Της Καρολίνας Παπακώστα

Οι σύντροφοι και οι συντρόφισσες που μαζεύτηκαν στο αναψυκτήριο του δημοτικού άλσους στην Ηλιούπολη, την Τετάρτη, άκουσαν από την πρώτη στιγμή που ανέβηκε στο βήμα ο ομιλητής, Νίκος Παππάς, ότι ο αγώνας που ξεκίνησαν πριν από δυο χρόνια τώρα δικαιώνεται. Ποιος από όλους τους αγώνες; Μα, ο υπέρτατος, κατά της διαπλοκής. Πώς ήρθε η πολυπόθητη δικαίωση; Από την εβδομάδα που μας πέρασε τα αντιπολιτευόμενα ΜΜΕ σιγά – σιγά μειώνονται. Πλέον, λοιπόν, το δόγμα του ΣΥΡΙΖΑ για τα Μέσα Ενημέρωσης αρθρώνεται ευθαρσώς από τα κυβερνητικά στελέχη. Είχαν όμως δώσει δείγματα των προθέσεων τους πολύ νωρίτερα.

Μισές αλήθειες

Το θέμα της εκδήλωσης που διοργάνωσε η τοπική Ηλιούπολης είναι ένα από τα ιδρυτικά, αντισυστημικά αφηγήματα του κόμματος, «ΜΜΕ και Διαπλοκή». Η αλήθεια είναι ότι ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης όμως είπε στο ακροατήριο του τη μισή αλήθεια. Η συγκεκριμένη συριζαϊκή σταυροφορία δεν ξεκίνησε πριν από δυο χρόνια, όταν εγκαταστάθηκαν στο Μαξίμου. Είχε ξεκινήσει από τη στιγμή που το κόμμα του 4% άρχιζε να καβαλά το κύμα της αγανάκτησης.

Το δόγμα και η σταυροφορία

Ποιο ήταν το δόγμα που στήριζε αυτή τη σταυροφορία; Το είχε περιγράψει ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας, πολύ πριν κάτσει στην πρωθυπουργική καρέκλα, τσιτάροντας τον αγαπημένο του Γκράμσι σε μια ομιλία τον Φεβρουάριο του 2013. Τότε που ζητούσε από τους συντρόφους του να κερδίσουν «αυτό που μας θυμίζει πάντα ο Αντόνιο Γκράμσι, τη μάχη της ηγεμονίας. Κάτι πιο αποφασιστικό από τη μάχη των ψήφων και των εκλογών». Και όπως λένε και όσοι έχουν περάσει από την Αριστερά στην ανάγνωση των στελεχών του κόμματος τα Μέσα Ενημέρωσης – και ειδικά η τηλεόραση – «ελέγχουν συνειδήσεις», άρα πρέπει να ελεγχθούν προκειμένου να κερδηθούν όχι απλώς οι εκλογές, αλλά η «πραγματική εξουσία». Τι κι αν το πολίτευμα είναι δημοκρατία; Το αποτέλεσμα της κάλπης δεν αρκεί. Γι΄ αυτό και πριν φθάσουν ο Πολάκης και οι συνάδελφοι του ως υπουργοί να μιλούν για «βοθροκάναλα», ρητόρευαν ως βουλευτές για διαπλεκόμενα μίντια. Προτού αρχίσουν να χαρακτηρίζουν τους δημοσιογράφους που δεν συμφωνούσαν με τη δική τους ανάγνωση της πραγματικότητας «θεραπαινίδες της διαπλοκής», τους αποκαλούσαν oncameraκαι onair «γερμανοτσολιάδες».

Αγαπημένα παραδείγματα

Κι αν ο Γκράμσι είναι πολύ θεωρητικός, ο Τσίπρας έχει γίνει και πιο συγκεκριμένος για το πως πίστευε ότι πρέπει να κυβερνήσει. «Εξουσία» έλεγε «δεν είναι μόνο να έχεις το υπουργικό συμβούλιο». Εξουσία ήταν στην ανάλυση του οι τράπεζες και τα ΜΜΕ, το περιλάλητο «τρίγωνο της διαπλοκής». Άρα έπρεπε να κυριαρχήσει και σε αυτά για να καταλάβει την εξουσία. Το αγαπημένο του παράδειγμα για να στηρίξει αυτό το επιχείρημα ήταν η τύχη του Σαλβαδόρ Αλιέντε στη Χιλή. «Μία κυβέρνηση της Αριστεράς για να μπορέσει να αντέξει, πρέπει να συγκρουστεί με την εξουσία την οποία θα έχουν ακόμα στα χέρια τους οι ολιγάρχες του πλούτου, μέσα κι έξω, η διαπλοκή στην Ελλάδα, οι τραπεζίτες στην Ελλάδα» έλεγε ήδη από το 2012, περιγράφοντας ουσιαστικά το πρότζεκτ τηλεοπτικές άδειες που έβαλε σε εφαρμογή από το Μαξίμου. «Ακόμη και αν έχουμε την πλειοψηφία στην κάλπη, θα έχουμε εναντίον μας τις τράπεζες, τα ΜΜΕ…» υποστήριζε σε εκείνη την προεκλογική περίοδο. Στο protagon και στη Λιμπερασιόν.

Πρώτος στόχος οι δημοσιογράφοι

Καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας τους στα έδρανα της αντιπολίτευσης οι του ΣΥΡΙΖΑ έκαναν καμπάνια εναντίον των – κατά τα λεγόμενα τους- «καθεστωτικών» Μέσων. Κατά προτίμηση, βέβαια, από το βήμα των πλατό των καθεστωτικών καναλιών. Το μότο που συνόψιζε τη στάση τους απέναντι στα ΜΜΕ που δεν είναι φιλικά προς εκείνους το είχε εκστομίσει ο Τσίπρας ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης. «Τα κανάλια» είχε πει«δεν παράγουν ενημέρωση, παράγουν προπαγάνδα». Στην Κουμουνδούρου, όπως οι ίδιοι διατυμπάνιζαν σε κάθε ευκαιρία, ανησυχούσαν από τότε για τον πλουραλισμό της ενημέρωσης. Αγωνιούσαν τόσο που είχαν βάλει στον πυρήνα της αντιπολιτευτικής τους ρητορικής τις επιθέσεις κατά του Τύπου, έντυπου και ηλεκτρονικού. Στο στόχαστρο, μάλιστα, δεν ήταν μόνο οι καναλάρχες ή οι εκδότες. Ήταν και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι. Και ειδικά εκείνοι που τους φιλοξενούσαν στα πάνελ των εκπομπών τους. Κάπως έτσι, για να υπερασπιστούν την πολυφωνία, οδηγήθηκαν στην ψήφιση του νόμου Παππά που προέβλεπε στη σημερινή ψηφιακή εποχή ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού πεδίου με τέσσερις μόνο άδειες τηλεοπτικών σταθμών. Αφαιρώντας παράλληλα από την Ανεξάρτητη Αρχή, δηλαδή το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης, την αρμοδιότητα της αδειοδότησης και μεταφέροντας την στα χέρια του αρμόδιου υπουργού. Θα μπορούσε μάλλον εύλογα να υποστηρίξει κάποιος ότι αυτό ήταν μέρος ενός σχεδίου κατάκτησης της περιλάλητης ηγεμονίας. Σύσσωμη, άλλωστε, η φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση τότε είχε καταγγείλει το διαγωνισμό για τις άδειες ως απόπειρα να στηθεί το ΣΥΡΙΖΑ TV.

Προμελετημένη η επίθεση στη ΔΕΘ

Η στιγμή που οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί για τα μίντια έγιναν πια απόλυτα εμφανείς και στον πιο καλόπιστο παρατηρητή ήταν η ΔΕΘ του περασμένου χρόνου. Στην καθιερωμένη συνέντευξη Τύπου ο πρωθυπουργός σήκωσε κάπως τον τόνο της φωνής του. Για να επισημάνει στην ρεπόρτερ που τον ρώτησε για τους εργαζόμενους στα υπάρχοντα κανάλια τα οποία δεν πήραν άδεια στη δημοπρασία των συχνοτήτων,πως για τους άλλους που έμειναν άνεργοι «δεν έκλαψε κανείς». Και συνέχισε: «Δεν είχανε μάνα αυτοί;». «Για τους εργαζόμενους της ΕΡΤ δεν έκλαψε κανείς». «Το τζάμπα πέθανε! Τι να κάνουμε;». Η πρωθυπουργική απάντηση μπορεί να παρουσιάστηκε ως ξέσπασμα. Αν λάβει όμως κανείς υπόψη τι είχε προηγηθεί – και κυρίως τι ακολούθησε – καταλήγει στο συμπέρασμα πως ήταν πιο μελετημένη από ότι φάνηκε.

Το παράδειγμα Τσίπρα και οι… ακόλουθοι

Ο Τσίπρας για μια ακόμη φορά έδινε τον τόνο. Το παράδειγμα του, ειρήσθω εν παρόδω, ακολουθούσαν όχι μόνο τα στελέχη του αλλά και ο κομματικός και φιλοκυβερνητικός Τύπος. Η επιλογή της θεματολογία των εφημερίδων που υποστηρίζουν την κυβέρνηση, οι οποίες αφιέρωναν και αφιερώνουν σελίδες επί σελίδων στα φύλλα τους για να καταγγείλουν τα «συστημικά μίντια», μοιάζει να μην είναι τυχαία. Το ίδιο και ο τρόπος που λειτούργησε η εξεταστική επιτροπή για τα δάνεια των ΜΜΕ. Μπορεί το τελικό πόρισμα της να μην καταλογίζει ευθύνες, ωστόσο οι βουλευτές της συμπολίτευσης που συμετείχαν έστησαν ένα σκηνικό που θύμιζε περισσότερο τηλεοπτικό στούντιο παρά ανακριτική διαδικασία. Σημειολογικά μιλώντας εξάλλου το κρίσιμο ήταν να φανούν στους δέκτες, σε λάιβ σύνδεση, τα πρόσωπα που κλήθηκαν να καταθέσουν.

Αδίστακτοι παρά τις δικαστικές ήττες

Παρά την ήττα που υπέστη η κυβέρνηση με την απόφαση του ΣτΕ σύμφωνα με την οποία ο νόμος Παππά ήταν αντισυνταγματικός, ο εμπνευστής του στην προ ημερών κομματική εκδήλωση συνέχισε στο γνώριμο μοτίβο.«Αυτό το σύστημα» είπε «είχε καθίσει πάνω στην οικονομική και κοινωνική ζωή και απομυζούσε πόρους, ενώ στην καρδιά αυτής της διαδικασίας ήταν η «αεροπειρατεία», η οποία είχε συντελεσθεί σε σχέση με τις τηλεοπτικές συχνότητες. Δεν ήταν μόνο τα οικονομικά οφέλη τα οποία μπορούσαν να απολαμβάνουν όσοι χρησιμοποιούσαν χωρίς άδεια τις τηλεοπτικές συχνότητες αλλά και η επιρροή που μπορούσαν να ασκούν. Στους θεσμούς, στη Δικαιοσύνη, στις Τράπεζες, στην πολιτική». Κοινώς, το ζήτημα δεν ήταν μόνο τα δημόσια ταμεία. Ο πραγματικός λόγος για τον οποίο στο Μαξίμου έχουν καταναλώσει τόσες εργατοώρες για να «ρυθμίσουν» το μιντιακό τοπίο δεν είναι άλλος από την «επιρροή». Κι αν το σχέδιο για την τηλεόραση προς το παρόν απέτυχε, υπάρχουν κι οι εφημερίδες. Παρότι ο πρωθυπουργός δηλώνει δημοσίως πως δεν τις έχει σε υπόληψη, συγχαίροντας όσους δεν τις διαβάζουν με ατάκες τύπου «κάνετε καλά, έχετε την υγειά σας».

Τα εύσημα στην κρατική προπαγάνδα

Οφείλει, ωστόσο, να αναγνωρίσει κανείς πως υπάρχουν και Μέσα – εκτός από τα φίλια έντυπα – που παίρνουν τα εύσημα του ΣΥΡΙΖΑ. Τα κανάλια της Δημόσιας Τηλεόρασης. Όπως το έθεσε και ο καθ’ ύλην αρμόδιος υπουργός η ΝΔ επιτίθεται στην ΕΡΤ «επειδή δεν έχει τη δυνατότητα να αποκρύψει ειδήσεις, ούτε δέχεται παρεμβάσεις, ενώ τα ιδιωτικά μέσα μεροληπτούν». Ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια; Λίγες μέρες πριν οι εκπρόσωποι των δημοσιογράφων του Ραδιομεγάρου ζητούσαν να σταματήσουν επιτέλους οι πολιτικές παρεμβάσεις στη δουλειά τους. «Δεν είναι η πρώτη φορά που σε ανακοίνωσή μας τονίζουμε ότι η ΕΡΤ δεν είναι ιδιοκτησία κανενός. Δυστυχώς όμως, από τα κόμματα εξουσίας -κυρίως- εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται με αυτό τον τρόπο» έγραφε χαρακτηριστικά η ανακοίνωση. Όντως. Και όχι μόνο η ΕΡΤ. Γι’ αυτό, όπως θα έλεγε κι ο Έντουαρντ Μορόου, «καληνύχτα και καλή τύχη».