«Το εκλογικό σύστημα είναι πάντα μια εξαιρετικά κρίσιμη θεσμική παράμετρος που δεν πρέπει να τροφοδοτεί τεχνητές πολώσεις, αλλά να εναρμονίζεται με την ανάγκη για πολιτική σταθερότητα μέσα από την υπεύθυνη προγραμματική συνεργασία». Πρόκειται για ένα από τα 43 σημεία που προβλέπει η προγραμματική συμφωνία της δικομματικής κυβέρνησης, όπως ανακοινώθηκε τον περασμένο Οκτώβριο. Τότε είχε αξιολογηθεί ως «γενικό και αόριστο» από την αντιπολίτευση. Κυβερνητικοί κύκλοι, ωστόσο, προδιέγραφαν ήδη αλλαγές στο μπόνους των 50 εδρών.
Τα σενάρια για την αλλαγή του εκλογικού νόμου επανήλθαν στο προσκήνιο τις τελευταίες ημέρες. Αφορμή στάθηκαν οι αναφορές του Βαγγέλη Βενιζέλου. «Ποιος είπε ότι θα κερδίσει τις εκλογές ο ΣΥΡΙΖΑ, ότι θα είναι πρώτος στο επίπεδο του 25% ή 26%; Ποιος είπε ότι ο κόσμος δεν θέλει σταθερότητα; Και ποιος είπε ότι έχει λήξει το θέμα αλλαγής του εκλογικού νόμου;» είχε πει το απόγευμα της Κυριακής στην Πανελλαδική Συνάντηση του ΠΑΣΟΚ. Και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.
Στο επίμαχο σημείο της προγραμματικής συμφωνίας επανήλθε όμως και χθες. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, μετά τη συνάντηση που είχε με τον Πρωθυπουργό στο Μαξίμου, επανέλαβε ότι σε αυτήν περιλαμβάνεται και το ζήτημα του εκλογικού νόμου. «Δεν θέλουμε να αντιμετωπίζουμε τέτοια θέματα συγκυριακά, ούτε να στέλνουμε λάθος μηνύματα. Χρειάζονται θεσμικές λύσεις. Αυτές ξεκινούν από όσα προβλέπει το Σύνταγμα: συναίνεση για την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας» είπε.
Πράγματι, η κυβερνητική πλειοψηφία μπορεί να αλλάξει τον εκλογικό νόμο, να τροποποιήσει, ακόμα και να καταργήσει το μπόνους των 50 εδρών. Στο Σύνταγμα προβλέπεται όμως πως όποια αλλαγή προκύψει με απλή πλειοψηφία θα τεθεί σε ισχύ στις μεθεπόμενες εκλογές. Μοναδική εξαίρεση είναι η περίπτωση που οι αλλαγές εγκριθούν από τα 2/3 του Σώματος (200 βουλευτές). Τότε η εφαρμογή των τροποποιήσεων θα ισχύσει από τις επόμενες εκλογές.

Σύμφωνα με την ανθρωπογεωγραφία της Βουλής, ακόμα και αν η αξιωματική αντιπολίτευση (71 βουλευτές) αρνηθεί να στηρίξει την πρόταση αλλά συμφωνήσουν τα υπόλοιπα κόμματα, η κατάργηση του μπόνους θα γίνει δεκτή με τη σύμφωνη γνώμη 229 βουλευτών. Το ίδιο θα συμβεί και στην περίπτωση που συμπλεύσουν με τον ΣΥΡΙΖΑ οι ΑΝΕΛ (13 βουλευτές) και η Χρυσή Αυγή (16 βουλευτές). Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο το άθροισμα της πλειοψηφίας θα ήταν 200 βουλευτές.

Η ΚΑΤΑΡΓΗΣΗ ΤΟΥ ΜΠΟΝΟΥΣ. Σύμφωνα με πολιτικούς παρατηρητές, με την κατάργηση της ενισχυμένης αναλογικής θα έπαυε ο σχηματισμός κυβέρνησης να περιλαμβάνει υποχρεωτικά τη συμμετοχή του πρώτου κόμματος. Η κατάργηση του μπόνους θα έσπρωχνε προς κυβερνητικές συνεργασίες και θα έδινε τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης με το δεύτερο και το τρίτο ή και το τέταρτο κόμμα. Σημαντικό ρόλο στην υιοθέτηση της απλής αναλογικής θα διαδραματίσει, σύμφωνα με την ίδια γραμμή πληροφόρησης, η κατάργηση ή μη του 3%. Αν δηλαδή ένα κόμμα με ποσοστό χαμηλότερο του συγκεκριμένου ορίου θα μπορεί να διασωθεί και να μπει στη Βουλή.

ΑΝΤΙΔΡΑΣΕΙΣ. Κύκλοι της Κουμουνδούρου σχολίαζαν χθες ότι αποτελεί δύσκολο σενάριο για την κυβέρνηση η κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών. Και αυτό γιατί θα πρόκειται για «ομολογία ήττας». Αλλά και γιατί η κυβέρνηση, λένε, θα αντέφασκε, εφόσον το επιχείρημά της όλον αυτόν τον καιρό είναι η σταθερότητα. Το Μέγαρο Μαξίμου πάντως, μολονότι αποδέχεται ότι στην προγραμματική συμφωνία υπάρχει δέσμευση για την αλλαγή του εκλογικού συστήματος, απαντά αρνητικά στα σενάρια να γίνει κίνηση προς το αναλογικότερο σε αυτή τη φάση. Συμφωνεί όμως με την ανάγκη να σπάσουν οι μεγάλες περιφέρειες του χάρτη.