Υπέρ του «ναι» στο δημοψήφισμα της Κυριακής τάσσεται ο ΔικηγορικόςΣύλλογος Αθηνών.

Μετά από μία συνεδρίαση, που δεν έλιψαν οι στιγμές έντασης ο ΔΣΑ,προχώρησε στην έκδοση ψηφίσματος με σαφή θέση. Σε αυτό αναφέρει ότι :

Ο Δικηγορικός Σύλλογος Αθηνών, ο μεγαλύτερος επιστημονικός σύλλογοςτης χώρας, με τους αγώνες και τη μεγάλη δημοκρατική παράδοση, άρθρωσεέγκαιρα προγραμματικό λόγο θεσμικής αντίδρασης στις ασκηθείσεςπολιτικές των δανειστών σε βάρος τόσο του δικηγορικού σώματος, όσο καιτης κοινωνίας των πολιτών.

Θυμίζουμε την πρώτη θεσμική αντίδραση – δικαστική προσφυγή μας κατάτων μνημονίων, του τέλους επιτηδεύματος, του ΕΝΦΙΑ, τη διεξαγωγή τουπρώτου πανελλήνιου δικηγορικού δημοψηφίσματος κατά της επιχειρηθείσας

τροποποίησης του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας με μείζον διακύβευμα τηνπροστασία των συμφερόντων των πλέον αδυνάτων συμπολιτών μας –δανειοληπτών κ.λπ.

Τούτων δοθέντων και μη δυναμένων να αμφισβητηθούν υπό ουδενός, ο ΔΣΑκαλείται θεσμικά, σύμφωνα με τον ν. 4023/2011, να τοποθετηθεί νομικάστο δημόσιο διάλογο επί του επικειμένου δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου

2015.

Η προκήρυξη του δημοψηφίσματος μας έφερε αντιμέτωπους με ουσιώδηπροβλήματα επί του κύρους και του νοήματος του εν λόγω δημοψηφίσματος.

Με μείζονα υπαρξιακά ζητήματα για το μέλλον της χώρας.

Κατ’ αρχήν, ανακύπτουν τουλάχιστον επιφυλάξεις για την εκπλήρωση τωνβασικών διαδικαστικών εγγυήσεων που προβλέπει ο ν. 4023/2011 ως προςτη διεξαγωγή δημοψηφίσματος, σύμφωνα με το άρθρο 44 παρ. 2 και 3 του

Συντάγματος.

Όσον δε αφορά στο δικαίωμα συμμετοχής μας στο δημόσιοδιάλογο επί των ερωτημάτων που τίθενται, αυτό, για να έχει ουσιαστικόαντίκρισμα, προϋποθέτει την προηγούμενη σαφή και πλήρη ενημέρωσή μαςαπό αυτούς που ανέλαβαν την πρωτοβουλία. Προϋποθέτει την ασφαλή γνώσημας τόσο επί του αντικειμένου του δημοψηφίσματος όσο και των συνεπειώνπου θα έχει το «ναι» ή το «όχι». Η θεμελιώδης αυτή προϋπόθεση, η οποίαδεν είναι κενός τύπος, αλλά ουσιαστική επιβεβαίωση του κράτουςδικαίου, δεν συντρέχει εν προκειμένω. Ούτε για μας ούτε για τον κάθε

πολίτη αυτής της χώρας.

Το έλλειμμα της αναγκαίας ενημέρωσης αποτυπώνεται άλλωστε στο ίδιο τοπεριεχόμενο του ψηφοδελτίου, όπου γίνεται παραπομπή σε δύο κείμενα, ταοποία ουσιαστικά κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα. Σε αίτημα του ΔΣΑ

για την αποστολή τους από τον αρμόδιο υπουργό, εστάλησαν μηεπικυρωμένα κείμενα, χωρίς τα αναγκαία στοιχεία επισήμου εγγράφου(χρονολογία, υπογραφές, σφραγίδες, πιστοποίηση του εκδότη), σε σημείοπου ήταν αδύνατη η επεξεργασία τους, προκειμένου να διαμορφώσουμε μιατελική θέση, θετική ή αρνητική.

Όπως είναι ευνόητο, αλλά και απαραίτητη προϋπόθεση του Ν. 4023/2011(άρθρο 3 παρ. 2), το ερώτημα ενός δημοψηφίσματος δεν μπορεί να είναιούτε ασαφές ούτε υπαινικτικό. Δεν μπορεί να αναζητούμε -εις μάτην- το

πραγματικό του νόημα. Δεν μπορεί να παραμένουν κρυφά και άδηλαερωτήματα.

Η είδηση για την κατάθεση νέας πρότασης από την κυβέρνηση, δημιουργείέτι περαιτέρω ερωτηματικά για το νόημα ή / και το περιεχόμενο ή / καιτη σκοπιμότητα αυτού του δημοψηφίσματος.

Η προκήρυξη του δημοψηφίσματος υποκρύπτει καταστρατήγηση τηςσυνταγματικής απαγόρευσης διενέργειας δημοψηφισμάτων επίδημοσιονομικών θεμάτων. Βασίζεται σε στρέβλωση των νομικών εγγυήσεωνμε την σύντμηση των συνήθων εκλογικών προθεσμιών – ουσιώδη προϋπόθεσηεπαρκούς πληροφόρησης του λαού -, την παραπομπή του ερωτήματος σεκείμενα που δεν πληρούν καν τη νομική έννοια του «εγγράφου», αλλά καιτην πλήρη προχειρότητα ή τη μεθόδευση αναφορικά με κρίσιμα πρακτικάθέματα, όπως ο διορισμός των δικαστικών αντιπροσώπων και, δυστυχώς, η

μορφή των ψηφοδελτίων. Πρόκειται για ζητήματα νομικού πολιτισμού, γιατα οποία αρκούμαστε μέχρι στιγμής στην κατανυκτική σιωπή των αρμόδιων

φορέων.

Ας σημειωθεί ότι η σύντμηση των προθεσμιών και η επίσπευση τουδημοψηφίσματος καθώς και η δυσμενής οικονομική συγκυρία που επήλθε απόαυτή, καθιστά προβληματική την παρουσία των δικαστικών αντιπροσώπων

στα εκλογικά τμήματα που έχουν διορισθεί με την ΠΝΠ.

Τρεις μέρες τώρα γινόμαστε μάρτυρες μιας έντονης, παράδοξης,διχαστικής πολεμικής. Μιας πολεμικής που δεν συνάδει με τις αρχές τηςδημοκρατίας και του κράτους δικαίου. Με τις αρχές και τις αξίες τηςΕυρωπαϊκής Ένωσης. Με το καθήκον της χώρας να ανταποκριθεί στο ρόλοτης ως κράτος-μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας.

Αν τελικά το δημοψήφισμα άλλα λέει κι άλλα υπονοεί, αν ισχύει ότι τοουσιαστικό του διακύβευμα είναι «ναι» ή «όχι» στην Ευρωπαϊκή Ένωση,τότε η απάντηση δεν μπορεί να είναι άλλη από «ναι». Ναι στηδημιουργική συμμετοχή μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τούτο ασφαλώς δενσημαίνει τυφλή υιοθέτηση αυθαίρετων ή κοινωνικά άδικων αξιώσεων

εταίρων μας ή/και των δανειστών, αλλά σεβασμό στις κοινές μας αξίεςκαι τις εκατέρωθεν υποχρεώσεις.

Άλλωστε, η παραπάνω απάντηση έχει ήδη δοθεί θεσμικά, σύμφωνα με τιςπροβλέψεις του άρθρου 28 του Συντάγματος. Μετά από 33 χρόνια, μετάαπό τις διαδοχικές επικυρώσεις από τη Βουλή των τροποποιητικώνΣυνθηκών, το μέλλον της χώρας μας δεν είναι δυνατό να αποσυνδεθεί απότο μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το κοινό μας μέλλον δεν μπορεί νατίθεται ως κρυφό δίλημμα αυτού του δημοψηφίσματος ή ως ζητούμενο. Ηδιασφάλιση της κοινής ευρωπαϊκής πορείας είναι υποχρέωση όλων. Τούτοάλλωστε υπαγορεύει η Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και τοΣύνταγμά μας.