένουν στην ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης που κινείται με βάση το Σύνταγμα και τους νόμους. Το ενδιαφέρον όμως είναι ότι παράγοντες της αντιπολίτευσης λένε ότι η κυβέρνηση χρησιμοποιεί «υποσυστήματα» της Δικαιοσύνης για πολιτικούς λόγους, αν και δεν δίνουν συγκεκριμένα στοιχεία.

Παιχνίδιατης επόμενης μέρας

Σε αυτό το κλίμα, η κυβέρνηση αργά, σταθερά και μεθοδικά, εκτός από την επένδυση στη σκανδαλολογία, αξιοποιεί και άλλα όπλα. Βασικός στόχος με φόντο την επόμενη μέρα των βουλευτικών εκλογών είναι να αλλάξει πλήρως τους συσχετισμούς στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, μέσω της εφαρμογής της απλής αναλογικής στις δημοτικές και περιφερειακές εκλογές το 2019. Ηδη, το σχετικό νομοσχέδιο είναι σχεδόν έτοιμο και αναμένεται, είτε λίγο πριν, είτε λίγο μετά το Πάσχα να κατατεθεί στη Βουλή και ουσιαστικά θα αποτελέσει το πολιτικό εργαλείο της κυβέρνησης για να αποκτήσει πιο ισχυρά ερείσματα στην Τοπική Αυτοδιοίκηση.

Παράλληλα, θα εκκινήσει, ακόμα δεν έχει προσδιοριστεί η ακριβής ημερομηνία, η διαδικασία για τη συνταγματική αναθεώρηση, ενώ έως τα τέλη Απριλίου θα δημοσιοποιηθεί το κυβερνητικό σχέδιο για την παραγωγική ανασυγκρότηση της Ελλάδας όπου κεντρική θέση έχουν όροι όπως «κοινωνική προστασία», «δίκαιη κατανομή βαρών» και «δίκαιη ανάπτυξη» με επιδίωξη να υπάρξει κλίμα αισιοδοξίας, ιδιαίτερα στις αδύναμες κοινωνικές ομάδες για καλύτερες ημέρες. Επίσης προχωρεί το σχέδιο για την ενίσχυση των δυνάμεων του ΣΥΡΙΖΑ στον κρατικό μηχανισμό με την τοποθέτηση μόνιμων διοικητικών γραμματέων 4ετούς θητείας που ξεπερνά τον συνταγματικό βίο της παρούσας κυβέρνησης, ενώ υπάρχουν και οι αλλαγές στην ηγεσία του Συμβουλίου της Επικρατείας, στις θέσεις των αντιπροέδρων στον Αρειο Πάγο και στο Ελεγκτικό Συνέδριο το προσεχές καλοκαίρι.