Την παραδοχή πως η κυβέρνηση φλέρταρε με πολλές αυταπάτες εξέφρασε σε συνέντευξή του ο πρόεδρος της Βουλής Νίκος Βούτσης. Ταυτόχρονα, έριξε «σπόντες» για τη Ζωή Κωνσταντοπούλου και τον Γιάνη Βαρουφάκη.

«Φλερτάραμε με πολλές αυταπάτες ως απεδείχθησαν, για Κινέζους, για Ρώσους, για Ντράγκι, για το μέτωπο του Νότου που έρχεται αλλά καθυστερημένα», ανέφερε ο κ. Βούτσης στην Καθημερινή.

Κατόπιν ο πρόεδρος της Βουλής «κάρφωσε» την προκάτοχό του, για την οποία αναφέρει ότι ενώ στην αρχή συμφωνούσε έστω και τυπικά με την κυβερνητική γραμμή, μετά το δημοψήφισμα και μέχρι τις εκλογές η στάση της άλλαξε.

«Για 2,5 μήνες γεμάτους η Ζωή έκανε τέρατα και σημεία, είχε απασφαλίσει που λένε… Συνεδριάσεις που κρατούσαν μέχρι το πρωί, bullying, απίστευτα πράγματα που δεν είναι και αυτά γνωστά. Εμείς κάνουμε εκλογές και η Κωνσταντοπούλου μόνη της κάνει Βουλή. Τότε που συγκαλούσε εικοσαμελείς επιτροπές με τρεις ανθρώπων και έκανε συνεντεύξεις Τύπου 5,5 ωρών», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βούτσης.

Μιλώντας για την συνέντευξη του Γιαννη Βαρουφάκη στο ΣΚΑΪ και τα όσα είπε για Plan Χ, ο κ. Βούτσης τόνισε πως «είναι αδιανόητο να μιλάει κανείς όταν τελειώνει την υπουργική του θητεία και είναι σε πολύ κρίσιμες και απόρρητες θέσεις» προσθέτοντας πως «εμείς που ξέραμε πραγματικά γελάμε και κλαίμε. Το κάδρο που παρουσιάζει ο Γιάνης δεν είναι το ακριβές αλλά είναι ελκτικό και είναι σίγουρο ότι ο ίδιος το πιστεύει. Περί αυτού πρόκειται».

Τέλος, κληθείς να σχολιάσει τις διαδηλώσεις και τις αντιδράσεις πολλών επαγγελματικών ομάδων στα νέα μέτρα, σημειώνει ότι «πιεζόμαστε, έχουμε ευθύνες, το συναισθανόμαστε και παρακαλούμε να μην έχουμε ενοχές μετά από ένα ή δύο χρόνια».

Η πρώην πρόεδρος της Βουλής σε μια πολυσέλιδη ανακοίνωση υπό τον τίτλο «Ποιος φοβάται την αλήθεια;» εξαπολύει μύδρους κατά του διαδόχου της Νίκου Βούτση κάνοντας λόγο για «σεξιστικό παραλήρημα» για «ιταμό ύφος» και «ακατάσχετη λασπολογία».

Παράλληλα, διατυπώνει όμως κατηγορίες τόσο κατά του ίδιου του Αλέξη Τσίπρα, όσο και άλλων στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ κάνοντας λόγο για «πλαστογράφους της ιστορίας», για «προμελετημένο έγκλημα σε βάρος του ελληνικού λαού».

Αναφέρει, μεταξύ άλλων, ενδεικτικά:

«Μετά το θριαμβευτικό «ΌΧΙ» του Ελληνικού λαού, έκανα και πάλι το καθήκον μου για να υπηρετηθεί αυτό το ΟΧΙ, που είναι δεσμευτικό για όποιον πιστεύει στη δημοκρατία και τη λαϊκή κυριαρχία.

»Στις 9 Ιουλίου 2015 αργά το απόγευμα προς βράδυ, όταν ο Τσίπρας με κάλεσε στο γραφείο του, με την παρουσία Βούτση-Φλαμπουράρη, για να μου ανακοινώσει ότι θα φέρει με διαδικασία κατεπείγοντος «εξουσιοδότηση συμφωνίας» στα αγγλικά, την οποία μου επέδειξε, του δήλωσα τη διαφωνία μου και προσπάθησα επί 2ωρο να του εξηγήσω ότι αυτό αποτελούσε ευθεία παραβίαση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος και καίρια αποδυνάμωση της διαπραγματευτικής θέσης της χώρας.

»Εμβρόντητη άκουσα τον Τσίπρα να λέει, ενώπιον των Βούτση και Φλαμπουράρη, οι οποίοι παρέμεναν σιωπηλοί, ότι «μόνο μια Κυβέρνηση Εθνικού Σκοπού ή μια Δικτατορία» μπορεί αντεπεξέλθει στην κατάσταση.

»Ζήτησα τότε από τον Α. Τσίπρα να μιλήσουμε οι δυο μας, κάτι που ο ίδιος δεν ήθελε, αλλά στο οποίο οι Βούτσης-Φλαμπουράρης συγκατένευσαν και αποχώρησαν. Εις μάτην προσπάθησα να τον αποτρέψω από το να φέρει το προσχέδιο συμφωνίας, που αποτέλεσε και ταφόπλακα, την επόμενη ημέρα.

»Εις μάτην προσπάθησα να του εμφυσήσω αυτοπεποίθηση και δημοκρατικό φρόνημα, την ώρα που ο ίδιος μου ανέλυε ότι «δεν πιστεύει ότι θα υπάρξει συμφωνία, αλλά θέλει, με την εξουσιοδότηση, να εξαντλήσει τη δυνατότητα να δείξει καλή θέληση, ώστε να είναι σαφές ότι φταίνε οι δανειστές που δεν υπήρξε συμφωνία».

»Θεωρούσα ότι είχα μπροστά μου έναν άνθρωπο καταβεβλημένο και πανικόβλητο, ενώ η πραγματικότητα απέδειξε ότι ο Τσίπρας προσπαθούσε με έμμεσους τρόπους να προετοιμάσει το έδαφος για αυτό που είχε προσυμφωνήσει και, ταυτόχρονα, να δικαιολογηθεί ενώπιόν μας με πειστικές αφηγήσεις».