Νέα εποχή για τη δημιουργία του τηλεοπτικού σκηνικού δημιουργεί η απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία οριοθετεί ως απόλυτο κυρίαρχο του «παιχνιδιού» το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης (ΕΣΡ) ξηλώνοντας, με βάση το Σύνταγμα, τον νόμο Παππά για τη διαδικασία χορήγησης των αδειών σε τηλεοπτικούς σταθμούς.

Δύο μήνες και δεκαοκτώ ημέρες από το βράδυ της 26ης Οκτωβρίου 2016 που ολοκληρώθηκαν οι επεισοδιακές διασκέψεις του ΣτΕ για το μείζον ζήτημα των τηλεοπτικών αδειών, δημοσιεύθηκε χθες η απόφαση του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, δίνοντας ουσιαστικά το έναυσμα στο ΕΣΡ να αρχίσει τις διαδικασίες που θα καθορίσουν τη νέα τάξη πραγμάτων στο τηλεοπτικό πεδίο στη χώρα μας.

Ηταν λίγο πριν από τις 10 χθες το πρωί όταν οι ανώτατοι δικαστές υπό τον πρόεδρο του ΣτΕ Νίκο Σακελλαρίου ανέβηκαν στην έδρα ανακοινώνοντας, όπως ορίζει ο νόμος, την πολυαναμενόμενη απόφασή τους, η οποία αναμφισβήτητα έχει και πολιτικές προεκτάσεις.

Από τη λιτή δημοσιοποίηση του «διά ταύτα» της απόφασης του ΣτΕ καθίσταται σαφές ότι, με βάση την πλειοψηφία των ανώτατων δικαστών, ο πολιτογραφημένος ως νόμος Παππά είχε περάσει πλέον στην Ιστορία. Γεγονός που, όπως εκτιμάται, ανοίγει τον δρόμο στους υπερθεματιστές των τηλεοπτικών αδειών να ζητήσουν πίσω τα χρήματα που έχουν ήδη πληρώσει.

ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ. Οι δικαστικοί λειτουργοί με γνώμονα το Σύνταγμα και τον ρόλο που ο νομοθέτης επιφύλαξε στις ανεξάρτητες Αρχές κατέληξαν στο συμπέρασμα πως κυρίαρχο ρόλο για τους όρους και τις προϋποθέσεις του νέου τηλεοπτικού τοπίου έχουν τα μέλη του ΕΣΡ. Σύμφωνα με την άποψη της πλειοψηφίας μάλιστα, ακόμα και το γεγονός ότι δεν είχε καταφέρει να συσταθεί και να λειτουργήσει το συγκεκριμένο όργανο το επίμαχο χρονικό διάστημα, δεν σήμαινε πως το κενό μπορούσε να αναπληρωθεί με συνταγματική υπέρβαση μεταθέτοντας την αρμοδιότητα σε οποιοδήποτε άλλο όργανο. Οπως εύστοχα παρατηρούσαν νομικές πηγές, στην ουσία το ΣτΕ ήρθε με την απόφασή του να καταγράψει το αυτονόητο ακόμα και για πρωτοετή φοιτητή της Νομικής, πως «μία ενδεχόμενη παραβίαση του Συντάγματος δεν μπορεί να… θεραπευτεί με μία άλλη συνταγματική παραβίαση, γιατί τέτοιου είδους επιλογές όχι μόνο δεν λύνουν το πρόβλημα, αλλά δημιουργούν περαιτέρω επιπλοκές δικαστικής και πολιτικής φύσεως, όπως φάνηκε και στην υπόθεση της χορήγησης των τηλεοπτικών αδειών».

Κατά την απόφαση του ΣτΕ, στο άρθρο 15 του Συντάγματος «προβλέπεται η αποκλειστική αρμοδιότητα του ΕΣΡ για έλεγχο και επιβολή κυρώσεων στους τηλεοπτικούς σταθμούς. Δεν δύναται όμως να συναχθεί ότι η αρμοδιότητα του ΕΣΡ εξαντλείται κατά το Σύνταγμα στην έκδοση μόνο ατομικών διοικητικών πράξεων, ή επιβολής κυρώσεως στους σταθμούς, αλλά σύμφωνα με το Σύνταγμα είναι φορέας άμεσου ελέγχου των τηλεοπτικών σταθμών και στο προγενέστερο της ενάρξεως λειτουργίας αυτών στάδιο, δηλαδή στο στάδιο της χορήγησης των αδειών. Αρα, στις αρμοδιότητες του ΕΣΡ περιλαμβάνεται και η όλη διαδικασία, η οποία θα καταλήξει στη χορήγηση της άδειας».

Ιδιαίτερο κεφάλαιο αφιερώνουν οι δικαστές στις αρμοδιότητες του ΕΣΡ και στην αναγκαιότητα της σύστασης και της λειτουργίας του, που δεν μπορεί να ξεπεραστεί με τη μετάθεση αρμοδιοτήτων σε όργανο ξένο προς το Σύνταγμα επισημαίνοντας στο σχετικό απόσπασμα ότι: «Από το γεγονός ότι ο αναθεωρητικός νομοθέτης δεν προέβλεψε επικουρικό μηχανισμό για την επιλογή των μελών των Ανεξάρτητων Αρχών δεν μπορεί να συναχθεί ότι το Σύνταγμα ανέχεται, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία των 4/5 στη Διάσκεψη των Προέδρων, οι αρμοδιότητες οι οποίες κατά το Σύνταγμα πρέπει να ασκούνται από Ανεξάρτητη Αρχή, να μεταβιβαστούν από τον κοινό νομοθέτη σε άλλα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Διαφορετικά, εμμέσως το Σύνταγμα παραβιάζεται. Δεν μπορεί όμως σε καμία περίπτωση η εκ πλαγίου παραβίαση του Συντάγματος να θεραπευθεί με άλλη ευθεία πλέον παραβίασή του, τέτοια δε παραβίαση θα συνιστούσε η πλήρης παράκαμψη αρμόδιας Ανεξάρτητης Αρχής που προβλέπεται ρητώς από το Σύνταγμα. Συνεπώς, έως ότου συγκροτηθεί Ανεξάρτητη Αρχή (ΕΣΡ) οι αρμοδιότητες αυτής δεν μπορεί να ασκηθούν από άλλα όργανα, ακόμη και όταν η άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών επιβάλλεται για την επίτευξη σκοπών, στη θεραπεία των οποίων αποβλέπουν άλλες συνταγματικές διατάξεις. Το γεγονός ότι έχουν ενδεχομένως αναληφθεί από το ελληνικό κράτος διεθνείς υποχρεώσεις δεν απαλλάσσει τον νομοθέτη ή την εκτελεστική εξουσία κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της από την υποχρέωση τήρησης των συνταγματικών διατάξεων όπως είναι οι Ανεξάρτητες Αρχές».

ΟΙ ΔΥΟ ΑΞΟΝΕΣ. Αποτιμώντας όλα αυτά τα στοιχεία οι ανώτατοι δικαστές καταλήγουν σε δύο βασικούς άξονες, ερμηνεύοντας πάντα τις συνταγματικές επιταγές:

«1ον. Καθίσταται υποχρεωτική η σύμπραξη του ΕΣΡ στην άσκηση αρμοδιοτήτων, με τις οποίες σε συνεργασία ενδεχομένως και με άλλες Ανεξάρτητες Αρχές, όπου αυτό απαιτείται λόγω της τεχνικής φύσεως των τιθέμενων ζητημάτων, καθορίζονται οι όροι λειτουργίας και αδειοδοτήσεων μεταξύ άλλων και των τηλεοπτικών σταθμών.

2ον. Σε περίπτωση επιλογής του συστήματος της κατόπιν διαγωνισμού χορηγήσεως των αδειών λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών, καθίσταται υποχρεωτική η διενέργεια αποκλειστικώς από το ΕΣΡ της σχετικής διαγωνιστικής διαδικασίας».

Ως προς το έννομο συμφέρον των καναλιών να προσφύγουν στο ΣτΕ ώστε να ακυρωθούν οι διοικητικές πράξεις, η Ολομέλεια αναφέρει ότι είχαν τέτοιου είδους συμφέρον για να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη και να ζητήσουν την παροχή δικαστικής προστασίας. Αντίθετα, κατά την άποψη της μειοψηφίας, οι τηλεοπτικοί σταθμοί στερούνται εννόμου συμφέροντος «γιατί κατά τον χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης και της κατάθεσης της προσφυγής τα τηλεοπτικά κανάλια δεν λειτουργούσαν νομίμως, όπως αβασίμως ισχυρίζονται».