Είκοσι δύο χρόνια μετά το 13ο Συνέδριο του ΚΚΕ και τη διάσπαση που επακολούθησε, ο Περισσός ταλανίζεται από τους τριγμούς που προκαλούν στο κομματικό οικοδόμημα οι διαφωνίες για την πολιτική (μη) συμμαχιών που ακολουθεί η ηγεσία και για τις προγραμματικές και καταστατικές αλλαγές που προωθεί με επίκεντρο τον στόχο της «λαϊκής συμμαχίας» για τη «λαϊκή εξουσία» και την ενίσχυση των συγκεντρωτικών αρχών λειτουργίας του.

Οι διαφορές με το τραυματικό 1991, εκτός από ιδεολογικές και πολιτικές, λόγω των ειδικών συνθηκών που επικρατούσαν τότε (κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού», «βρώμικο ’89» κ.λπ.), είναι και… μορφολογικού χαρακτήρα: τότε το ΚΚΕ ήταν «μοιρασμένο» ανάμεσα στους «ανανεωτικούς» και στους «συντηρητικούς» σε όλη την κομματική πυραμίδα –από το Πολιτικό Γραφείο έως τη βάση –και η διαπάλη αφορούσε το ποιος θα έπαιρνε υπό τον πλήρη έλεγχό του το κόμμα, με τα γνωστά αποτελέσματα –η «παλαιά φρουρά» υπό τον Χαρίλαο Φλωράκη στήριξε την υποψηφιότητα της Αλέκας Παπαρήγα για τη θέση γενικού γραμματέα έναντι εκείνης του Γιάννη Δραγασάκη εκ των «ανανεωτικών» και όρθωσε ενώπιόν τους τα «ιερά και όσια» του κόμματος, κατορθώνοντας να κυριαρχήσει στην Κεντρική Επιτροπή (η κυρία Παπαρήγα εξελέγη με 57 ψήφους έναντι 53 του αντιπάλου της).

ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ. Σήμερα, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά. Οι διαφωνούντες ανήκουν σε εκείνους που πολέμησαν την «ανανεωτική πτέρυγα» και στήριξαν την Αλέκα Παπαρήγα, ενώ οι απόψεις τους δεν έχουν ισχυρά ερείσματα στους κομματικούς μηχανισμούς, οι οποίοι ελέγχονται πλήρως από την κυρίαρχη ηγετική ομάδα. Επίσης, αρκετοί από αυτούς έχουν παραγκωνιστεί σταδιακά τα προηγούμενα χρόνια, ενώ δεν διεκδικούν ούτε θέσεις στα καθοδηγητικά όργανα ούτε έστω την άτυπη πολιτογράφησή τους ως «τάση», κάτι άλλωστε που απαγορεύεται στο ΚΚΕ. Αυτό που έκαναν ήταν να διατυπώσουν ελεύθερα την άποψή τους.

Ωστόσο, τα επικριτικά άρθρα που δημοσιεύθηκαν στο πλαίσιο του προσυνεδριακού διαλόγου ενόψει του 19ου Συνεδρίου –οι εργασίες του αρχίζουν την προσεχή Πέμπτη –πήραν μορφή χιονοστιβάδας. Ετσι σήμανε «συναγερμός» στην ηγεσία, η οποία δεν το ανέμενε και για αυτό πέρασε στην αντεπίθεση κατατάσσοντας τις απόψεις των διαφωνούντων «στο οπλοστάσιο του ταξικού εχθρού» και εγκαλώντας τους ως «οπορτουνιστές» που επιδίδονται σε «φραξιονισμό».

Για τους παροικούντες τον Περισσό οι κατηγορίες αυτές ισοδυναμούν με προαναγγελία εκκαθαρίσεων. Ακόμα και οι πλέον μετριοπαθείς φωνές εντός του ΚΚΕ θεωρούν προδιαγεγραμμένη την πορεία όσων αμφισβήτησαν τη «σκληρή γραμμή» που έχει υιοθετήσει η ηγεσία του κόμματος, όπως αυτή εκφράζεται, σύμφωνα με το σκεπτικό τους, από την απουσία πολιτικής συμμαχιών εν μέσω ραγδαίας οικονομικής και κοινωνικής κρίσης και από την παραπομπή των οξυμμένων προβλημάτων του σήμερα στο απώτερο μέλλον μέσω της διακηρυσσόμενης «λαϊκής συμμαχίας για την εργατική εξουσία, την κοινωνικοποίηση και τον εργατικό έλεγχο», δηλαδή τον σοσιαλισμό.

Η ονομαστική στοχοποίηση κάποιων εκ των επικριτών της ηγεσίας, όπως ο πρώην βουλευτής Αντ. Σκυλλάκος, το πρώην μέλος του Πολιτικού Γραφείου Β. Καλαματιανός, ο πρώην επικεφαλής του Κέντρου Μαρξιστικών Ερευνών και άλλοτε μέλος της Κεντρικής Επιτροπής Π. Γεωργιάδης, αλλά και δημοσιογράφοι του «Ριζοσπάστη», προμηνύει αποκεφαλισμούς –πιθανόν μετά το Συνέδριο –καθώς ο Περισσός έχει αποφασίσει να ξεκαθαρίσει πλήρως το εσωκομματικό τοπίο και να μην αφήσει περιθώρια να ευδοκιμήσουν παρόμοιες απόψεις, ειδικά σε μια περίοδο κατά την οποία δέχεται πιέσεις λόγω της εκλογικής και οργανωτικής κάμψης των δυνάμεών του.

ΟΙ ΑΝΤΑΡΤΕΣ. «Το ΚΚΕ έχει πείρα από τη διαπάλη με τον οπορτουνισμό και δεν θα δείξει καμία ανοχή στα διαλυτικά του σχέδια», είναι το μήνυμα προς τους αντάρτες όπως διατυπώθηκε διά στόματος Γ. Μαρίνου, μέλους του Πολιτικού Γραφείου και ενός εκ των επίδοξων διαδόχων της Αλέκας Παπαρήγα, όταν τεθεί θέμα αποχώρησής της. Δεν δίστασε μάλιστα να τους αποδώσει τη βαριά κομματική μομφή του «φραξιονισμού», επιχειρηματολογία που ενίσχυσε και ο εκπρόσωπος του κόμματος Μ. Μαΐλης όταν έκανε λόγο για «άρθρα-καρμπόν», υπονοώντας έτσι ότι πρόκειται για οργανωμένο σχέδιο.

Οι διαφωνούντες καταλογίζουν στην ηγεσία ότι εγκατέλειψε τις προγραμματικές αποφάσεις (του 15ου Συνεδρίου) και ότι προχώρησε στη «μετάλλαξη» του ΚΚΕ και στην περιχαράκωσή του, με αποτέλεσμα την υποχώρηση της πολιτικής και οργανωτικής απήχησής του και εντέλει την εκλογική ήττα, όταν οι δυνάμεις του συρρικνώθηκαν από τις εκλογές του Μαΐου έως τις εκλογές του Ιουνίου 2012 σχεδόν κατά το ήμισυ (από 8,48% σε 4,5%). Μάλιστα δεν διστάζουν να κατηγορήσουν τον Περισσό για «σεχταρισμό» και «αριστερίστικη στροφή» (με στοιχεία «νεοτροτσκισμού») που οδηγεί σε αλλοίωση της φυσιογνωμίας και του χαρακτήρα του ΚΚΕ.

ΟΙ ΠΑΡΕΜΒΑΣΕΙΣ. Υπήρξε ομοβροντία παρεμβάσεων ηγετικών στελεχών του κόμματος προς απάντηση των αιτιάσεων αυτών με προεξάρχουσα την Αλέκα Παπαρήγα η οποία κατηγόρησε τους διαφωνούντες ως (μαρξιστικά) «αγράμματους», ενώ ο έμπειρος Δ. Γόντικας τους καταλόγισε ότι «υιοθετούν όλες τις εχθρικές αντιλήψεις για το κόμμα, την πολιτική των οπορτουνιστών κάθε είδους και ταυτόχρονα ενισχύουν το οπλοστάσιο των αντιπάλων εις βάρος του κόμματος».

Η θέση της ηγεσίας είναι ότι «στα λόγια απορρίπτουν τη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά στην πράξη οι απόψεις τους οδηγούν από την πίσω πόρτα σε συμμετοχή σε κυβερνήσεις συνεργασίας ή σε κυβερνήσεις στο πλαίσιο του συστήματος», κάτι που ο Περισσός απορρίπτει κατηγορηματικά, προκρίνοντας τον στόχο της «συγκέντρωσης δυνάμεων» στο πλαίσιο της «λαϊκής συμμαχίας» για την κατάκτηση της «λαϊκής εξουσίας». Οπως είπε η Αλέκα Παπαρήγα, «αυτοί που γράφουν στον διάλογο θέλουν συμμετοχή σε κυβέρνηση στο πλαίσιο του καπιταλισμού –ας το πουν καθαρά για να τελειώνουμε –που σημαίνει απεμπόληση της πάλης για τον σοσιαλισμό».