Στην επόμενη φάση της συμφωνίας που εκτός από μέτρα και αντίμετρα αφορά πρωτογενή πλεονάσματα και μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος θέλει να περάσει η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να ανοίξει ο δρόμος για ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης – QE.
Το Μαξίμου εξακολουθεί να θέτει ως πρωταρχικό στόχο το QE και πιστεύει ότι εφόσον η συνολική συμφωνία ολοκληρωθεί μέχρι το Eurogroup της 20ής Μαρτίου, πλέον, υπάρχει η πιθανότητα έγκαιρης ένταξης της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση με δεδομένο ότι στις 24 Μαρτίου θα συνεδριάσει εκ νέου το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ. Αρα μπορεί κανείς να εικάσει ότι τα γεγονότα δύσκολα θα προλάβουν το αμέσως προηγούμενο συμβούλιο στις 9 Μαρτίου. Πάντως κυβερνητικές πηγές σχολίαζαν χθες πως η καθυστέρηση στις διαβουλεύσεις δεν προκάλεσε αδιέξοδο, αντιθέτως βοήθησε την πολιτική διαπραγμάτευση και οδήγησε σε λύση. Οι ίδιες πηγές θύμιζαν πως στο Eurogroup του Ιανουαρίου οι δανειστές εμφανίστηκαν όλοι απέναντι στην ελληνική πλευρά, κάτι που δεν επαναλήφθηκε στην τελευταία συνεδρίαση.
Η κυβέρνηση απέφυγε να δώσει χθες τεχνικές λεπτομέρειες για την «κατ’ αρχήν συμφωνία» που κλείστηκε τη Δευτέρα στο Eurogroup και επέμεινε στο επικοινωνιακό μότο «για κάθε ευρώ επιβάρυνσης θα υπάρχει κι ένα ευρώ ελάφρυνσης». Σ’ αυτό άλλωστε στηρίζεται και η επιχειρηματολογία της κυβέρνησης η οποία προχωρά στην ψήφιση ενός πακέτου μέτρων που ήθελε το ΔΝΤ και θα εφαρμοστούν μετά το 2019, αποδεχόμενη επί της ουσίας το δημοσιονομικό μείγμα του Ταμείου.

Η κυβέρνηση παραδέχεται ότι αναγκάστηκε σε υποχωρήσεις αποδεχόμενη αυτό το μείγμα που αξίωσε το ΔΝΤ το οποίο εκτιμά ότι μόνο αυτά τα μέτρα θα αποδώσουν τους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων ύψους 3,5% που θεωρητικώς θα ισχύσουν για την περίοδο από το 2018 κι έπειτα. Εξ αυτού το ΔΝΤ και οι θεσμοί έκαναν τις δικές τους υποχωρήσεις αποδεχόμενοι το αίτημα της ελληνικής πλευράς να ψηφιστούν ταυτόχρονα «θετικά μέτρα» που θα προκαλέσουν τη δημοσιονομική ισορροπία και θα υποστηρίζουν το αφήγημα «ένα ευρώ παίρνεις – ένα επιστρέφεις». Ως εκ τούτου, η συμφωνία της Δευτέρας αφορά την ψήφιση μέτρων και αντισταθμιστικών που θα εφαρμοστούν από το 2019 και όχι τη νομοθέτηση προληπτικών μέτρων που θα ενεργοποιούνταν μόνο στην περίπτωση μη επίτευξης των στόχων.

«ΠΑΡΑΛΟΓΕΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ». Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος κάλεσε χθες το γερμανικό υπουργείο Οικονομικών να αφήσει πίσω την «παράλογη απαίτηση» για πρωτογενή πλεονάσματα ύψους 3,5% που θα έχουν ισχύ για μία δεκαετία και να υιοθετήσει «εποικοδομητική στάση» ώστε να καταστεί εφικτή μία συμφωνία για τη μεσοπρόθεσμη ελάφρυνση του χρέους.
Η κυβέρνηση δείχνει ότι δεν θέλει καν να σκέφτεται το «κακό» σενάριο, δηλαδή την πιθανότητα να ψηφιστούν όλα τα μέτρα και η συμφωνία για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα και τα πρωτογενή πλεονάσματα να παραμένει στον αέρα. Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που περιέγραψε χθες ο εκπρόσωπός της, πρώτα θα ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση, μετά θα εξειδικευθούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και θα συμφωνηθεί το ύψος των πρωτογενών πλεονασμάτων και ακολούθως θα έρθει η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης από την ΕΚΤ.
Αρμόδιες πηγές δεν επιβεβαιώνουν πληροφορίες που θέλουν ακόμη κι ένα έκτακτο Eurogroup να επικυρώνει την πολιτική συμφωνία αρχές Μαρτίου και παραπέμπει στο προγραμματισμένο για τις 20 Μαρτίου. Αμέσως μετά την Καθαρή Δευτέρα επιστρέφουν στην Αθήνα τα κλιμάκια της τρόικας για να διεκπεραιώσουν το τεχνικό κλείσιμο της αξιολόγησης ενώ σειρά θα πάρει αμέσως μετά η Βουλή όπου θα κατατεθούν προς ψήφιση μέτρα και αντίμετρα.
Δεν είναι τυχαίο ότι η κυβέρνηση πέταξε χθες το γάντι στην αντιπολίτευση καλώντας τα κόμματα να στηρίξουν την προσπάθειά της για την ολοκλήρωση της συμφωνίας με την ψήφο τους. Είναι προφανές ότι το Μαξίμου επιδιώκει να εκθέσει πολιτικά τη Νέα Δημοκρατία σε περίπτωση που εκείνη δεν ψηφίσει, κάτι που έκανε άλλωστε και στην περίπτωση της χορήγησης της έκτακτης, 13ης, σύνταξης προς τους χαμηλοσυνταξιούχους από τις υπεραποδόσεις των εσόδων τον περασμένο Δεκέμβριο.

Χθες ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής Νίκος Παππάς ανέφερε (στον Ant1) πως εφόσον το επιτρέψουν τα έσοδα, η κυβέρνηση θα προσπαθήσει να δώσει και για το 2017 την έκτακτη ενίσχυση στους χαμηλοσυνταξιούχους.