Θα πρέπει να γνωρίζει κανείς ως ποιήτρια και ως πεζογράφο την Κυπρία Νίκη Μαραγκού, που σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα στην Αίγυπτο τον Φεβρουάριο του 2013, για να χαρεί το ολιγοσέλιδο βιβλίο της Κλαίρης Μιτσοτάκη «Η Νίκη σαν φοίνικας»; Βεβαίως, αν το βιβλίο ήταν μια μελέτη, μια πραγματεία ή ένα δοκίμιο. Ενώ τώρα δεν μπορούμε να υποθέσουμε πόσο καλά θα γνωρίζαμε στην περίπτωση αυτή τη δημιουργό των ποιητικών βιβλίων Τα από κήπων και Αρχή ινδίκτου ή των πεζογραφικών Μια στρώση άμμου και Είναι ο πάνθηρας ζωντανός όπως αισθανόμαστε να γίνεται σήμερα με το βιβλίο της Μιτσοτάκη. Ετσι όπως μέσα από τις σελίδες του αναδύεται μια Νίκη Μαραγκού απτή και ονειρική, κοντινή και απόμακρη, μια ύπαρξη εντέλει που ο θάνατος μπορεί να μεταβάλει το συγγραφικό της έργο σε κάτι τελεσίδικο και περαιωμένο, την ίδια όμως τη μεταποιεί σε ένα ενδεχόμενο έτοιμο να επανεμφανιστεί την κάθε στιγμή.

Αν σε μια μακριά σειρά συγγραφέων που έχουν χαθεί μέσα στους αιώνες μας χρειάζεται το έργο τους για να ανασυσταθεί μέσα μας η μορφή τους, η Μιτσοτάκη αντιστρέφει τους όρους ώστε η ανθρώπινη άχνα της Νίκης Μαραγκού να μας προετοιμάζει για ένα έργο εξίσου γοητευτικό, πολυδιάστατο και ευκίνητο, όσο τουλάχιστον υπήρξε το ένσαρκό της αποτύπωμα. Ετσι ώστε η γκαλερί Κοχλίας που η ίδια δημιούργησε στη Λευκωσία ή μια φωτογραφία της τραβηγμένη στην Τυνησία με γαντζωμένο στο δεξί της χέρι ένα γεράκι να υπομνηματίζουν διαρκώς τον ανάλαφρο βηματισμό της ανάμεσα στα πιο ετερόκλητα πράγματα, που τους έδινε όμως η ίδια κάτι το στέρεο και το συμπαγές.

Φευγαλέος χρόνος

Ή, ακόμα καλύτερα, σάμπως κι ένα νήμα που η ίδια ύφαινε να ένωνε τα τριαντάφυλλα που καλλιεργούσε στον κήπο του σπιτιού της στη Λευκωσία με τα μαθήματα αγιογραφίας που κοριτσόπουλο είχε διδαχθεί κοντά σε έναν ιερωμένο και την αγάπη της για τον λεβαντίνικο κόσμο της Ανατολής, αυτό το είδος της εύθυμης παραίτησης της συνδυασμένης με μια βαθιά συναίσθηση του φευγαλέου χρόνου.

Αν το βιβλίο της Κλαίρης Μιτσοτάκη ήταν γραμμένο σαν ένα είδος φιλικού αποχαιρετισμού που επιχειρείται κάτω από το βάρος μιας αδιανόητης απουσίας, το πολύ πολύ να ενδιέφερε τους οικείους της Νίκης Μαραγκού ή όσους συνέβαινε να την έχουν γνωρίσει λίγο ή πολύ. Οπως το ίδιο θα ίσχυε είτε επρόκειτο για τον Αλμπέρ Καμί είτε για την πεζογράφο Λευκή Μολφέση και τον ποιητή Βάγιο Μπαγλάνη –για να μνημονεύσουμε δημιουργούς που έχασαν τη ζωή τους σε αυτοκινητικό δυστύχημα.

Με το βιβλίο της Μιτσοτάκη έχεις διαρκώς την αίσθηση μιας προετοιμαζόμενης αποκάλυψης που, έστω και αν πραγματοποιείται εν μέρει, κάνει ώστε οι παρεμβαλλόμενες λεπτομέρειες όσο ασύνδετες και διαφορετικές κι αν είναι μεταξύ τους να αποκτούν μια εντυπωσιακή ενότητα. Επιπλέον να αναδεικνύονται ως στοιχεία ενός παζλ, που κάνει μιας κοινής αφετηρίας διατυπώσεις –για παράδειγμα «Η ομορφιά συμβαδίζει με τη νοσταλγία», «Η ομορφιά είναι ένα αίσθημα θανάτου», «Η ομορφιά είναι ένας αποχωρισμός» -, μέσα σε μια μάλιστα παράγραφο, ενώ απηχούν κάτι το σκοτεινό, να εναρμονίζονται πλήρως με τη σκιαγραφούμενη μορφή της Νίκης Μαραγκού.

Με αποτέλεσμα τα περιστατικά που επιλέγει για να καταγράψει η Μιτσοτάκη, σαν αποσπασμένα στην τύχη από εκατοντάδες άλλα ομοειδή, να συγκλίνουν ανάμεσά τους ως προς ένα στοιχείο που, αν και ημερολογιακής ακρίβειας, εντυπώνεται ως καθαρά μυθοπλαστικής καταγωγής. Και ντοκουμέντο, χρονικό, εξομολόγηση ή αφηγηματική σύνθεση, το κείμενο που περιλαμβάνει τα περιστατικά αυτά, να είναι τελικά ο χρόνος που θα αναγνωρίσει το γνήσιο της ταυτότητάς τους.

Φωτοσκιάσεις

Αν το πολύτροπο της Νίκης Μαραγκού ήταν ένα παιχνίδι με τον χρόνο, η Μιτσοτάκη αναδεικνύει τη σοβαρότητά του χάρη σε έναν προβολέα που οι φωτοσκιάσεις του εγγράφονται σε μια τραυματικά μαγική προοπτική. Μια προοπτική που αισθάνεται να τη μοιράζεται κανείς είτε υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας στα αφηγούμενα περιστατικά είτε απλώς τα πληροφορείται. Το επιβεβαιώνει το νήμα που σημειώσαμε ήδη το υφασμένο από την ίδια τη Μαραγκού καθώς φαίνεται να συνδέει τόπους και ανθρώπους που, αν και δεν πρόκειται να συναντηθούν ποτέ μεταξύ τους, αποκτούν ερήμην τους μια τρομακτική συγγένεια. Ετσι ώστε τον ταξιτζή που μετέφερε στην Παλμύρα τη Νίκη Μαραγκού μαζί με όλη του την οικογένεια μέσα στο ταξί και με μια καλαθούνα κεφτεδάκια επιπλέον να του αναγνωρίζεται μια θέση στο ταξίδι της Ηπείρου, το πραγματοποιημένο με τελείως διαφορετικές συνθήκες τον Δεκαπενταύγουστο του 1995.

Φτάνει να σκεφτείς ότι μόλις δύο μήνες πριν από την ημερομηνία αυτή είχε φύγει από τη ζωή ο Γ. Π. Σαββίδης, που συγκινητικότατα η Κλαίρη Μιτσοτάκη τον πιστώνει με τη γνωριμία της –την εξελιγμένη σε βαθιά φιλία –με τη Νίκη Μαραγκού, για να συνειδητοποιήσεις πόσο στέρεο ύφαινε αδιάλειπτα η τελευταία το μνημονευμένο ήδη δύο φορές ζωοποιό της νήμα. Τόσο στέρεο ώστε μπορούσε να μεταβάλει σε παρουσία όχι μόνο την απουσία των άλλων αλλά και τη δική της ακόμα αποδημία να την έχει ενεργοποιήσει όσο ζούσε σε ένα βαθύ αίσθημα φιλαλληλίας και σε έμπνευση.

Κλαίρη Μιτσοτάκη

Η Νίκη σαν φοίνικας

Εκδ. Το Ροδακιό, 2015, Σελ. 72

Τιμή: 13 ευρώ