Πού οφείλεται άραγε η επιστροφή της αμφιλεγόμενης ντοπιολαλιάς στα κείμενα αρκετών νέων διηγηματογράφων; Eίναι απότοκο των δεκάδων σεμιναρίων δημιουργικής γραφής; Αποτελεί ούγια γνησιότητας; Ή, λόγω της χρόνιας πληβιοποίησης, υπάρχει αδήριτη ανάγκη για επιστροφή στα ριζά της γλώσσας και των τόπων; Ο τελευταίος λόγος αποκτά υπόσταση και σχήμα όχι ως ντοπιολαλιά παρά μόνο μέσα από τη λογοτεχνική εξερεύνηση του ιστορικού συνεχούς. Ο αφηγηματοποιός Στάθης Κοψαχείλης με τη «Δρακοντιά» σκαρφαλώνει στις περιοχές γύρω από τον Ολυμπο για να μας εισαγάγει στην παίδευση των εσωτερικών σχέσεων του ανθρώπου και της φύσης. Ενδεχομένως η σύνθεση της οργανικής ύλης από την ένωση αυτή να είναι το τελικό γινόμενο της συλλογής.

Αναμέτρηση με τη βαναυσότητα

Ο Κοψαχείλης έχει σκαρί δεινού παρατηρητή. Λέγεται συχνά για πολλούς, μόνο που ελάχιστοι είναι εκείνοι που κόβει πραγματικά το μάτι τους. Στο δισάκι του κουβαλά για οδηγό την πολιτική ιστορία της ορεινής Ελλάδας όπως διαμορφώθηκε από τα χρόνια του Μεταξά και έπειτα. Το σμίλεμα των προσώπων μέσα από τις κοινωνικές παραστάσεις. Περιστατικά που κρύβουν εντός τους την αναμέτρηση με τη βαναυσότητα και τη θανάσιμη παρεξήγηση, οι οποίες εκλύθηκαν σε έντονο βαθμό από την προεμφυλιακή περίοδο της Κατοχής και έπειτα. Στα διηγήματα του Κοψαχείλη η έλευση της θύμησης αποτελεί το κύριο δραματουργικό μοτίβο. Η τριτοπρόσωπη αφήγηση εκκινεί συνήθως από την παιδική ηλικία, ώσπου θα ολοκληρωθεί αρκετά χρόνια αργότερα. Οταν ο πρωταγωνιστής έχει πάρει απόσταση από τα γεγονότα επιστρέφοντας στα ακατάληπτα της νιότης. Δεν λείπουν βέβαια και τα αυτούσια σημειώματα του παρελθόντος όπου αναπτύσσεται ευσύνοπτα ένα σημαδιακό συμβάν. Ελασσον ως προς το μεγαλείο της Ιστορίας αλλά καίριο όσον αφορά τη συνέχεια στον βίο και τη διαμόρφωση της χώρας σήμερα.

Ως τίτλος «Η δρακοντιά» ενός από τα πλέον αλληγορικά διηγήματα του τομιδίου οφείλει τ’ όνομά της στην ομώνυμη πολυετή πόα, ή φιδόχορτο, ένα βοτάνι με ιαματικές ιδιότητες μα και δηλητηριώδες. Ο νους του αφηγητή γυρνά πίσω σ’ έναν πρακτικό γιατρό, κυνηγό και επαγγελματία τεμπέλη του χωριού. Το παρόν και το παρελθόν συναντιούνται κάτω από έναν βράχο κοντά στη θάλασσα όπου ένας κάβουρας θα συναντήσει τη θανάσιμη πλευρά της βουλιμίας του μέσω της δρακοντιάς. Στο διήγημα με τίτλο: «Ασπονδοι εχθροί», ένας αγροτικός γιατρός πέφτει πάνω στην παρεξήγηση του Κολιού με τον Βάιο. Ο πρώτος έχει νοητική στέρηση, είναι γιος βοσκού που τον σκότωσαν κατά λάθος οι γκεσταπίτες και ακολουθείται πιστά από μια κουρούνα. Ο δεύτερος είναι κυνηγός αγριογούρουνων. Υπονοείται πως ήταν προσκείμενος στους ταγματασφαλίτες. Ενας κακός οιωνός θα τους φέρει αντιμέτωπους μέχρι τέλους. Στο «Κόρακας κοράκου…» γνωρίζουμε έναν αλλόκοτο βοσκό. Φέρνει σε σκοτεινή φιγούρα φλαμανδικού πίνακα. Πρώην ΠΑΟτζής Κατερίνης και σφόδρα αντικομμουνιστής. Πολλά χρόνια αργότερα θα βρει ένα άκρως σαρκαστικό τέλος. «Τα χελωνάκια ανάποδα» ένα σχεδόν παιδικό παραμύθι, ειρωνικό για το θάμπος που άφηνε στα πιτσιρίκια η μεταξική προπαγάνδα, μέσα από την υπερπροβολή των προσκοπικών ταγμάτων. Η πείνα του ’42 και η προσωπική μάχη για τροφή αποτυπώνονται εύγλωττα στο διήγημα «Το αυγό». Στο «Μόνο ένα παγούρι» μεταφερόμαστε στις σκιαχτικές βουνοκορφές του Ενιπέα για την ιστορία ενός αδούλωτου κλέφτη. Από κει στο «Σφαχτό», που αφορά έναν ορφανό τρόφιμο ψυχιατρικής κλινικής. Μια παράπλευρη απώλεια της Κατοχής. Ακρωτηριασμένος, στην Ελλάδα της ανάπτυξης. Ο «Τσουτσουλιάνος», για το τέλος, είναι ένα μικρό διαμάντι. Ενα αγόρι που μαθαίνει να στήνει παγίδες για πουλιά δεν κατανοεί γιατί ο πατέρας του απελευθερώνει τους κορυδαλλούς (τσουτσουλιάνους). Θα πάμε πάλι πίσω στην Κατοχή και στο κοροϊδευτικό τραγούδι των ΠΑΟτζήδων, που παρομοίαζαν τους ΕΛΑΣίτες με τσουτσουλιάνους. Οι μνήμες του πατέρα μένουν ασάλευτες, τραυματικές. Το παιδί κάποτε θα μεγαλώσει, στο χέρι του είναι να μάθει.

Το ζήτηματης ακαπέλωτης γνώσης

Υπάρχει μεγάλη ανάγκη στη σύγχρονη ελληνική πεζογραφία να μετακινείται από τον ιστορικό – συλλογικό μύθο στο εμπειρικό βίωμα. Να διαθλά τις επεξηγηματικές ατραπούς και συνάμα να εισβάλλει στο όνειρο, που ενδεχομένως να είναι και μια απωθημένη δαγκωνιά μνήμης. Ο Κοψαχείλης μεταφέρει ένα κοχλάζον ζήτημα, από τα βάθη του διχασμού: την ακαπέλωτη γνώση. Εκείνη που θα προέλθει από την προφορικότητα και την περιέργεια. Μια γραφή αδρή και με πηγαίο σκωπτικό χιούμορ, που δεν περνά απαρατήρητη.

Στάθης Κοψαχείλης

Η δρακοντιά

Εκδ. Μελάνι, 2015

Σελ. 112

Τιμή: 13 ευρώ