Η μείωση του αφορολογήτου και των συντάξεων, εάν κλείσει η συμφωνία δανειστών – κυβέρνησης, θα έρθουν για να μείνουν. Η ρήτρα ακύρωσης, η οποία βρέθηκε στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης, έχει αντικατασταθεί, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, από ένα fiscal space, όπως το αποκαλούν οι δανειστές, έναν δημοσιονομικό χώρο ο οποίος θα οριοθετείται από την υπέρβαση έναντι των στόχων πρωτογενών πλεονασμάτων μετά το 2018, εντός του οποίου θα μπορούν να λαμβάνονται αναπτυξιακά μέτρα μείωσης φόρων και ενίσχυσης της κοινωνικής συνοχής. Τα «αντίμετρα» αυτά θα είναι κατόπιν συμφωνίας με τους δανειστές. Οπως αναφέρει χαρακτηριστικά ευρωπαϊκή πηγή, «δεν θα μπορούν να κατευθύνονται στον αντιπαραγωγικό τομέα της οικονομίας».
Ο δρόμος για την επίτευξη συμφωνίας δεν έχει κλείσει. Ορισμένες ευρωπαϊκές πηγές, μάλιστα, δεν θα απέκλειαν το ενδεχόμενο οι επικεφαλής του κουαρτέτου να επανέλθουν στην Αθήνα την ερχόμενη εβδομάδα, μετά τη συνεδρίαση του Eurogroup τη Δευτέρα.
Ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος με συνέντευξή του (στον Ant1) διέψευσε ότι υπάρχει τελεσίγραφο 48 ωρών για αποδοχή της προτεινόμενης συμφωνίας από τους δανειστές, σημείωσε ότι «είμαστε σε καλό δρόμο, δεδομένου ότι πολλοί παίκτες θέλουν συμφωνία» και ανέφερε ότι «επιδιώκουμε πολιτική λύση στις 20 Φεβρουαρίου με εξειδίκευση των λεπτομερειών στη συνέχεια». Επανέλαβε δε ότι η συμφωνία θα πρέπει να αφορά το τρίπτυχο «μεταρρυθμίσεις, μεσοπρόθεσμα μέτρα για το χρέος και ύψος πλεονασμάτων».
Η συμφωνία προϋποθέτει την αποδοχή από την πλευρά της κυβέρνησης ενός πακέτου πρόσθετων μέτρων κοντά στο 2% του ΑΕΠ ή 3,6 δισ. ευρώ, τα οποία κατά τις πληροφορίες θα πρέπει να ψηφιστούν τώρα και να εφαρμοστούν το 2019, χωρίς τη δυνατότητα ακύρωσης.

Οι απαιτήσεις των δανειστών για τα μέτρα τα οποία θα πρέπει να ψηφιστούν τώρα είναι ενιαίες. Το ύψος τους, όπως προκύπτει και από τη χθεσινή έκθεση της Κομισιόν, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει οριστικοποιηθεί.

ΔΝΤ ΚΑΙ ΚΟΜΙΣΙΟΝ. Στην έκθεση φθινοπωρινών προβλέψεων, η Κομισιόν κρατά σαφείς αποστάσεις από τις εκτιμήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και ο αντιπρόεδρος Βάλντις Ντομπρόβσκις κάλεσε επί της ουσίας το Ταμείο να αναθεωρήσει τις προβλέψεις του με βάση τα στοιχεία.
Νωρίτερα, ο κοινοτικός επίτροπος Πιερ Μοσκοβισί, ο οποίος θα βρίσκεται αύριο στην Αθήνα και θα έχει συναντήσεις τόσο με τον Πρωθυπουργό όσο και με τον υπουργό Οικονομικών, εξέφρασε την ελπίδα για «καλές εξελίξεις» στο Eurogroup της ερχόμενης εβδομάδας, σημειώνοντας ότι « δουλεύουμε εντατικά για να κλείσουμε τη δεύτερη αξιολόγηση, αλλά πρέπει να το κάνουμε αυτό στη βάση των σωστών στοιχείων».

Η επικεφαλής του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, πάντως, με συνέντευξή της (στο Reuters) διεμήνυσε ότι «το Ταμείο δεν μπορεί να δεχθεί συμβιβασμούς όσον αφορά τις αρχές του και να κλείσει μια ειδική συμφωνία για τη χώρα», σημειώνοντας παράλληλα ότι «μια μείωση του βάρους του χρέους μπορεί να επιτευχθεί χωρίς ένα κούρεμα στα δάνεια των διεθνών πιστωτών».

ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΚΑΙ ΑΠΟΚΛΙΣΕΙΣ. Η Κομισιόν συμμερίζεται την εκτίμηση του υπουργείου Οικονομικών περί υπεραπόδοσης στον δημοσιονομικό στόχο του 2016 (εκτιμά ότι το πρωτογενές πλεόνασμα πέρυσι ήταν 2% του ΑΕΠ έναντι 0,9% του ΑΕΠ του ΔΝΤ), σημειώνοντας μάλιστα ότι είναι πιθανό να επιτευχθεί χωρίς νέα μέτρα και ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018 (1,5% λέει το ΔΝΤ). Παρ’ όλα αυτά, ζητά πρόσθετα μέτρα στη γραμμή του ΔΝΤ εξαιτίας κινδύνων, κυρίως αναφορικά με τη δημοσιονομική αποτελεσματικότητα της τελευταίας μεταρρύθμισης στο Ασφαλιστικό και των προβλημάτων εφαρμογής της, αλλά και λόγω των καθυστερήσεων στην ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης.
Την περασμένη Παρασκευή στις Βρυξέλλες οι δανειστές ζήτησαν μείωση αφορολογήτου στα 5.900 ευρώ, κατάργηση της προσωπικής διαφοράς στις συντάξεις, η οποία ισοδυναμεί με μειώσεις των καταβαλλόμενων αποδοχών των συνταξιούχων κατά 30%, και άμεση εφαρμογή του σκληρού πακέτου μέτρων στα εργασιακά με αύξηση των ομαδικών απολύσεων και αλλαγές στον συνδικαλιστικό νόμο.

Η κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει ότι οποιαδήποτε λύση θα πρέπει να οδηγεί στην ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Στο σημείο αυτό, οι τελευταίες πληροφορίες αναφέρουν ότι η πλευρά των δανειστών ενδέχεται να κάνει υπαναχωρήσεις στο μέτωπο των στόχων πλεονασμάτων (μετά το 2020), ενώ στο Eurogroup αναμένεται να αναζητηθούν τα περιθώρια πρόσθετης παρέμβασης στο χρέος.

ΓΕΡΜΑΝΙΚΟ ΦΩΣ. Μια διαφορετική προσέγγιση καταγράφηκε χθες σε επίπεδο δηλώσεων από τη Γερμανία. Χωρίς αναφορές σε ενδεχόμενο Grexit, ο εκπρόσωπος της καγκελαρίου Μέρκελ, ερωτηθείς αν η αποχώρηση της Ελλάδας από την ευρωζώνη αποτελεί επιλογή, απάντησε ότι «η Γερμανία είναι προσηλωμένη στην επιτυχία του ελληνικού προγράμματος διάσωσης», ενώ ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών τόνισε ότι «θέλουμε να διατηρήσουμε την ευρωζώνη ενωμένη, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, και θα στηρίξουμε οτιδήποτε βοηθάει την Ελλάδα». Κατά τον ίδιο, οι συζητήσεις που έγιναν την Παρασκευή με την Ελλάδα «δίνουν την ελπίδα πως η συμφωνία είναι δυνατή».