Το 2016 δεν σηκώσαμε κεφάλι. Μπήκαμε πιο βαθιά στο τούνελ των φόρων όπως αποδεικνύει η έκθεση του ΟΟΣΑ, η οποία δίνει την πρώτη θέση στην Ελλάδα όσον αφορά την αύξηση των επιβαρύνσεων των μισθωτών μόνο για φόρο εισοδήματος και ασφαλιστικές εισφορές. Αν έμπαιναν και οι έμμεσοι φόροι στο κάδρο, μάλλον θα είχαμε σπάσει τα κοντέρ.
Τέσσερα στα δέκα ευρώ εισοδήματος του μέσου μισθωτού χωρίς παιδιά στην Ελλάδα, πέρυσι, δεν πέρασαν ποτέ από το πορτοφόλι του. Πήγαν απευθείας για την κάλυψη φόρου εισοδήματος, ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης και ασφαλιστικών εισφορών. Η λεγόμενη φορολογική σφήνα των άμεσων φόρων και των ασφαλιστικών εισφορών άγγιξε το 40,2% στη χώρα μας, έναντι 36% σε μέσα επίπεδα στις χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ.
Αυτό συνέβη το 2016, πριν από την επιδρομή του νόμου Κατρούγκαλου στα πορτοφόλια των εργαζομένων με εξοντωτικές ασφαλιστικές εισφορές και πολύ πριν από τη νέα μείωση του αφορολόγητου ορίου, την οποία προσυπέγραψε η κυβέρνηση στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης για τη δεύτερη αξιολόγηση του Μνημονίου.
Τα επόμενα χρόνια ο εφιάλτης των φόρων θα είναι ακόμα χειρότερος, ροκανίζοντας τις όποιες προοπτικές θα είχαν η οικονομία και η κοινωνία να σταθούν στα πόδια τους δρέποντας τους καρπούς της ανάπτυξης.

Το αφορολόγητο βαδίζει ολοταχώς για μείωση κατά 3.000 ευρώ, από τα 8.636 ευρώ για τον μισθωτό, τον συνταξιούχο και τον αγρότη χωρίς παιδιά, στα 5.636 ευρώ με πρώτο συντελεστή στο 22%, εκτός αν ενεργοποιηθούν τα αντίμετρα του 2020 χαμηλώνοντας οριακά τον συντελεστή στο 20%. Ακόμα και σε αυτό το ενδεχόμενο, όμως, οι διαφορές είναι αμελητέες. Αντί για 5.600 ευρώ, το αφορολόγητο θα πάει λίγο πάνω από τα 6.000 ευρώ. Το 2020, σε όρους φορολογικής επιβάρυνσης θα είμαστε ακόμα χειρότερα, ενώ ο κίνδυνος η νέα μείωση του αφορολογήτου να έρθει μια χρονιά νωρίτερα, το 2019 όταν θα κόβονται και πάλι οι συντάξεις, δεν μπορεί να αποκλειστεί.

ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΕΣ.Η αύξηση των επιβαρύνσεων κατά 1,06% το 2016 στην Ελλάδα, όχι μόνο κατατάσσει τη χώρα μας στην πρώτη γραμμή των χωρών-μελών του ΟΟΣΑ με τις μεγαλύτερες νέες επιβαρύνσεις από χρονιά σε χρονιά, αλλά αναδεικνύει και μια τεράστια μεταβολή.

Η Ελλάδα δεν ήταν προφανώς η μόνη χώρα όπου οι επιβαρύνσεις αυξήθηκαν πέρυσι. Από τις 35 χώρες-μέλη του ΟΟΣΑ, στις 20 οι εργαζόμενοι είδαν το εισόδημά τους να συρρικνώνεται υπό το βάρος αυξημένων φόρων εισοδήματος ή (και) ασφαλιστικών εισφορών. Οι μεταβολές όμως ήταν οριακές (0,57% το ανώτερο στο Ισραήλ, με τη μέση επιβάρυνση στο 22,1%, όταν οι μειώσεις έφτασαν έως και το 2,47% στην Αυστρία).
Αν επιχειρήσουμε να τρυπώσουμε στα πορτοφόλια των εργαζομένων στις χώρες του ΟΟΣΑ, με τη βοήθεια συγκριτικής μελέτης η οποία ενσωματώνεται στην έκθεση, τα ευρήματα είναι αποκαρδιωτικά.
Καταγράφοντας διάφορους τύπους νοικοκυριών, με παιδιά ή χωρίς και με εισοδήματα στον μέσο όρο ή και χαμηλότερα (για παράδειγμα στο 67% του μέσου όρου) με προσαρμογή αποτύπωσης σε μονάδες αγοραστικής δύναμης και σε δολάρια για λόγους συγκρισιμότητας, διαπιστώνουμε ότι ένας μισθωτός χωρίς παιδιά στην Ελλάδα με μεικτό εισόδημα 22.093 δολάρια έχασε πέρυσι από χέρι 4.461 δολάρια μόνο για φόρο εισοδήματος και ασφαλιστικές εισφορές.
Η επιβάρυνση είναι 20% και προφανώς δεν μπορεί να θεωρηθεί υψηλή. Δεν έχει υπολογιστεί όμως τίποτε άλλο. Ούτε ο ΦΠΑ με συντελεστή 24% ούτε ο ΕΝΦΙΑ ούτε οι αυξημένοι ειδικοί φόροι κατανάλωσης από τα τσιγάρα, τον καφέ, την μπίρα και το κρασί μέχρι τα τέλη για τηλέφωνο, Ιντερνετ και τηλεόραση. Στην Ελλάδα σήμερα ό,τι κινείται –υπό την έννοια της κατανάλωσης –υπερφορολογείται και είναι και αυτή μια παράμετρος του υπερπλεονάσματος που εμφάνισε το 2016 ο προϋπολογισμός. Το πληρώσαμε χρυσάφι.
Το ίδιο νοικοκυριό στην Ισπανία είχε παρεμφερή επιβάρυνση άμεσων φόρων και ασφαλιστικών εισφορών με την Ελλάδα, στα 4.526 δολάρια. Το μεικτό εισόδημά του όμως ήταν σχεδόν 5.000 δολάρια υψηλότερο και η φορολογική σφήνα ήταν 18,1%.

Αν η σύγκριση γίνει με τους πλούσιους του Βορρά, οι φορολογικές σφήνες είναι πολλαπλάσιες. Υπάρχει όμως και κοινωνικό κράτος, το οποίο στην Ελλάδα ακόμα αποτελεί όραμα.