«Tα πάντα τώρα εξαρτώνται εντελώς από τον Αλέξη Τσίπρα» έλεγε χθες μετά το επεισοδιακό Eurogroup της Ρίγας πηγή με γνώση των διαπραγματεύσεων. Αυτό που εννοούσε είναι ότι η κυβέρνηση πρέπει τώρα να αποφασίσει αν θα δείξει «ευελιξία» σε κάποιες από τις λεγόμενες «κόκκινες γραμμές» της για να κλείσει η πολύτιμη συμφωνία. Προφανώς αυτό είναι κάτι που μόνο ο Πρωθυπουργός μπορεί να το κάνει.

Ο Γιάνης Βαρουφάκης χθες άφησε ένα ανοιχτό παράθυρο για κινήσεις συμβιβασμού. Σε άρθρο του στο blog Project Syndicate αλλά και στις δηλώσεις του μετά το Eurogroup έκανε αναφορά σε σημεία, τα οποία η ελληνική πλευρά είναι διατεθειμένη να συζητήσει: Ασφαλιστικό με κατάργηση πρόωρων συνταξιοδοτήσεων, ιδιωτικοποιήσεις, μεταρρυθμίσεις στο φορολογικό, τράπεζες. Η αλήθεια είναι ότι δεν παραβίασε ανοιχτά κόκκινες γραμμές: εργασιακά, μειώσεις σε συντάξεις, ΦΠΑ. Αλλά αυτό προφανώς θα γίνει, αν γίνει, στο τέλος και με εντολή Τσίπρα. Και βεβαίως υπό την προϋπόθεση ότι και η άλλη πλευρά θα κάνει τις υποχωρήσεις της. Για παράδειγμα, στις απαιτήσεις της για πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας και μειώσεις των επικουρικών συντάξεων, τις οποίες ο κ. Βαρουφάκης είπε χθες ότι «δεν μπορεί να αποδεχθεί εν μέσω μιας αυτοτροφοδοτούμενης κρίσης».

«Με τους εταίρους μας έχουμε συμφωνήσει ήδη σε πολλά» έγραφε χαρακτηριστικά στο άρθρο του ο υπουργός Οικονομικών. Συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στη μεταρρύθμιση του φορολογικού συστήματος και στην απελευθέρωση των εισπρακτικών Αρχών «από πολιτικές και εταιρικές δεσμεύσεις», περιγράφοντας μια πλήρως ανεξάρτητη φορολογική Αρχή («υπό τον έλεγχο του Κοινοβουλίου», όπως προσέθεσε στην ελληνική μετάφραση του άρθρου του). Σύμφωνα με τις πληροφορίες, ήδη έχουν συμφωνηθεί επίσης μέτρα ουσιαστικά αλλά χωρίς πολιτικό κόστος και μακροχρόνιας απόδοσης, όπως τα κίνητρα για τη χρήση πλαστικού χρήματος, η σύνδεση των ταμειακών μηχανών με το υπουργείο Οικονομικών, η καθιέρωση λοταρίας για τις αποδείξεις.

ΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ. Δεν υπάρχει ακόμη συμφωνία για τα δύσκολα όπως το θέμα του ΦΠΑ, αλλά συζητείται η συμβιβαστική λύση για επιβολή πρόσθετης φορολογίας στα τουριστικά νησιά για υπηρεσίες και προϊόντα πάνω από ένα όριο ποσού.

Ακόμη, στο ίδιο άρθρο ο κ. Βαρουφάκης παραδέχθηκε ότι το ασφαλιστικό σύστημα αιμορραγεί και σημείωσε ότι «η κυβέρνησή μας είναι πρόθυμη να το εκλογικεύσει (για παράδειγμα περιορίζοντας τις πρόωρες συνταξιοδοτήσεις)». Αρνήθηκε όμως κατηγορηματικά μειώσεις στις συντάξεις.

Σχετικά με τις ιδιωτικοποιήσεις, έκανε λόγο για την ανάγκη «αξιοποίησης δημόσιων περιουσιακών στοιχείων» (στο αγγλικό κείμενο χρησιμοποιεί τον όρο «μερική ιδιωτικοποίηση»).Το πώς ακριβώς θα γίνει αυτή μένει να φανεί.

Τέλος, έγραφε για την ανάγκη να δοθεί λύση στο πρόβλημα των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ενώ όμως ο κ. Βαρουφάκης βλέπει το ποτήρι μάλλον μισογεμάτο κρίνοντας από τον τίτλο του άρθρου του «Δυο βήματα από τη συμφωνία», παραμένουν ακόμη μεγάλα εμπόδια όπως φάνηκε τόσο στο χθεσινό Eurogroup όσο και την Τετάρτη από τις δηλώσεις του γενικού γραμματέα Δημοσίων Εσόδων Νίκου Θεοχαράκη, μετά τις διαπραγματεύσεις του Brussels Group στο Παρίσι.

Το πρώτο εμπόδιο, κατά τον κ. Βαρουφάκη, είναι τα μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα που απαιτούσε το Μνημόνιο για τα επόμενα χρόνια προκειμένου να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητα του χρέους. Ο υπουργός Οικονομικών έγραψε χθες στο άρθρο του ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να δεχθεί αυτή την προσέγγιση γιατί είναι βέβαιο ότι θα στραγγαλίσει την οικονομία, οδηγώντας σε «παγίδα λιτότητας». Επίσης, η κυβέρνηση δεν μπορεί να συμφωνήσει σε περαιτέρω μειώσεις μισθών και συντάξεων, την «μεταρρυθμιστική παγίδα» όπως την ονομάζει, αφού άλλωστε αποδεδειγμένα δεν φέρνει αποτέλεσμα.

ΤΟ ΠΛΕΟΝΑΣΜΑ. Ωστόσο, στο θέμα του πρωτογενούς πλεονάσματος υπάρχει κάποια πρόοδος. Χαρακτηριστικά, χθες στη Ρίγα ο γάλλος υπουργός Οικονομικών Μισέλ Σαπέν είπε στο πρακτορείο Ρόιτερ ότι στο σημείο αυτό υπάρχει περιθώριο ευελιξίας «από τη στιγμή που παραμένει θετικό» (σ.σ. δηλαδή, υπάρχει πλεόνασμα και όχι έλλειμμα).

Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι ήδη παρουσιάστηκε ελληνική ανάλυση βιωσιμότητας του χρέους με πρόβλεψη για πρωτογενή πλεονάσματα 1,5% του ΑΕΠ τα έτη 2015 και 2016 και 2% του ΑΕΠ τα τρία επόμενα χρόνια, την οποία πάντως οι δανειστές δεν δέχθηκαν.

Σύμφωνα με τις πληροφορίες, οι δανειστές εμφανίσθηκαν διατεθειμένοι να χαμηλώσουν τον πήχη των πρωτογενών πλεονασμάτων και συμφώνησαν στον στόχο για 1,5% του ΑΕΠ το 2015, αλλά υποστήριξαν ότι η κυβέρνηση δεν τεκμηρίωσε την επίτευξή του.