Η Ευρωπαϊκή Ένωση και ο ΣΥΡΙΖΑ φέρουν μια μεγάλη ευθύνη, «να μην αποτύχουν και να αποκαταστήσουν στην Ευρώπη την αρχή της ελπίδας», γράφει συμπερασματικά ο αυστριακός πολιτικός αναλυτής και συγγραφέας, Πέτερ Χουέμερ, σε εκτενές άρθρο του σε αυστριακή συντηρητική εφημερίδα.

Εισαγωγικά ο Πέτερ Χουέμερ αναφέρεται στο θέμα της ένταξης της Ελλάδας στο ευρώ, σημειώνοντας ότι «με τις διεφθαρμένες ελίτ και τις ανίκανες κυβερνήσεις της», δεν ήταν τότε σε θέση για κάτι τέτοιο, ότι αργότερα προκάλεσε «αγανάκτηση», με τον λαϊκίστικο Τύπο, ειδικότερα το γερμανικό και προπάντων την εφημερίδα Bild, να «αφρίζουν» ενάντια στους «χρεοκοπημένους Έλληνες».

Στη συνέχεια ασκεί κριτική στην υποκρισία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφενός, όπως σημειώνει, για τη μετριοπαθή αντίδρασή της απέναντι τόσο στον «δεδηλωμένο εχθρό του Κράτους Δικαίου, ιταλό πρωθυπουργό Σίλβιο Μπερλουσκόνι όσο και στον δεδηλωμένο εχθρό της Φιλελεύθερης Δημοκρατίας, ούγγρο πρωθυπουργό Βίκτορ Ορμπάν», και αφετέρου για την τελείως διαφορετική, εντονότατη, αντιμετώπιση του Αλέξη Τσίπρα, καθώς στην περίπτωσή του επρόκειτο για χρήματα, ώστε να διερωτάται κανείς αν τα χρήματα είναι για την ΕΕ οι πολυδιαφημιζόμενες «ευρωπαϊκές αξίες».

Αναφερόμενος στο θέμα του ελληνικού χρέους και στην απαίτηση των εταίρων απέναντι στην Ελλάδα «να πληρώσει και να παρουσιάσει αριθμούς», καταγγέλλει πως αυτό το σύνθημα κυριαρχεί σχεδόν αποκλειστικά στη σχετική ειδησεογραφία των Μέσων Ενημέρωσης που ασχολούνται πολύ με το ελληνικό χρέος αλλά ελάχιστα με την εξαθλίωση των Ελλήνων πολιτών.

Τονίζοντας κατόπιν ότι δεν επιτρέπεται να ξεχνά κανείς πως μετά το 1945 χαρίστηκε στους Γερμανούς ένα σημαντικό μέρος του χρέους τους, ο Πέτερ Χουέμερ διερωτάται «τί άραγε ήταν πιο αποκρουστικό και ιστορικά πιο καταστροφικό για την ανθρωπότητα, ο εθνικοσοσιαλισμός ή η ελληνική κακοδιαχείριση».

Σε άλλο σημείο σημειώνει πως οι νέοι Έλληνες (σ.σ. δηλαδή η νέα κυβέρνηση) και ιδιαίτερα οι δύο με τους οποίους ασχολούνται μόνιμα τα ΜΜΕ, Αλέξης Τσίπρας και Γιάνης Βαρουφάκης, είναι διαφορετικοί από εκείνους με τα γκρι κοστούμια και φαίνεται να φέρνουν χρώμα στην όλη εικόνα και να επιδοκιμάζονται πολύ περισσότερο από το κοινό απ’ ό, τι από τους συναδέλφους τους στις Βρυξέλλες.

Παραπέμποντας στην πιθανότητα μιας εκλογικής νίκης του Podemos και στην απομάκρυνση της κυβέρνησης του πρωθυπουργού Ραχόι, το φθινόπωρο στην Ισπανία – όπου, όπως και στην Ελλάδα ένας στους τέσσερις είναι άνεργος και στους νέους ο ένας στους δύο – σημειώνει ότι δεν μπορεί να ειπωθεί ακόμη τί θα μπορέσουν να πετύχουν αυτά τα νέα κινήματα.

«Σίγουρο είναι, πάντως, ότι ο ΣΥΡΙΖΑ συμβολίζει μια ελπίδα, όχι μόνον στην Ελλάδα αλλά και πολύ πέραν αυτής, όχι μόνον για αριστερούς, αλλά πολύ πέραν αυτών» επισημαίνει ο Πέτερ Χουέμερ, παραθέτοντας κατόπιν τις προθέσεις της νέας ελληνικής κυβέρνησης – από τις μεταρρυθμίσεις στη δικαιοσύνη, τη δημόσια διοίκηση, τη φορολογία, μέχρι την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, του λαθρεμπορίου και της διαφθοράς – που, μπορεί, όπως γράφει, να μην φέρνουν γρήγορα χρήματα, αποτελούν όμως σοβαρή προσέγγιση για μια βιώσιμη βελτίωση της υπάρχουσας κατάστασης.

Στη συνέχεια ασκεί κριτική στο μοντέλο της άκρατης λιτότητας που εφαρμόζεται εδώ και χρόνια στην Ευρώπη, παραθέτοντας τις θέσεις ολοένα και περισσότερων οικονομολόγων που το απορρίπτουν ενόψει της, εξαιτίας αυτού, κατάστασης της ευρωπαικής οικονομίας με τη συνεχή αύξηση της ανεργίας, ενώ οι άνθρωποι αρχίζουν να μην ανέχονται πλέον να επικρίνονται ότι ζουν δήθεν πέρα από τις δυνατότητές τους και να τους ζητείται «να σφίξουν περισσότερο το ζωνάρι», τη στιγμή που αυξάνεται συνεχώς ο αριθμός των πάμπλουτων.

Σύμφωνα με τον Πέτερ Χουέμερ, μπορεί η ΕΕ να αποτελεί ένα θαυμάσιο μοντέλο, ωστόσο θα αποτύχει αν δεν κατορθώσει να αποκαταστήσει την υπεροχή της πολιτικής έναντι της οικονομίας, και ο ΣΥΡΙΖΑ και το Podemos

προσθέτει, είναι ίσως μια αφετηρία, μια εναλλακτική, και να αποδειχθεί πως η Ευρώπη με αυτά τα αριστερά κινήματα του Νότου, τα οποία είναι υπέρ της ΕΕ, έχει μια τεράστια τύχη.

Και αυτό, όπως συμπληρώνει, διότι από την Κεντρική Ευρώπη και βορειότερα, η διαμαρτυρία εκφράζεται με ακροδεξιό τρόπο και, αν τελικά επικρατήσει αυτό, θα σημάνει το τέλος της ευρωπαϊκής ενότητας και τη δημιουργία μιας νέας Ευρώπης στην οποία δεν αξίζει να ζει κανείς.