Οι αγορές παραμένουν επιφυλακτικές. Σίγουρα δεν πανηγυρίζουν. Ανάσαναν με τη σχεδιαζόμενη εκταμίευση της δόσης, αλλά οι αναλυτές δεν σταματούν να επισημαίνουν αυτό το οποίο μόνο η κυβέρνηση αρνείται να αναγνωρίσει: το τενεκεδάκι του χρέους οι υπουργοί της ευρωζώνης το κλώτσησαν και πάλι παραπέρα και αν δεν επιβεβαιωθεί ένας κυβερνητικός οργασμός μεταρρυθμίσεων τους επόμενους μήνες, τότε όχι μόνο έξοδος στις αγορές δεν φαίνεται, αλλά η απειλή ενός ακόμα Μνημονίου προβάλλει στον ορίζοντα.

Ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ, σε συνέντευξή του χθες στην ΕΡΤ, δεν μάσησε τα λόγια του. Κάρφωσε υπουργούς οι οποίοι πάνε κόντρα στις κυβερνητικές αποφάσεις για μεταρρυθμίσεις και αποκρατικοποιήσεις, πλέκοντας εγκώμιο στον Ευκλείδη Τσακαλώτο για τα επίπεδα συνεργασίας των δανειστών μαζί του.

«Δουλεύουμε πολύ καλά με τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο, κάποιοι άλλοι υπουργοί της κυβέρνησης όμως ορισμένες φορές αμφισβητούν μέτρα τα οποία έχουν συμφωνηθεί, συγκεκριμένες αποκρατικοποιήσεις και αυτό στέλνει ένα μήνυμα στις αγορές και ευρύτερα στο ευρωπαϊκό κοινό» σημείωσε.

Για πολλοστή φορά, άλλωστε, εκτίμησε ότι «αν το πρόγραμμα συνεχιστεί με επιτυχία όπως έχει συμφωνηθεί, αργότερα εντός του έτους ή τον επόμενο χρόνο, είναι πιθανό η Ελλάδα να επιστρέψει στις αγορές».

Η ετυμηγορία των αγορών

Στην προσδοκία αυτή καθοριστικό ρόλο παίζει η «ιδιοκτησία του προγράμματος», μέτωπο στο οποίο έρχεται ένα καυτό φθινόπωρο με την τρίτη αξιολόγηση του προγράμματος προ των πυλών, με ατζέντα πολιτικά δύσκολων μεταρρυθμίσεων στις αγορές, ενδεχομένως και στο Δημόσιο και με απαιτήσεις αποκρατικοποιήσεων στην πράξη και όχι στα χαρτιά.

Αυτές, θα επιμείνουν οι δανειστές, είναι το διαβατήριο για την έξοδο στις αγορές, ενώ οι αγορές έχουν βγάλει την ετυμηγορία τους για τις πρόσφατες αποφάσεις του Eurogroup.

Η ετυμηγορία αποτυπώνεται στο ύψος των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων, το οποίο επί του παρόντος παραμένει απαγορευτικό ακόμα και για τη σκέψη δοκιμαστικής εξόδου στις αγορές χωρίς την ομπρέλα του QE, την οποία τόσο διαφήμισε η κυβέρνηση σαν να την είχε εξασφαλίσει, αλλά τώρα δυστυχώς φαίνεται πως θα αναγκαστεί να πορευτεί για μήνες χωρίς αυτή.

Στα δεκαετή ομόλογα, η διαφορά απόδοσης ανάμεσα στους ελληνικούς τίτλους και τους γερμανικούς, το λεγόμενο spread, από 559 μονάδες βάσης την περασμένη Πέμπτη, πριν από τη συνεδρίαση του Eurogroup, χθες το απόγευμα διαμορφωνόταν πέριξ των 554 μονάδων. Πρακτικά, οι αγορές δεν βλέπουν επί του παρόντος κάτι διαφορετικό στο θέμα του ελληνικού χρέους παρότι η αποκλιμάκωση των αποδόσεων στους διετείς τίτλους αποτυπώνει, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, αυτή τη βραχυχρόνια ανάσα εξαιτίας της εκταμίευσης της δόσης. Στα διετή ομόλογα οι διαφορές αποδόσεων με τα γερμανικά, από 566 μονάδες βάσης την περασμένη Πέμπτη, βρίσκονταν χθες στις 475,92.

Η ανάλυση της γαλλικής Societe Generale χαρακτηρίζει με τρεις λέξεις τη συμφωνία που επετεύχθη στο Eurogroup: «Pretend and extend» (Προσποιήσου και παράτεινε). Οι «Financial Times» έγραψαν ότι το κάτι είναι καλύτερο από το τίποτα για την Ελλάδα, τονίζοντας πως «ενώ η ευρωζώνη κατά κύριο λόγο έχει ξαναπετάξει το τενεκεδάκι παρακάτω, ακόμα και μια μικρή πρόοδος είναι καλύτερη από καθόλου».

Σχεδόν ευθυγραμμισμένοι οι αναλυτές ανά τον κόσμο επισημαίνουν ότι το θέμα του χρέους προφανώς δεν λύθηκε, ο καθαρός ορίζοντας δεν δόθηκε, αλλά η εκταμίευση της δόσης και επομένως η εξάλειψη του κινδύνου ατυχήματος τον Ιούλιο είναι σημαντικές παράμετροι της συμφωνίας.

Τα σενάρια της επόμενης ημέρας

Το ερώτημα είναι τι θα γίνει στη συνέχεια. Μετά τη δόση, μετά την ολοκλήρωση –ας υποθέσουμε ανέφελα και εγκαίρως –της τρίτης αξιολόγησης, το καλοκαίρι του 2018 όταν το τρίτο Μνημόνιο με τον ESM θεωρητικά λήγει.

Κατά την εκτίμηση της Societe Generale, τα ενδεχόμενα είναι δύο: είτε η Ελλάδα ανακτά πρόσβαση στις αγορές είτε χρειάζεται νέο πρόγραμμα. Ευτυχώς, δεν υπάρχει τρίτο σενάριο.

Σύμφωνα με τη γαλλική τράπεζα, δεδομένης της συμφωνίας στο Eurogroup αλλά και του υψηλού ρίσκο εκτέλεσής της, η πιθανότητα του πρώτου σεναρίου δείχνει χαμηλή. Κυρίως, γιατί οι συμμετέχοντες στην αγορά θα περιμένουν λεπτομερή μέτρα για την αναδιάρθρωση του χρέους, τα οποία θα αποφασιστούν από το Eurogroup την επόμενη χρονιά. «Ενα τέταρτο πρόγραμμα, θα πρέπει εντέλει να συζητηθεί» αναφέρεται.

Επιφυλακτική εμφανίζεται και η BNP Paribas. Η αναβολή μιας συμφωνίας για την ελάφρυνση του χρέους επιβαρύνει τον στόχο επιστροφής στις αγορές, τονίζει, «όχι μόνο επειδή συντηρεί την αβεβαιότητα για τις μελλοντικές χρηματοδοτικές ανάγκες της ελληνικής κυβέρνησης, αλλά επειδή δείχνει και ότι οι Ευρωπαίοι δεν έχουν έρθει ακόμα σε συμβιβασμό για ένα κοινό μεσομακροπρόθεσμο οικονομικό και δημοσιονομικό σενάριο για την Ελλάδα, στο οποίο θα μπορούσαν να βασιστούν οι επενδυτές για να λάβουν τις αποφάσεις τους».

Η παραδοσιακά πιο απαισιόδοξη Citi σημειώνει ότι η συμφωνία του Eurogroup δεν είναι η καλύτερη που θα μπορούσε να επιτευχθεί για την ελληνική κυβέρνηση, καθώς «δεν εξασφαλίζονται οι στόχοι της συμμετοχής της Ελλάδας στο QE και της εξόδου στις αγορές».