Τα τελευταία χρόνια θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι έχει ενισχυθεί η τάση μετάφρασης μικρών έργων κλασικών συγγραφέων. Οι λόγοι είναι πολλοί και όχι πολύ δύσκολο να τους εντοπίσει κανείς, ιδίως αυτή την εποχή της κρίσης. Πρώτον, μερίδα του κοινού που έχει λίγα χρήματα να διαθέσει, προτιμά ενδεχομένως να βαδίσει στα σίγουρα αγοράζοντας σχετικά φθηνά βιβλία συγγραφέων που το όνομά τους αποτελεί εγγύηση ποιότητας. Δεύτερον, οι πολύ παλαιοί συγγραφείς δεν έχουν συγγραφικά δικαιώματα οπότε για τους εκδότες, ιδίως τους μικρότερους ή τους πιο καινούργιους, αποτελούν πραγματικό πειρασμό. Τρίτον, όλοι θέλουν να διαβάσουν έναν κλασικό συγγραφέα, αλλά λίγοι τελικά αντέχουν να διαβάσουν χίλιες σελίδες από τις οποίες, εν τέλει, κάμποσες αναπόφευκτα δεν τον πολυαφορούν πια. Ιδίως αν σκεφτεί κανείς πως τον καιρό της πρώτης μεγάλης άνθησης του αστικού μυθιστορήματος, τον 19αι. ας πούμε, πολλοί συγγραφείς θεωρούσαν καθήκον τους να περιγράψουν τα πάντα γύρω τους, εις βάρος βέβαια της πλοκής και της συνοχής του βιβλίου. Οπότε αν δεν είσαι από εκείνους που θέλουν να γνωρίζουν τα πάντα για τις στέγες των κτιρίων ή το φουρό μιας αριστοκράτισσας της εποχής, δεν θα ψυχαγωγηθείς πραγματικά διαβάζοντας.

Το σκεπτικό

Οχι πως δεν γίνονται και ηρωικές μεταφράσεις τεράστιων έργων. Πριν από λίγα χρόνια οι Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος εξέδωσαν τις πεντάτομες 2.500 σελίδες των «Αθλίων» του Βίκτωρος Ουγκώ, «χωρίς περικοπές και συντομεύσεις» όπως θα έγραφαν τα οπισθόφυλλα παλιότερα –και μόνη η χρήση αυτής της έκφρασης δίνει μια αίσθηση για το τι συνέβαινε στις μεταφράσεις μέχρι το 1970 και όχι μόνο. Ενας σημερινός εκδότης λοιπόν που σέβεται τον εαυτό του και δεν καταδέχεται να εκδώσει «κομμένο» κείμενο, προτιμά να μεταφράσει ένα μικρό. Κάπως έτσι ο καινούργιος εκδοτικός οίκος Ποικίλη Στοά βγάζει μόνο τέτοιων προδιαγραφών κείμενα (Μέλβιλ, Ντίκενς, Ουγκώ, Γκαίτε κ.ά.), οι Ροές επίσης εκδίδουν αρκετά με παρόμοιο σκεπτικό (στην ωραία σειρά microMega), αλλά και μεγάλοι εκδοτικοί οίκοι επίσης βγάζουν και τέτοια βιβλία.

Αυτό έχει φυσικά τη χρησιμότητά του, όχι μόνο γιατί οι μεταφράσεις είναι καλό να ανανεώνονται ώστε να προσεγγίζονται τα έργα καλύτερα από κάθε καινούργια γενιά, αλλά και γιατί η σημασία ενός έργου μπορεί να αλλάζει σε κάθε εποχή και να πρέπει να ξαναδιαβαστεί αλλιώς. Μια τέτοια περίπτωση είναι η μικρή νουβέλα «Σαραζίν» του Ονορέ ντε Μπαλζάκ, που εκδόθηκε από το Στερέωμα. Ο εκδοτικός οίκος με το βιβλίο αυτό εγκαινιάζει ακριβώς μια σειρά (Κλασικοί και Σύγχρονοι) που φιλοδοξεί να επισημάνει στο κοινό κλασικά κείμενα που υπάρχουν λόγοι να διαβαστούν σήμερα, και που οι λόγοι αυτοί δεν είναι απλώς ιστορικοί. Με το πρώτο βιβλίο της σειράς σαφώς το πετυχαίνει. Είναι μια εξαιρετική έκδοση, χάρη στην πολύ καλή δουλειά που έχει κάνει ο συγγραφέας και κριτικός Κώστας Κατσουλάρης. Δουλειά που περιλαμβάνει υψηλής ποιότητας μετάφραση, ένα ιδιαίτερα ενημερωτικό χρονολόγιο με τους σταθμούς στη ζωή και το έργο του Μπαλζάκ και, κυρίως, ένα πολυτιμότατο επίμετρο, ένα εικοσασέλιδο στο οποίο δικαιολογείται υποδειγματικά η επανασημασιοδότηση του κειμένου, με άξονα τη μελέτη μιας βιβλιογραφίας που επίσης παρατίθεται αναλυτικά στο τέλος.

Η αμηχανία
Γιατί η νουβέλα «Σαραζίν», που είχε δυσκολέψει τον ίδιο τον Μπαλζάκ σε σχέση με το πού θα έπρεπε να την εντάξει στο έργο του, έφερε σε αμηχανία την κριτική –που προτίμησε να την αγνοήσει –για περισσότερο από έναν αιώνα, πριν αποκτήσει νέα ζωή στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, κάπου εκατόν τριάντα χρόνια μετά τη συγγραφή της. Τη νέα ζωή την απέκτησε όταν την πρόσεξαν και την ανέδειξαν άνθρωποι όπως ο Ζορζ Μπατάιγ, ο Ρολάν Μπαρτ και ο Μισέλ Σερ, που ανέπτυξαν σε όλες τους τις διαστάσεις τις πλούσιες πτυχές του κειμένου. Ολα αυτά παρατίθενται αναλυτικά στο επίμετρο, αρκεί όμως να διαβάσει κανείς τη νουβέλα για να αντιληφθεί αμέσως μία κρίσιμη παράμετρο. Ο Μπαλζάκ γράφει για τον παθιασμένο έρωτα ενός νεαρού γλύπτη, του Σαραζίν, για την πριμαντόνα Ζαμπινέλα, χωρίς να γνωρίζει ότι επρόκειτο για άνδρα, καστράτο! Και αυτό μέσα από μια πρωτοπρόσωπη αφήγηση, ενδεχομένως του ίδιου του Μπαλζάκ προς μια φιλενάδα του. Αφήγηση που αντί να οδηγήσει στο ποθούμενο, στην κατάκτηση δηλαδή της ακροάτριας από τον αφηγητή, οδηγεί σε ναυάγιο τη σχέση, λόγω του επίσης αποτυχημένου τέλους της εγκιβωτισμένης ιστορίας! Πρόκειται για απολαυστική νουβέλα που γράφτηκε το 1830. Το βασικό θέμα που είναι η άφυλη τρόπον τινά ομορφιά ή μάλλον η ομορφιά που είναι πέραν του φύλου, με την έννοια του αρχαιοελληνικού κάλλους εν τέλει, ήταν αρκετά σοκαριστικό για την εποχή. Σήμερα όμως είναι εντελώς μοντέρνο.

Honoré

de Balzac

Σαραζίν

Μτφ. – Επίμετρο: Κώστας Κατσουλάρης

Εκδ. Στερέωμα, 2016, σελ. 96

Τιμή:

10,60 ευρώ