Από την εποχή που ο Αριστοτέλης μίλησε για τα διάφορα στρώματα που συγκροτούν τον ανθρώπινο εγκέφαλο έως τη σύγχρονη ανθρωπολογική κατάθεση περνώντας μέσα από την επαναστατική θεωρία για την εξέλιξη του Δαρβίνου έχουμε εμπεδώσει πλέον, άλλος εμπειρικά άλλος επιστημονικά, πως ο άνθρωπος είναι προϊόν μιας μακράς διαδικασίας συνεχών και συχνά αλματωδών βαθμίδων και μεταμορφώσεων. Δεν πρέπει βέβαια να λησμονούμε πως ο πρώτος που ανέπτυξε μια θεωρία της εξέλιξης των ζώντων οργανισμών ήταν ο ίωνας φιλόσοφος, ο προσωκρατικός Αναξίμανδρος, που παρήγαγε την πολυμορφία της ζώσας φύσης από το πλαγκτόν της θάλασσας και εξηγούσε πως μια πρωτογενής ζώσα ύλη διαμόρφωσε τα έντομα, τα πτηνά, τα ερπετά, τα τετράποδα ως εξελιγμένα γήινα απότοκα της ενάλιας φύσης.

Ο Ησίοδος στο διδακτικό του έπος επαναπροσέγγισε με ποιητικό – μυθικό τρόπο το γεγονός της εξέλιξης, αλλά και η Παλαιά Διαθήκη στην Γένεσιν (που σημαίνει βέβαια εξέλιξη, το γίγνομαι σημαίνει εξελικτική πορεία, ανάπτυξη) αναφέρεται στα στάδια της δημιουργίας από το Χάος στον Κόσμο, όπως παράλληλα το εκθέτει και ο Αριστοφάνης στους «Ορνιθες» στο έξοχο χορικό για τη δημιουργία με την ίδια εξελικτική διαδικασία από το Χάος στον Ανθρωπο. Δεν πρόκειται βέβαια εδώ να διεκδικήσω αυθεντικές θεωρίες για την εξέλιξη ούτε να εμπλακώ σε θέματα δογματικά, κυρίως θρησκευτικής πίστης. Ο μεγάλος φιλόσοφος και γενετιστής Τεγιάρ ντε Σαρντέν που υπήρξε καθολικός ανώτατος κληρικός, στη θεμελιώδη θεωρία του για την εξέλιξη απηχώντας την αριστοτελική υπόθεση αναφέρεται στα τρία στρώματα που συγκροτούν τον ανθρώπινο εγκέφαλο: το φυτικό, το ζωώδες και το λογικό ή πολιτισμικό, το μόνο, το τελευταίο, που συνεχώς αυξάνει, εμπλουτίζεται και πρωτοτυπεί.

Ο Δαρβίνος ήταν εκείνος που προκάλεσε τον μεγάλο επιστημονικό σάλο, ψάχνοντας να βρει τα στάδια της εξέλιξης από την αμοιβάδα στον άνθρωπο και επιχειρώντας να θεμελιώσει μια ατράνταχτη απόδειξη που να εξηγεί πότε και πώς έγινε το μεγάλο άλμα (πιθανόν τυχαία και αυθαίρετα) από τον όρθιο πίθηκο στον άνθρωπο, πώς και πότε τα εμπρόσθια πόδια ενός πιθηκοειδούς όντος άρχισαν να χρησιμοποιούνται ως εργαλεία, χέρια κ.τ.λ.

Χέρια και όρθια στάση συστήνουν το ζώον που ονομάστηκε άνθρωπος (και γλωσσικά το ζώον που «άνω θρώσκει», κοιτάει προς τον ουρανό, ενώ τα άλλα ζώα ρέπουν προς τη γη!). Ας μου συγχωρηθούν οι απλοποιήσεις. Δεν είναι σκοπός αυτού του κειμένου να διεισδύσει σε αλλότρια επιστημονικά χωράφια.

Οι σκέψεις που προηγήθηκαν θα ήθελα να χρησιμοποιηθούν απλώς ως αμήχανη εισαγωγή σε ένα θεατρικό κείμενο που παίχτηκε και θα παίζεται στην Αθήνα βασιζόμενο σε μια εξαίσια λογοτεχνική τόλμη του Κάφκα. Πρόκειται για το γνωστό στους αναγνώστες του μεγάλου πεζογράφου κείμενο που φέρει τον τίτλο: «Αναφορά στην Ακαδημία». Το κείμενο αυτό αποτελεί αριστουργηματικό παράδειγμα του λογοτεχνικού είδους που ονομάζεται «ειρωνεία». Και ειρωνεία είναι μια προσποίηση, μια λοξή ανατρεπτική ματιά που αμφισβητεί τη βεβαιότητα των θεωρουμένων ως καθιερωμένων.

Ο Κάφκα και στο άλλο του αριστούργημα, τη «Μεταμόρφωση», αναφέρθηκε στη μεταμόρφωση ενός ανθρώπου σε σκαθάρι. Δηλαδή, μια πορεία ανάστροφη από τη συνήθη λογική της εξέλιξης. Μια επιστροφή του λογικού όντος στο ζωώδες στρώμα των ενστίκτων.

Ο μεγάλος εκείνος συγγραφέας λειτουργεί σαν τους αστρονόμους, τους αρχαιολόγους, τους ιστορικούς που ξεκινώντας, όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης, από τα ειδικότατα είδη ανάγονται επαγωγικά στα γενικότερα γένη αφαιρώντας τις ειδοποιούς διαφορές. Η ειδοποιός διαφορά που ξεχωρίζει τον άνθρωπο από τα ζώα είναι το γνώρισμα: ον μνήμον, λογικό, ιστορικό, που είναι ισότιμα ως περιεχόμενο.

Ο Κάφκα στο κείμενό του που τώρα μετέφρασε από τα γερμανικά, διασκεύασε και θεατροποίησε προσθέτοντας και τραγούδια (αντλώντας θέματα από το ίδιο το κείμενο) ο Γιώργος Ρεμούνδος στο Θέατρο Κνωσός, στην ουσία ελεεινολογεί τον πολιτισμό απηχώντας σαφώς κατά τη γνώμη μου την περίφημη ρήση του «Εκκλησιαστή» της Παλαιάς Διαθήκης: «Γνώση θλίψη», ή και τη γραφική επίσης ρητορική: «Ματαιότης ματαιοτήτων, τα πάντα ματαιότης».

Ο Ρεμούνδος με το κείμενο που διασκεύασε και σκηνοθέτησε δίνοντάς του τον τίτλο «Ο πίθηκος» έρχεται να υπονομεύσει όλη την πορεία που χάραξε ο λογικός, μνήμων, ιστορικός, κοινωνικός άνθρωπος από τη στιγμή που τόλμησε την έξοδό του από το βασίλειο των ζώων και θα έλεγα από τη στιγμή (για να καταφύγω στον μύθο των πρωτοπλάστων) που το πρώτο ζεύγος της Ιστορίας επέλεξε τον καρπό της γνώσης και απώλεσε τον Παράδεισο, τον κήπο μέσα στον οποίο έζησε ανιστόρητο, άλογο και αμνήμον για εκατομμύρια χρόνια.

Η επιλογή της γνώσης ήταν βέβαια μια έξοχη για πρώτη φορά άσκηση ελευθερίας, αφού η ελευθερία είναι επιλογή και για να θυμηθούμε τον υπαρξιστή Σαρτρ, η επιλογή είναι ευθύνη για ό,τι επιλέγεις και ισότιμη ευθύνη για ό,τι απορρίπτεις.

Ο Κάφκα στην εξαίσια ρητορική δεινότητα που διαθέτει ο Αναφερόμενος στην Ακαδημία του κόσμου και της ιστορίας επαναφέρει προς συζήτηση τον μονόλογο του Αμλετ: «Να ζει (να υπάρχει) κανείς ή να μη ζει (υπάρχει);». Το μόνο ουσιαστικό, σημαντικά καθοριστικό ερώτημα του ανθρώπου, όπως ισχυρίζεται ο Καμί. Γιατί από τη στιγμή που θα επιλέξεις να ζεις στον κόσμο των θεσμών, των ιδεών, των αξιών, της πολιτικής, της αισθητικής, της μνήμης και των διαβαθμισμένων αισθημάτων, επιθυμιών, ορέξεων κ.τ.λ., είσαι και δέσμιός τους. Εντάσσεσαι στο σύστημα, όποιο σύστημα, και το υπηρετείς ή το αντιμάχεσαι, το θέτεις ή το αναιρείς, αλλά και στις δύο περιπτώσεις το αναγνωρίζεις.

Η κατάθεση του ανθρώπου του Κάφκα είναι μια ομολογία πως ο πολιτισμός ως τρόπος να θεμελιωθούν συμπεριφορές μέσω της μίμησης (όπως πάλι ο Αριστοτέλης υποστηρίζει) είναι μια αποτυχία, για να θυμηθούμε και τον Νίτσε «πηγή δυστυχίας».

Ζώντας σε μια εποχή που ο πολιτισμός έχει ταμπουρωθεί μέσα στην τεχνολογία και ατενίζοντας έναν πλανήτη που τρέμει μήπως πατήσει το κουμπί ο παράφρων της Βόρειας Κορέας ή ο επηρμένος της Αμερικής ή ο Τζιμ Λόντος της Ρωσίας, ο κομμουνιστής καπιταλίστας του Πεκίνου και όλοι οι ημιπαράφρονες που κυβερνούν τον κόσμο, το έργο του Κάφκα τουλάχιστον ας μας ταρακουνήσει. Ας γίνει μάθημα για τη νεολαία μας, σχόλιο στην καβαφική «Ιθάκη» αφού έρχεται να μας πει πως πράγματι τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες, τον θυμωμένο Ποσειδώνα που κουβαλάμε στην ψυχή μας, η ψυχή μας τους βάζει εμπρός μας. Θυμίζω: Λαιστρυγόνες, Κύκλωπες, Ποσειδών είναι προϊόντα του πολιτισμού, μύθοι του ιστορικού ανθρώπου, μορμολύκεια.

Ο Ρεμούνδος έστησε στο Κνωσός μια έξοχη παράσταση με αρμόδια σκηνικά και αξιοθαύμαστο κοστούμι του Μιχάλη Σδούγκου, μουσική εξαίσια του Φίλιππου Περιστέρη, κίνηση του Σίμωνα Πάτροκλου και βοηθό σκηνοθέτη τη Δανάη Καλαχώρα.

Ο Λάμπρος Τσάγκας δημιουργεί τον καλύτερο ρόλο της καριέρας του. Ενα υποκριτικό διαμάντι, λιτό, τρομερό, αδυσώπητο. Εκπέμπει ως πίθηκος μια αθωότητα και μια εσωτερική ισορροπία που τη διαταράσσει το πέρασμα από το τούνελ που υποτίθεται πως οδηγεί στο φως και εντέλει οδηγεί στο μέγα σκότος, αφού ακόμη και η τέχνη έγινε ντοκουμέντο του σκοταδισμού.