Η δήλωση Ντεϊσελμπλούμ για εκλογές το 2019 άναψε φωτιές σε ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, με τους ρόλους να αντιστρέφονται σε σχέση με το 2015 ως προς τα σχόλια για εξωγενείς παρεμβάσεις στο εγχώριο πολιτικό σκηνικό. Στην πραγματικότητα, το μήνυμα του επικεφαλής του Eurogroup δεν αφορά τον χρόνο κατά τον οποίο θα στηθούν οι κάλπες. Πίσω από τις λέξεις μοιάζει να εννοεί πως ελάχιστη σημασία έχει για τους εταίρους μια αλλαγή κυβέρνησης. Διότι, πάλι σε σχέση με το 2015, δεν υπάρχει στον προθάλαμο της εξουσίας η «απειλή» του ΣΥΡΙΖΑ που θα έσκιζε τα Μνημόνια.

Ολα αυτά τελούν εν γνώσει του Μαξίμου. Συνεπώς, το ερώτημα είναι αν ο Αλέξης Τσίπρας εννοεί όσα λέει για εκλογές στο τέλος της τετραετίας. Ολα κρίνονται λοιπόν από την τρίτη αξιολόγηση και την πορεία της. Εάν αυτή «στραβώσει», τότε τίποτα δεν θα πρέπει να αποκλειστεί. Εάν όμως ολοκληρωθεί έως το τέλος του έτους, όπως φιλοδοξεί η κυβέρνηση, ορόσημο είναι το καλοκαίρι και η ολοκλήρωση του προγράμματος.

Η καθαρή έξοδος και η «δεξιά παρένθεση»

Το σενάριο που συζητείται προϋποθέτει «καθαρή» έξοδο τον Αύγουστο του 2018 και «ζύγισμα» των εξελίξεων την ώρα της κατάθεσης του προϋπολογισμού του 2019. Με τα μέτρα της διετίας 2019-2020 κλειδωμένα και συγκεκριμένα τη μείωση συντάξεων και του αφορολογήτου, σημασία έχει πρώτα να βγουν οι αριθμοί, ώστε να αποφευχθεί το ενδεχόμενο πρόσθετων μέτρων, κι έπειτα να εφαρμοστούν τα αντίμετρα. Εάν υπάρξουν ανατροπές, ουδείς μπορεί να αποκλείσει την «απόδραση» της κυβέρνησης όποια στιγμή μετά τον Αύγουστο του 2018. Με την εξέλιξη αυτή κουμπώνει και το σενάριο της… «δεξιάς παρένθεσης» που συζητείται στην Κουμουνδούρου και ορίζει πως ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να διεκδικήσει την επιστροφή του στην εξουσία το 2020, με την προεδρική εκλογή.

Η πιο ψύχραιμη –και αισιόδοξη –προσέγγιση στο Μαξίμου, την οποία προσώρας φαίνεται να συμμερίζεται και ο Πρωθυπουργός, λέει πως η κυβέρνηση θα καταφέρει να αξιοποιήσει το momentum της οικονομίας και με την αρωγή επενδύσεων θα ολοκληρώσει τη θητεία της, προσφέροντας μάλιστα τότε και μικρά ή μεγάλα «δώρα» στους ψηφοφόρους (π.χ. τις φοροελαφρύνσεις που έχει υποσχεθεί ο Αλέξης Τσίπρας εντός του 2019). Ακόμη κι έτσι, πάντως, δύσκολα οι κάλπες θα στηθούν το φθινόπωρο, καθώς η εκδοχή της διπλής κάλπης, μαζί με τις ευρωεκλογές, Μάιο ή Ιούνιο, κερδίζει έδαφος. Το σκεπτικό είναι απλό: πρώτον, στα πρότυπα Σημίτη το 2000, δεν θα θεωρούνται πρόωρες, αφού θα γίνουν μόλις τρεις μήνες νωρίτερα. Δεύτερον, η δεύτερη (ή και τρίτη) κάλπη θα βοηθήσει να εκτονωθεί η δυσαρέσκεια και η φυσιολογική φθορά της κυβέρνησης στην ευρωκάλπη και το αποτέλεσμα να είναι πιο ευνοϊκό για τον ΣΥΡΙΖΑ σε εθνικό επίπεδο.

Ο φόβος (της απώλειας) φυλάει τα έρμα…

Με την εκδοχή αυτή φαίνεται πως συμφωνούν αυτή τη στιγμή και οι περισσότεροι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίοι μοιάζουν να πείθονται από όσα λέει το Μαξίμου για αξιολόγηση-εξπρές και πορεία προς το… ξέφωτο, με το επιχείρημα πως «αντέξαμε τόσα χρόνια, τώρα απομένουν μόνο λίγοι μήνες». Οι βαθύτεροι λόγοι όμως είναι καθαρά ιδιοτελείς: σχεδόν οι μισοί από αυτούς –εφόσον επιβεβαιωθούν οι δημοσκοπήσεις –θα χάσουν την έδρα τους. Αυτός είναι και ο λόγος που δημοσίως η λέξη «εκλογές» μοιάζει απαγορευμένη.

Υπάρχουν, ωστόσο, και εκείνοι που εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η κυβέρνηση δεν πρέπει να αναλάβει την ιδιοκτησία του προγράμματος και εφόσον οι δανειστές φέρουν νέα προσκόμματα στη διαπραγμάτευση και ο λογαριασμός δεν βγαίνει, να κάνει η κυβέρνηση ηρωική έξοδο. Την άποψη αυτή φαίνεται να υποστηρίζουν στελέχη όπως οι Πάνος Σκουρλέτης, Νίκος Φίλης, Στέλιος Κούλογλου και μικρομεσαία στελέχη της ομάδας των 53 –όχι όμως και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος.

Σημαντική παράμετρο για την κατανόηση του κλίματος στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ συνιστά η ψυχολογία των βουλευτών της επαρχίας. Εκείνοι ήταν που «βομβάρδισαν» τον Γιώργο Χουλιαράκη στη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε για το προσχέδιο του προϋπολογισμού, θέτοντας το ζήτημα της εξειδίκευσης του κοινωνικού μερίσματος, της μονιμοποίησής του, αλλά και της επανεξέτασης των περικοπών στα επιδόματα, με τους βουλευτές της Βόρειας Ελλάδας να αντιτάσσονται στην περικοπή του επιδόματος θέρμανσης. Αυτό που λένε είναι απλό: η κυβέρνηση –σε αντίθεση με την αντιπολίτευση που τάζει –πρέπει να δώσει και εκείνοι πρέπει να έχουν κάτι να πουν στον κόσμο τους, μολονότι είναι άκρως αντιφατικό πως τα μέτρα αυτά ψηφίστηκαν από τους ίδιους.

Ανασχηματισμός προ των πυλών

Ανεξαρτήτως του χρόνου εκλογών, πάντως, όλα δείχνουν ότι ο ανασχηματισμός είναι κοντά, με συνομιλητές του Πρωθυπουργού να τον τοποθετούν μετά το πέρας της τρίτης αξιολόγησης, δηλαδή στα τέλη του έτους –εφόσον τηρηθούν τα χρονοδιαγράμματα. Σε κάθε περίπτωση, ο ανασχηματισμός θα είναι εκλογικός: ο Πρωθυπουργός θα αναδιατάξει δηλαδή τις δυνάμεις για την τελική αντεπίθεση πριν από την κάλπη, επιχειρώντας παράλληλα να κρατήσει τις εσωτερικές ισορροπίες σε κυβέρνηση και ΣΥΡΙΖΑ, καθώς οι εντάσεις πυκνώνουν την εμφάνισή τους. Τελευταίο κρούσμα η αποχώρηση της Σοσιαλιστικής Τάσης και του Κώστα Χρυσόγονου, ενώ διάχυτη είναι πλέον η δυσαρέσκεια για τη στάση των ΑΝΕΛ και προσωπικά για την εικόνα του Πάνου Καμμένου.

Στο Μαξίμου δείχνουν, άλλωστε, να έχουν κατανοήσει πως ακόμη κι αν Τσίπρας – Καμμένος «το πάνε μέχρι τέλους», όπως αρέσκονται να λένε, ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να αναζητήσει νέες συμμαχίες στον πολιτικό χάρτη που αναδιατάσσεται. Επιπλέον, τα ποιοτικά στοιχεία των δημοσκοπήσεων ορίζουν πως το κρίσιμο στοιχείο για τη μάζα των αναποφάσιστων είναι εάν ο Αλέξης Τσίπρας θα κατορθώσει να πείσει το εκλογικό σώμα για «καθαρή» έξοδο από τα Μνημόνια το καλοκαίρι του 2018. Με τη συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ να ξεπερνά σήμερα οριακά το 50%, η εικόνα μοιάζει με σκύλο που κυνηγάει την ουρά του. Αντικειμενικός στόχος για την Κουμουνδούρου είναι να μην εκτοπιστεί από τη δεύτερη θέση από τον νέο φορέα της Κεντροαριστεράς και ταυτόχρονα να μη βγαίνουν τα «κουκιά» για τη ΝΔ για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Γιατί; Διότι σε περίπτωση επαναληπτικών εκλογών θα εφαρμοστεί η απλή αναλογική, η οποία προϋποθέτει για τον σχηματισμό κυβέρνησης τη συμμετοχή του δεύτερου κόμματος.