Το μεσημέρι της Τετάρτης στον έκτο όροφο της Χαριλάου Τρικούπη επικρατούσε περισσότερη ησυχία από αυτήν που ίσως περιμένει κανείς εν μέσω προεκλογικής εκστρατείας. Στο γραφείο της Φώφης Γεννηματά οι συνεργάτες της συζητούσαν χαμηλόφωνα για τις λεπτομέρειες των τελευταίων ημερών –τα τηλέφωνα, την προετοιμασία, την ώρα που θα πήγαιναν στο σπίτι τους την Κυριακή. Εδειχναν όλοι πολύ κουρασμένοι αλλά αισιόδοξοι. Με την επέτειο μνήμης του Πολυτεχνείου να πλησιάζει, ωστόσο, στην κουβέντα ανακατεύονταν κι άλλα, πιο δυσάρεστα. Η άρνησή τους, για παράδειγμα, να κάθονται κοντά σε παράθυρα, φοβούμενοι τυχόν επιθέσεις. Είχαν περάσει μόλις λίγες μέρες μετά την επίθεση με Καλάσνικοφ.

Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, ωστόσο, ήταν κλεισμένη στο γραφείο της και ίσως για πρώτη φορά τον τελευταίο μήνα οι εκλογές για την ανάδειξη της νέας ηγεσίας της Κεντροαριστεράς δεν ήταν το κυρίαρχο ζήτημα στην ατζέντα της. Η καταμέτρηση της ζημιών στην Δυτική Αττική είχε μόλις ξεκινήσει, ο αριθμός των νεκρών και των αγνοούμενων αυξανόταν ώρα με την ώρα. Η Γεννηματά, με το οκταετές παρελθόν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, γνωρίζει ακριβώς τα βήματα που πρέπει να γίνουν σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Παίρνει τα απαραίτητα τηλέφωνα σε πρώην συνεργάτες της στην Περιφέρεια Αττικής για να ενημερωθεί. Περιγράφει τις δικές της βροχερές νύχτες στην υπερνομαρχία και τον τρόμο της κάθε φορά που υπήρχε κίνδυνος να υπάρξουν θύματα. Σχολιάζει με θυμό την ανοχή της πολιτείας στο μπάζωμα των ρεμάτων και τα αντιπλημμυρικά που δεν έγιναν στην ώρα τους –μιλάει για θέματα που γνωρίζει από μέσα και ξεκινάει να σχεδιάζει τη στρατηγική της, τις προτάσεις της προς την κυβέρνηση.

Δεν συμβιβάστηκε

Η εικόνα που έβλεπε κανείς το μεσημέρι της Τετάρτης δεν έμοιαζε καθόλου με αυτήν που μπορεί να έχει στο μυαλό του ακούγοντας το όνομα «Φώφη Γεννηματά». Δύο πράγματα ήταν ξεκάθαρα: έχει εμπειρία στην πολιτική και δείχνει ειλικρινές ενδιαφέρον, ακόμα και τις φορές που τα γεγονότα την ξεπερνούν. Αυτά τα δύο χαρακτηριστικά έχει δείξει και κατά τη διάρκεια όλης αυτής της προεκλογική καμπάνιας. Ξέρει πότε πρέπει να μιλήσει και πότε όχι, γνωρίζει τις μάχες που πρέπει να δώσει και ενδιαφέρεται για την παράταξη στην οποία φιλοδοξεί να ηγηθεί. Δεν συμβιβάστηκε ποτέ με ένα μικρό κόμμα και κατάλαβε γρήγορα, ίσως γρηγορότερα από οποιονδήποτε άλλο πριν από αυτήν, πως αν η Δημοκρατική Παράταξη θέλει να πρωταγωνιστήσει ξανά έχει ανάγκη από μεγάλες αλλαγές και από πραγματική, ουσιαστική διεύρυνση.

Από την αρχή της προεκλογικής εκστρατείας, οι αντίπαλοί της την κατηγορούσαν πως θέλει να διατηρήσει το ΠΑΣΟΚ. Η ίδια απαντούσε κάθε φορά με μια ερώτηση –«γιατί να μπω σ’ όλον αυτόν τον κόπο αν ήθελα τα πράγματα να μείνουν ως έχουν;». Οπως φάνηκε και από το αποτέλεσμα, κανείς από εκείνους που της καταλόγιζαν μηχανιστική λογική δεν κατάφερε να πείσει τον κόσμο που σχημάτισε ουρές για να ψηφίσει. Αντίθετα, ακόμα και οι πιο άσπονδοι φίλοι της μιλούν γενναιόδωρα για την τόλμη της να διευρύνει την παράταξη, να δημιουργήσει κάτι καινούργιο.

Το τρίπτυχό της «μαζί τολμήσαμε, μαζί πετύχαμε, μαζί νικάμε» δείχνει, ίσως πιο ξεκάθαρα απ’ όλα, τι ζητάει η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ από τους ψηφοφόρους της αυτήν την Κυριακή: να τελειώσουν αυτό που άρχισαν και να της δώσουν ψήφο εμπιστοσύνης ώστε και αυτή να ολοκληρώσει το όραμά της –να δημιουργήσει έναν νέο προοδευτικό φορέα, που να εμπεριέχει τους πάντες, ακόμα κι αυτούς που δεν θα την επέλεγαν ποτέ να ηγηθεί της προσπάθειας.

Το κρίσιµο ζήτηµα

Η συμμετοχή στον πρώτο γύρο ήταν για τη Γεννηματά «το πρώτο οργανωμένο ξέσπασμα αντίστασης στον κατήφορο της κυβερνητικής πολιτικής, αλλά και αντίδρασης σε όσους έχουν εμμονή στη συντήρηση και τη λιτότητα». Για να ολοκληρωθεί με επιτυχία το εγχείρημα, εξηγεί, πρέπει η ανταπόκριση στο κάλεσμα στην κάλπη να είναι ξανά αντίστοιχη: «Για μένα το κρίσιμο ζήτημα είναι η μεγάλη συμμετοχή. Η δεύτερη Κυριακή είναι καθοριστική μέρα. Αν τελικά ο κόσμος προσέλθει μαζικά, θα ενισχύσει τη δυναμική, το μήνυμα ελπίδας, ενότητας και αυτοπεποίθησης». Το διακύβευμα του δεύτερου γύρου; «Μεγάλη παράταξη, νικηφόρα πορεία» είναι το σύνθημα της προέδρου του ΠΑΣΟΚ που προχωράει «με πίστη στο νέο που δημιουργούμε. Η πραγματική ανανέωση παίρνει σάρκα και οστά με την αναγέννηση της Δημοκρατικής Προοδευτικής Παράταξης».

Εκτός από τους οκτώ συνυποψηφίους η Γεννηματά είχε να αντιμετωπίσει τις διαρκείς πολλαπλές επιθέσεις από πλευράς της κυβέρνησης. Οι αρνητικές στιγμές από το παρελθόν του ΠΑΣΟΚ και η συνεχής αναμόχλευσή του από τον Αλέξη Τσίπρα κυνηγούσε την παράταξη, όμως τα πράγματα άλλαξαν την περασμένη Κυριακή. Πολίτες που είχαν στραφεί στον ΣΥΡΙΖΑ επέστρεφαν στις πολιτικές τους ρίζες και το έκαναν χωρίς να ντρέπονται. Η ίδια απευθύνεται ακριβώς σ’ αυτούς τους πολίτες. Σ’ εκείνους που εξαπατήθηκαν από την κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν θέλουν να πέσουν στην αγκαλιά του Κυριάκου Μητσοτάκη. Οταν μιλάει για αυτόνομη πορεία, το εννοεί γι’ αυτό και επισημαίνει πως «οι πολίτες μίλησαν όχι μόνο με τη συμμετοχή, αλλά και την επιλογή τους».

Δεν ήταν λίγες οι φορές που ρωτήθηκε αν ο νέος αρχηγός θα ‘πρεπε να είναι νεότερος. Εκείνη, αντί να παίρνει πάσα για να επιτεθεί στον συνυποψήφιό της Νίκο Ανδρουλάκη, επέλεγε πάντα να απαντάει με ένα άλλο παράδειγμα, αυτό του Αλέξη Τσίπρα. Η μέχρι τώρα θητεία του Πρωθυπουργού αποδεικνύει, ίσως με τον καλύτερο τρόπο, πως ο νέος δεν είναι πάντα αποτελεσματικός.

Η Γεννηματά, με άλλα λόγια, προσπαθεί να αποδείξει ότι η ανανέωση που έχει βάλει στόχο δεν είναι μόνο ηλικιακή, αλλά αφορά τα πρόσωπα, τις ιδέες και τις πρακτικές. Θέλει «ουσία, περιεχόμενο, ικανότητες». Γι’ αυτό και ξεκαθάρισε ότι υπό τη δική της ηγεσία ο νέος φορέας θα έχει μια νέα ηγετική ομάδα και διακριτές τάσεις (που θα προκύψουν γρήγορα μέσα από το Συνέδριο), μη θυμίζοντας σε τίποτα τις δομές που μέχρι σήμερα γνωρίζουμε στην Κεντροαριστερά –«όλοι μαζί ισότιμα, χωρίς μπόνους προϋπηρεσίας, ιεραρχίας ή κομματικής ένταξης», όπως αναφέρει στη διακήρυξή της.

Ο δύσκολος δρόµος

Εχοντας κερδίσει 86.330 ψήφους, το 41,27% όσων πήγαν να ψηφίσουν την πρώτη Κυριακή, η Γεννηματά έχει σοβαρές πιθανότητες να είναι η επόμενη αρχηγός της Κεντροαριστεράς. «Η εμπιστοσύνη στο πρόσωπό μου», αναφέρει, «είναι ισχυρό κίνητρο αλλά και δέσμευση να ξαναδώσουμε στη χώρα ανάσα, στους πολίτες και ιδιαίτερα στη νέα γενιά πραγματική ελπίδα». Στην πραγματικότητα, η Γεννηματά ζητά «καθαρή εντολή» για να υλοποιήσει το σχέδιό της. Να δημιουργήσει «μια μεγάλη παράταξη νίκης» και να συμβάλει σε μια «προοδευτική διακυβέρνηση για τον τόπο». Ο δρόμος δεν είναι εύκολος. Δεν ήταν όμως ούτε όταν εξελέγη πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ το 2015 –τότε που μετά τη διάσπαση το κόμμα βρισκόταν στη χειρότερη στιγμή του. Δεν ήταν ούτε στις εκλογές του Σεπτεμβρίου που κατάφερε να βάλει τη ΔΗΣΥ, την πρώτη ενωτική πρωτοβουλία στον κεντροαριστερό χώρο, με αυξημένο ποσοστό στη Βουλή. Κατά καιρούς, μάλιστα, ο δρόμος έδειχνε αδιάβατος, ειδικά όταν έναν χρόνο μετά οι συζητήσεις για συμπόρευση με το Ποτάμι έπεσαν στο κενό.

Πράγματι, λίγοι ήταν εκείνοι που πίστεψαν αταλάντευτα ότι ο νέος φορέας είναι όντως εφικτός. Μια εξ αυτών είναι η πολιτικός που προηγείται της κούρσας για την ανάληψη της ηγεσίας του. Η ίδια που μόλις τέσσερις μέρες πριν τη δεύτερη Κυριακή άφησε τα προεκλογικά ζητήματα στους συνεργάτες της, κάθησε στο γραφείο της με τον υπολογιστή, τα γυαλιά και το στιλό της και ασχολήθηκε με το μέγεθος της καταστροφής στη Δυτική Αττική.