Οκτώ ώρες διήρκεσε το συμβούλιο πολιτικών αρχηγών, στο επίκεντρο του οποίου βρέθηκε το μείζον θέμα του προσφυγικού εν όψει της Συνόδου Κορυφής της Δευτέρας. Οι πολιτικοί αρχηγοί, πλην Δημήτρη Κουτσούμπα και Βασίλη Λεβέντη, κατέληξαν σε κοινό ανακοινωθέν σε μια μίνιμουμ κοινή γραμμή.

Αργά το βράδυ της Παρασκευής, η κυβέρνηση εξέφρασε την ικανοποίησή της «για το γεγονός ότι το Συμβούλιο των Πολιτικών Αρχηγών υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κατέληξε σε κοινό ανακοινωθέν στη βάση της εισήγησης του Πρωθυπουργού».

Όπως τονίστηκε στην σχετική ανακοίνωση από το Μαξίμου, «θεωρούμε θετικό ότι εν μέσω μιας πρωτοφανούς προσφυγικής κρίσης που ταλανίζει την Ελλάδα και την Ευρώπη,έξι πολιτικές δυνάμεις παρά τις επί μέρους διαφωνίες τους συμφώνησαν σε μία ενιαία εθνική στρατηγική σε ένα τόσο κρίσιμο θέμα.

Στόχος της Ελλάδας τόσο στην Σύνοδο Ε.Ε.-Τουρκίας όσο και στο Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας-Τουρκίας είναι να ληφθούν οι απαραίτητες αποφάσεις για την αποτελεσματική και ανθρώπινη διαχείριση της προσφυγικής κρίσης, με μείωση των ροών στην Τουρκία, αλληλεγγύη στους πρόσφυγες στην Ελλάδα, δίκαιη κατανομή βαρών και ευθυνών εντός της Ε.Ε., και συνέπειες για όσους δεν τηρούν τις κοινές αποφάσεις».

Στο κοινό ανακοινωθέν, που υπογράφουν ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι και ΑΝΕΛ, αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι οι χώρες που διαφοροποιούνται από τις αποφάσεις της ΕΕ θα βρίσκονται αντιμέτωπες με συνέπειες, ενώ καλείται η Ευρωπαϊκή Ένωση να συγκεκριμενοποιήσει ποιες θα είναι οι συνέπειες αυτές.

Για το θέμα του βέτο, σύμφωνα με όσα δήλωσε εξερχόμενος ο Σταύρος Θεοδωράκης, δεν προκρίνεται ως διαπραγματευτική γραμμή της κυβέρνησης στη Σύνοδο Κορυφής της Δευτέρας, καθώς -όπως είπε- η χώρα δεν θέλει να απομονωθεί, αν και η επιλογή του βέτο είναι πάντα στο τραπέζι. Ο πρωθυπουργός δεν έχει την έγκριση των πολιτικών αρχηγών να το χρησιμοποιήσει, αλλά ούτε και ο ίδιος ο κ. Τσίπρας είναι διατεθειμένος να το ασκήσει, είπε ο κ. Θεοδωράκης.

Η Φώφη Γεννηματά ζήτησε να συμπεριληφθεί στο κοινό ανακοινωθέν η θέση του ΠΑΣΟΚ όλα όσα συμφωνήθηκαν μπορούν να γίνουν μόνο με κυβέρνησης εθνικής συνεννόησης των φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων, κάτι που τελικά δεν έγινε δεκτό.

Το κοινό ανακοινωθέν

«Τα γεγονότα που μεσολάβησαν, ύστερα από την Σύσκεψη των Πολιτικών Αρχηγών της 28ης Νοεμβρίου 2015, όχι μόνον επιβεβαίωσαν αλλά και ενίσχυσαν καταλυτικώς την διαπίστωση πως το Προσφυγικό ζήτημα είναι κοινό -κατ’ ουσίαν υπαρξιακό- όλων των Κρατών-Μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

» I. Στο πλαίσιο τούτο η Ελλάδα:

» Α. Με πνεύμα Ανθρωπισμού και Αλληλεγγύης έναντι των Προσφύγων αλλά και θωρακίζοντας την ασφάλεια του Ελληνικού Λαού, θα σεβασθεί στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της, με τον τρόπο που αυτές καθορίζονται από τις αποφάσεις των αρμόδιων οργάνων της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

» Β. Φυλάσσει και τα εξωτερικά σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Υπ’ αυτό το πνεύμα όχι μόνον συνεργάζεται με την Frontex, αλλά επιζητεί και επιδιώκει την δραστική ενίσχυσή της και την τελική ταχύτατη μετεξέλιξή της σ’ Ευρωπαϊκή Ακτοφυλακή, πάντοτε με σεβασμό της εθνικής της κυριαρχίας ως προς την διασφάλιση των συνόρων της. Και ύστερα από μια τέτοια κατάληξη δηλώνει πρόθυμη να φιλοξενήσει την έδρα της Ευρωπαϊκής Ακτοφυλακής. Περαιτέρω δε συνεργάζεται πλήρως στο πεδίο των συμπεφωνημένων αποστολών του ΝΑΤΟ και υπό τον αυτονόητο όρο ότι και η Τουρκία σέβεται τις δικές της αντίστοιχες υποχρεώσεις.

» Γ. Ενισχύει τις ανοιχτές δομές προσωρινής φιλοξενίας Προσφύγων, παραλλήλως προς την ενίσχυση των προαναχωρησιακών κέντρων παράτυπων μεταναστών.

» II. Η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει:

» Α. Να επιβάλλει σ’ όλα, ανεξαιρέτως, τα Κράτη-Μέλη της τον πλήρη σεβασμό των υποχρεώσεών τους, ως προς τον δίκαιο και αναλογικό επιμερισμό των Προσφύγων, καθιστώντας σαφές ότι μονομερείς ενέργειες δεν είναι επιτρεπτές και ότι όσοι τις επιλέγουν θα έχουν τις ανάλογες συνέπειες. Στο πλαίσιο αυτό, οφείλει επίσης να καταστήσει σαφές προς όλα τα Κράτη-Μέλη ότι οι χώρες πρώτης γραμμής, και ειδικότερα η Ελλάδα, δεν μπορούν ν’ αναλάβουν όλο το βάρος της φιλοξενίας των Προσφύγων που εισέρχονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά μόνο το βάρος που τους αναλογεί με βάση τον πληθυσμό τους. Στο ίδιο πλαίσιο η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να επιταχύνει την εφαρμογή των αποφάσεων για μετεγκατάσταση των Προσφύγων τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Τουρκία.

» Β. Να προωθήσει, το ταχύτερο δυνατόν, προγράμματα επιστροφών παράτυπων μεταναστών, ενεργοποιώντας υφιστάμενες Συμφωνίες Επανεισδοχής και συνάπτοντας νέες.

» Γ. Να προωθήσει την συνεργασία με την Τουρκία, προκειμένου αυτή αφενός ν’ ανακόψει αμέσως τις ροές Προσφύγων προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και, αφετέρου, ν’ αναλάβει, επίσης αμέσως, την ευθύνη δημιουργίας σταθερού και αξιόπιστου μηχανισμού μετακίνησης των προσφύγων από την Τουρκία προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επισημαίνεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να λάβει σοβαρώς υπόψη ότι η Τουρκία δεν έχει εκπληρώσει συγκεκριμένες υποχρεώσεις, τις οποίες ανέλαβε κατά την Σύνοδο Κορυφής της 29ης Νοεμβρίου 2015.

» Δ. Να παράσχει, εγκαίρως, την απαιτούμενη συνδρομή προς την Χώρα μας, κυρίως ως προς την συνεχή οικονομική και υλικοτεχνική της ενίσχυση για την υπό όρους ανθρωπισμού περίθαλψη των Προσφύγων, λαμβάνοντας υπόψη ότι η Ελλάδα υφίσταται, περισσότερο από κάθε άλλο Κράτος-Μέλος, τις επιπτώσεις του Προσφυγικού.

» Ε. Να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο ως προς τον τερματισμό του πολέμου στην Συρία –ο οποίος και αποτελεί την σημαντικότερη αιτία δημιουργίας και διαιώνισης του Προσφυγικού- προκειμένου να διευκολυνθεί έτσι και η κατά το δυνατόν ταχύτερη επιστροφή των Προσφύγων στις εστίες τους.

» III. Η τρέχουσα συγκυρία αποδεικνύει την ανάγκη ν’ αναθεωρηθεί καταλλήλως η Συμφωνία Δουβλίνο ΙΙ, ακόμη κι αν η αναθεώρηση αυτή έχει αρχικώς μεταβατικό χαρακτήρα λόγω επείγοντος, έως ότου προετοιμασθεί πλήρως και ολοκληρωθεί οριστικώς».

» Η Ανακοίνωση της Προεδρίας της Δημοκρατίας εκφράζει τον ελάχιστον κοινό τόπο συμφωνίας των Αρχηγών των Κομμάτων που την αποδέχονται. Τα Κόμματα της Αντιπολίτευσης εξέφρασαν, καθένα με τον δικό του τρόπο, τις επιφυλάξεις τους για τους μέχρι σήμερα χειρισμούς και την αποτελεσματικότητα της Κυβέρνησης, οι οποίες και καταγράφηκαν στα Πρακτικά.

» Στην έκδοση της ανακοίνωσης αυτής δεν συμφώνησαν, για τους λόγους που εξέθεσαν και καταγράφηκαν στα Πρακτικά, ο Γενικός Γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, κ. Δημήτρης Κουτσούμπας και ο Πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων, κ. Βασίλειος Λεβέντης.

Οι δηλώσεις των αρχηγών

Ο υπουργός Εθνικής Αμυνας και πρόεδρος των ΑΝΕΛ Πάνος Καμμένος εξερχόμενος του Μεγάρου Μαξίμου δήλωσε ότι οι πολιτικοί αρχηγοί κατέληξαν σε μία κοινή ανακοίνωση που συνυπογράφουν όλοι πλην του ΚΚΕ και της Ένωσης Κεντρώων.

«Ο πρωθυπουργός θα βρίσκεται τη Δευτέρα στις Βρυξέλλες έχοντας στα χέρια του μία κοινή εθνική γραμμή» είπε ο κ. Καμμένος, σημειώνοντας ότι υπήρξαν και διαφωνίες που αφορούν «σε ευρύτερα κυβερνητικά θέματα».

Ο υπουργός Εθνικής Αμυνας τόνισε επίσης ότι όλοι οι αρχηγοί απέδωσαν τα εύσημα στις Ένοπλες Δυνάμεις, το Λιμενικό και την αστυνομία για τη συνεισφορά τους στην αντιμετώπιση του προσφυγικού ζητήματος.

Είπε ακόμη ότι η κ. Γεννηματά ζήτησε εθνική κυβέρνηση, πράγμα που δεν περιελήφθη τελικώς στο κοινό ανακοινωθέν.

Ο Βασίλης Λεβέντης δήλωσε ότι εξαρχής η Ένωση Κεντρώων ζήτησε να μην κινηθεί το συμβούλιο αρχηγών μόνο γύρω από το προσφυγικό, αλλά να τεθεί και το ζήτημα της οικουμενικής κυβέρνησης που ζητά το κόμμα του.

Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έθεσε το αίτημα του κ. Λεβέντη σε ψηφοφορία και όλα τα κόμματα διαφώνησαν. «Έπειτα από αυτό δήλωσα ότι δεν θα υπογράψω το κοινό ανακοινωθέν και θεωρώ τη συνάντηση φιάσκο» είπε ο κ. Λεβέντης.

Ο ίδιος δήλωσε ότι θα εξηγήσει στη Βουλή τι έγινε μέσα στο Προεδρικό Μέγαρο και στηλίτευσε το γεγονός ότι οι άλλοι αρχηγοί μιλούσαν για «μόνο 28.000 πρόσφυγες λυπούμε» την ώρα που είναι πολλοί περισσότεροι, όπως υποστήριξε.

Ο επικεφαλής του Ποταμιού Σταύρος Θεοδωράκης δήλωσε ότι «μετά κόπων και βασάνων έχουμε επιτέλους μία μίνιμουμ κοινή γραμμή» η οποία αφορά στο εξής τρίπτυχο:

Ο κ. Θεοδωράκης έκανε λόγο για μετατόπιση της κυβέρνησης σε πιο ρεαλιστικές θέσεις και τόνισε ότι ο ίδιος επέμεινε σε υπουργό κοινής αποδοχής «που θα διοικεί το χάος». Η πρότασή του όμως δεν έγινε δεκτή.

Ο κ. Θεοδωράκης συμπλήρωσε ότι πρότεινε πρόσωπο για τη θέση του υπουργού, «παρά το ότι ήμουν έτοιμος», καθότι ο πρωθυπουργός δεν ήταν έτοιμος να συζητήσει.

Τόνισε επίσης ότι με βάση το κοινό ανακοινωθέν οι χώρες που διαφοροποιούνται από την κοινή ευρωπαϊκή γραμμή θα έχουν συνέπειες και καλείται η ΕΕ να συγκεκριμενοποιήσει ποιες θα είναι οι συνέπειες αυτές.

Ο επικεφαλής του Ποταμιού υπογράμμισε ακόμη ότι πάντα υπάρχει η απειλή βέτο, δεν είναι όμως τώρα η ώρα, ούτε έχει την έγκριση των αρχηγών να το χρησιμοποιήσει ο πρωθυπουργός, ούτε θα συνδέσει την οικονομική βοήθεια προς τη χώρα μας με το προσφυγικό.

Η πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Φώφη Γεννηματά τόνισε ότι «δεν δίνουμε λευκή επιταγή» και «η διάθεσή μας για συνεννόηση δεν σημαίνει ανοχή στα λάθη και στην αδράνεια» της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού.

Η κ. Γεννηματά υπογράμμισε ότι η ΕΕ έχει ευθύνες για την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί «αλλά η χώρα μας δεν πρέπει να απομονωθεί».

«Η κυβέρνηση δεν μπορεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση. Χρειάζεται ισχυρή κυβέρνηση εθνικής ενότητας για να αντιμετωπίσει την κατάσταση» κατέληξε.

Ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι στην οκτάωρη συζήτηση η ΝΔ άσκησε δριμύτατη κριτική στην κυβέρνηση και στον πρωθυπουργό, διαπίστωσε όμως ότι «έστω και με καθυστέρηση η κυβέρνηση προσαρμόζεται στο ρεαλισμό».

Ο κ. Μητσοτάκης μίλησε για ένα ελάχιστο πλαίσιο εθνικής στρατηγικής που επιτεύχθηκε στη συνάντηση και πρέπει να προωθηθεί τη Δευτέρα από τον πρωθυπουργό στη Σύνοδο Κορυφής.

Διατύπωσε όμως επιφυλάξεις για το κατά πόσο η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός μπορεί να ανταποκριθεί στις περιστάσεις των καιρώ