Πέντε ώρες πριν από το πρωθυπουργικό διάγγελμα για την υποψηφιότητα του Σταύρου Δήμα από το πρωθυπουργικό επιτελείο απέκλειαν με κατηγορηματικό τρόπο ότι θα ακολουθούσαν σχετικές ανακοινώνεις και άφηναν να εννοηθεί ότι δεν είχε ακόμη «κλειδώσει» η κυβερνητική επιλογή. Περισσότερο κατηγορηματικός εμφανιζόταν την ίδια ώρα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Βαγγέλης Βενιζέλος, παραπέμποντας σε μια μικρή λίστα υποψηφίων Προέδρων που θα εξέταζε το ίδιο απόγευμα με τον Αντώνη Σαμαρά για να καταλήξουν στο πρόσωπο που θα διεκδικούσε τη στήριξη 180 βουλευτών.

Ο Σταύρος Δήμας βρισκόταν στην κορυφή αυτής της λίστας, καταρχήν επειδή διασφάλιζε τη στήριξη των 155 βουλευτών του κυβερνητικού συνασπισμού. Τα πράγματα έτρεξαν τελικώς γρηγορότερα και η υποψηφιότητά του έκλεισε τηλεφωνικά από τους δύο αρχηγούς, οι οποίοι ματαίωσαν την κατ’ ιδίαν συνάντησή τους. Η ενδοκυβερνητική γκρίνια που είχε ήδη αρχίσει να καταγράφεται από τη διαφαινόμενη δυστοκία –που είχε οδηγήσει στο πρωτοφανές να ανακοινώνεται πρώτα το χρονοδιάγραμμα εκλογής και μετά ο υποψήφιος Πρόεδρος –ανάγκασε τους εταίρους να κλείσουν άμεσα την εκκρεμότητα.

Το σκηνικό αυτό, ωστόσο, προκάλεσε μια σειρά ερωτημάτων από κυβερνητικά και κομματικά στελέχη, που είχαν αποδέκτη και τον Πρωθυπουργό. Ηταν τόσο απροετοίμαστη η κυβέρνηση για την προεδρική εκλογή και ακολούθησε άρον άρον έναν νέο σχεδιασμό, με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην έχει κάνει προεργασία για τη μάχη της Βουλής, αλλά να μην έχει ούτε υποψήφιο; Ή η αδράνεια υποκρύπτει έναν άλλο σχεδιασμό που είχε καταληκτικό σταθμό τις κάλπες;

ΔΥΣΒΑΤΟ ΤΟΠΙΟ. Θεωρητικώς, για το δεύτερο ερώτημα δεν μπαίνουν καν σε συζήτηση από το πρωθυπουργικό επιτελείο, πολύ περισσότερο από τη στιγμή που η κυβέρνηση προβάλλει το ενδεχόμενο πρόωρων εθνικών εκλογών ως περιπέτεια για τη χώρα με άδηλο αποτέλεσμα. Οχι μόνο γιατί το δημοσκοπικό προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ δημιουργεί ένα δύσβατο τοπίο για την κυβέρνηση και τη ΝΔ, αλλά και επειδή μια σκληρή εκλογική σύγκρουση την ώρα της τελικής αξιολόγησης από την τρόικα θα μπορούσε να εκτροχιάσει το πρόγραμμα στήριξης της χώρας και την ελληνική οικονομία.

Ωστόσο στο γαλάζιο στερέωμα είναι το ερώτημα που θέτουν μετ’ επιτάσεως όλο και περισσότερα στελέχη, έπειτα και από τη χαμηλή πτήση του Σταύρου Δήμα στην πρώτη ψηφοφορία. Οι 160 ψήφοι είναι ένα αποτέλεσμα που μειώνει τις προσδοκίες, περιορίζει τις δυνατότητες ελιγμού της κυβέρνησης και φέρνει πιο κοντά τις κάλπες. Και αυτό αρκετοί προεξοφλούν ότι συνυπολογιζόταν από το Μέγαρο Μαξίμου.

Η ΣΤΟΧΕΥΣΗ. Είναι μία εκτίμηση που, παρά την αντίθετη εικόνα, φέρνει τον Πρωθυπουργό να έχει επεξεργαστεί εκλογικά σενάρια με φόντο την προεδρική εκλογή. Ως στόχευση και όχι καθ’ υπαγόρευσιν της κοινοβουλευτικής αριθμητικής και του νόμου των πιθανοτήτων που, έτσι κι αλλιώς, δεν συνηγορούν στην εκλογή Δήμα. Εάν η ΝΔ και το Μέγαρο Μαξίμου επεδίωκαν και προετοιμάζονταν για εκλογές θα φανεί και από τη γαλάζια ετοιμότητα κατά την προεκλογική περίοδο. Είναι βέβαιο, ωστόσο, ότι ο Αντώνης Σαμαράς δεν θα ευνοούσε μια πρόωρη προσφυγή στις κάλπες που θα τη χρεωνόταν ο ίδιος πολιτικά –και το αδιέξοδο στην προεδρική εκλογή επιτρέπει να μετακυλιστεί η ευθύνη στην αντιπολίτευση, ιδίως στον ΣΥΡΙΖΑ.

Τη συζήτηση για τους εκλογικούς σχεδιασμούς του Μαξίμου είναι προφανές ότι τροφοδοτεί και η απόρριψη κάθε πρότασης για πρωτοβουλίες που θα μπορούσαν να ανατρέψουν το σκηνικό που διαμορφώνεται στη Βουλή. Το επιχείρημα ότι ο Πρωθυπουργός δεν συζητεί εισηγήσεις για κυβέρνηση έχει μια στέρεα λογική, αλλά ακόμη και στη ΝΔ πολλοί θεωρούσαν ότι είναι επιβεβλημένο να επιδιώκει ο κ. Σαμαράς μια προσέγγιση με τον Φώτη Κουβέλη και τον Πάνο Καμμένο. Οι πιθανότητες μιας σύμπλευσης με Καμμένο κάηκαν οριστικά χθες, με την υπόθεση Χαϊκάλη, αλλά μέχρι προχθές την κατεύθυνση αυτή υπεδείκνυε η συνάντηση του Κώστα Μητσοτάκη με τον αρχηγό των ΑΝΕΛ.

Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΗΜΕΡΑ. Επιτελικά στελέχη της ΝΔ αναγνωρίζουν ότι οι κινήσεις της κυβέρνησης λαμβάνουν υπόψη και την επόμενη ημέρα –επομένως, εάν ο Αντώνης Σαμαράς ετοιμάζεται για μια εκλογική αναμέτρηση στο τέλος Ιανουαρίου, είναι βέβαιο ότι επεξεργάζεται και τα βήματα του Φεβρουαρίου. Και αν το μετεκλογικό τοπίο θα μπορούσε να είναι θολό, είναι βέβαιο ότι τον Φεβρουάριο ολοκληρώνεται η δίμηνη παράταση του ελληνικού προγράμματος και πρέπει να ληφθούν αποφάσεις. Μια επιβεβαίωση της κυβέρνησης στις κάλπες ή παρέχει τη δυνατότητα να ξεκινήσει άμεσα τις συζητήσεις για την επόμενη συμφωνία, διαφορετικά τις αποφάσεις θα κληθεί να λάβει μια νέα κυβέρνηση. Υπό αυτό το πρίσμα, ένα αδιέξοδο στην προεδρική εκλογή απαλλάσσει την παρούσα κυβέρνηση από την υποχρέωση να φέρει ένα νέο πακέτο στη Βουλή, το οποίο μάλιστα είναι αμφίβολο εάν μπορούσε να εγκριθεί.

Οι ίδιες πηγές παρατηρούν, εξάλλου, ότι τα διλήμματα που θέτει το Μαξίμου είναι κοινά, είτε η κρίσιμη μάχη δοθεί στις 29 Δεκεμβρίου στη Βουλή είτε παραταθεί για την εκλογική αναμέτρηση, έναν μήνα αργότερα. Η πόλωση είναι αναγκαστικά το ισχυρό χαρτί του κ. Σαμαρά, εντός και εκτός Βουλής, αφού μέσα από αυτήν μπορεί να ελπίζει η ΝΔ στη μέγιστη συσπείρωση, αλλά και στον επαναπατρισμό ψηφοφόρων. Ακόμη και αν η εκλογική μάχη δεν δοθεί με όρους πρωτιάς, είναι βέβαιο ότι το γαλάζιο ποσοστό θα διαμορφώσει πολλές από τις κινήσεις της επόμενης ημέρας.