«Μακάριοι οι ειρηνοποιοί, ότι αυτοί υιοί Θεού κληθήσονται» ήταν τα λόγια με τα οποία ο γιατρός και βουλευτής της ΕΔΑ Γρηγόρης Λαμπράκης έκλεισε την ομιλία του στις 22 Μαΐου του 1963, στην αίθουσα του Δημοκρατικού Συνδικαλιστικού Κινήματος, στη διασταύρωση περίπου των οδών Βενιζέλου και Ερμού στη Θεσσαλονίκη.

Ο μακαρισμός του Χριστού στην επί του όρους Ομιλία δεν είχε ειπωθεί τυχαία. Οχι μόνο γιατί ο Γρηγόρης Λαμπράκης ήταν πρόεδρος των Φίλων της Ειρήνης, αλλά και γιατί έξω από το κτίριο είχαν συγκεντρωθεί διάφορα παρακρατικά στοιχεία με πολύ άγριες διαθέσεις που είχαν χτυπήσει και βρίσει τον Λαμπράκη πριν μπει στο κτίριο, που λιθοβολούσαν από κάτω (με πέτρες που είχαν κουβαλήσει επί τούτου από αλλού) την αίθουσα της ομιλίας στον τρίτο όροφο, όσο εκείνος μιλούσε, σπάζοντας τα τζάμια και που είχαν έρθει με προφανή στόχο να επιτεθούν στους συμμετέχοντες στην εκδήλωση. Οπως έγραψε αργότερα, στην πρότασή του προς το Συμβούλιο Εφετών ο εισαγγελέας Παύλος Δελαπόρτας, η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε «υπό την λίαν ηλεκτρισμένην και τεταραγμένην ατμόσφαιραν της έξωθεν της αιθούσης του ΔΣΚ αντισυγκεντρώσεως των αντιφρονούντων υπό λιθοβολισμούς, ύβρεις, απειλάς, ξυλοκοπήματα, κακοποιήσεις πολιτών… κατάστασιν… μαγνητικήν θύελλαν προοιωνίζουσαν, ιδία λόγω της επαναλαμβανόμενης απειλής «Βούλγαρε Λαμπράκη, θα πεθάνεις απόψε»».

Οπερ και εγένετο. Ο Λαμπράκης δεν πέθανε αμέσως, δέχθηκε όμως μετά τη λήξη της ομιλίας τα θανατηφόρα εκείνα χτυπήματα που θα τον οδηγούσαν, λίγες μέρες μετά, στον θάνατο.

Σήμερα, πενήντα χρόνια μετά τη δίκη που επακολούθησε (το φθινόπωρο του 1966), ο Βασίλειος Λαμπρίδης, ένας από τους δικαστές που συμμετείχαν σε αυτή, κάνει πολύ σημαντικές αποκαλύψεις δίνοντας πάρα πολύ ξεκάθαρη εικόνα, την οριστική θα λέγαμε εικόνα, ως προς το τι πραγματικά συνέβη το βράδυ εκείνο και ποιοι ήταν οι φυσικοί και ηθικοί αυτουργοί της δολοφονίας. Με το βιβλίο του «Αναμνήσεις και εκμυστηρεύσεις ενός δικαστή» κατονομάζει όλους τους βασικούς ηθικούς αυτουργούς και αφήνει μόνο χωρίς να κατονομάσει, για λόγους που θα εξηγηθούν παρακάτω και παρόλο που πλέον το γνωρίζει σχεδόν μετά βεβαιότητος, τον φυσικό αυτουργό. Επίσης προσδιορίζει, με σιγουριά πλέον, το όργανο με το οποίο χτυπήθηκε στο κεφάλι ο Λαμπράκης, που δεν βρέθηκε ποτέ και γύρω από το οποίο είχαν αναπτυχθεί ποικίλες εικασίες.

Οι δύο εκδοχές…

Η επίσημη εκδοχή ήταν ότι το τρίκυκλο που οδηγούσε ο –μεθυσμένος, όπως ειπώθηκε και υποστήριζε και ο ίδιος –Κοτζαμάνης έπεσε κατά λάθος πάνω στον πεζό Λαμπράκη, ο οποίος πέφτοντας χτύπησε στο κεφάλι και τραυματίστηκε θανάσιμα. Η εκδοχή που υιοθέτησε ο εισαγγελέας της έδρας Παύλος Δελαπόρτας ήταν πως μια ομάδα άρχισε να τον πλησιάζει απειλητικά, το τρίκυκλο άρχισε να κινείται και πάνω στη σύγχυση ο πεζός Εμμανουηλίδης ξεπρόβαλε από αλλού, κατάφερε χτύπημα με άγνωστο όργανο στο κεφάλι του Λαμπράκη που κατέρρευσε «σα σακί», για να περάσει από πάνω του (πάνω από το πόδι του συγκεκριμένα) και το τρίκυκλο κατόπιν, στο οποίο μετά ανέβηκε ο Εμμανουηλίδης ώστε οι δράστες να διαφύγουν. Και αφού η Αστυνομία δεν αντιδρούσε καθόλου, δεν θα πιανόταν κανείς, αν δεν έτρεχε ο λεγόμενος Τίγρης (Μανώλης Χατζηαποστόλου) να ανεβεί ηρωικά στην καρότσα του τρικύκλου και να καταφέρει λίγο παρακάτω, με την τυχαία βοήθεια δύο ακόμη ανθρώπων, να συλλάβει τον Κοτζαμάνη.

Την πρώτη εκδοχή (του ατυχήματος) είχαν υιοθετήσει η Αστυνομία και ο ιατροδικαστής Δημήτρης Καψάσκης. Τη δεύτερη εκδοχή υιοθέτησαν όλοι –μάλλον –οι δικαστές οι οποίοι είχαν μπροστά τους στο εδώλιο, χάρη στις άοκνες και θαρραλέες προσπάθειες του ανακριτή Χρήστου Σαρτζετάκη (που είχε δεχθεί μεγάλες πιέσεις στις οποίες δεν είχε υποκύψει), πλην Κοτζαμάνη και Εμμανουηλίδη, σειρά κατηγορούμενων αξιωματικών της Χωροφυλακής και πολιτών –μελών ακροδεξιών οργανώσεων –που συμμετείχαν στα επεισόδια. Επίσης τη δεύτερη εκδοχή δεχόταν –από ιατρικής απόψεως –σειρά πανεπιστημιακών και άλλων ειδημόνων, οι οποίοι απέρριπταν τον ισχυρισμό του ιατροδικαστή και μιλούσαν για χτύπημα με βαρύ όργανο –ξύλινο ή, πιο πιθανόν, σιδερένιο –στο κεφάλι του βουλευτή.

Η απόφαση που βγήκε τότε ήταν κατάπτυστη και αποτέλεσε την ταφόπλακα του συστήματος των αμιγώς ορκωτών δικαστηρίων. Την απόφαση έβγαλαν αποκλειστικά οι δέκα ένορκοι. Αν υπήρχαν μειοψηφούντες, οι τακτικοί δικαστές θα μπορούσαν, αν το έκριναν αναγκαίο, να κηρύξουν την ετυμηγορία των ενόρκων πεπλανημένη. Σε περίπτωση όμως που οι ένορκοι αποφάσιζαν παμψηφεί ότι ένας κατηγορούμενος είναι αθώος, οι τακτικοί δικαστές που μετείχαν στη σύνθεση του Κακουργιοδικείου δεν μπορούσαν να κάνουν τίποτα. Και όλοι οι αξιωματικοί της Αστυνομίας αθωώθηκαν παμψηφεί.

Το αποτέλεσμα ήταν να καταδικαστεί ο Κοτζαμάνης ως φυσικός αυτουργός θανατηφόρου σωματικής βλάβης (από αμέλεια), ο Εμμανουηλίδης ως άμεσος συνεργός του, ενώ και στους δύο αναγνωρίστηκαν από τους ενόρκους ελαφρυντικά! Καταδικάστηκαν ακόμη ορισμένοι παρακρατικοί απλώς για διατάραξη της κοινής ειρήνης, μεταξύ άλλων και ο Ξενοφών Γιοσμάς, επικεφαλής, όπως αποδείχθηκε στη διαδικασία, «τάγματος θανάτου» στο οποίο ανήκε και ο Κοτζαμάνης. Ο Γιοσμάς, που στη δίκη κατηγορούνταν για ηθική αυτουργία σε ανθρωποκτονία από πρόθεση, κατηγορία για την οποία αθωώθηκε σκανδαλωδώς, ήταν στην Κατοχή αξιωματικός του προδοτικού τάγματος («γερμανοντυμένων») του περιβόητου Γιώργου Πούλου, έφυγε από τη χώρα μαζί με τους Γερμανούς φορώντας στολή της Βέρμαχτ και έγινε υπουργός Προπαγάνδας της κυβέρνησης ανδρεικέλων που συγκρότησαν οι χιτλερικοί στη Βιέννη με πρωθυπουργό τον δωσίλογο Τσιρονίκο. Αργότερα που επανήλθε έγινε πρόεδρος ενός Συνδέσμου Αγωνιστών και Θυμάτων Εθνικής Αντιστάσεως, στην πραγματικότητα συνεργατών των Γερμανών, σε τελετές του οποίου παρευρίσκονταν κατά καιρούς και υπουργοί αλλά –όπως παραδέχθηκε στη δίκη –και ο εκ των κατηγορουμένων υποστράτηγος της Χωροφυλακής Κωνσταντίνος Μήτσου.

Οι τακτικοί δικαστές που έκαναν την επιμέτρηση της ποινής εξάντλησαν την αυστηρότητά τους. Ο Κοτζαμάνης «έφαγε» έντεκα χρόνια και ο Εμμανουηλίδης οκτώμισι, αλλά ούτε αυτή την ποινή την εξέτισαν αφού η δικτατορία τους απέλυσε από τις φυλακές λόγω καλής διαγωγής τον Νοέμβριο του 1969. Ενας ένορκος, ο Βύρων Αντωνιάδης, διορίστηκε από τη χούντα την ίδια χρονιά δήμαρχος Θεσσαλονίκης, ενώ ο κατηγορούμενος στη δίκη, αντισυνταγματάρχης της Χωροφυλακής Κωνσταντίνος Δόλκας, με εμπειρία στις αντισυγκεντρώσεις, διορίστηκε –και αυτός την ίδια περίοδο –πρόεδρος του Οργανισμού Αστικών Συγκοινωνιών Θεσσαλονίκης.

Ολα αυτά τα εξιστορεί με μεγάλη ακρίβεια και γλαφυρότητα, με χρήση ντοκουμέντων και με επιχειρήματα που δεν σηκώνουν αμφισβήτηση ο τέως αρεοπαγίτης Βασίλειος Λαμπρίδης σε ένα βιβλίο που περιγράφει και αρκετές ακόμα πολύ σημαντικές στιγμές της καριέρας του, με σημαντικότερη τη συμμετοχή του στο Ειδικό Δικαστήριο του 1989 που δίκασε τον Ανδρέα Παπανδρέου –μεταξύ άλλων –για την υπόθεση Κοσκωτά. Αλλες σημαντικές στιγμές που περιγράφονται στο βιβλίο είναι η θητεία του ως μέλους του ΑΣΕΠ αλλά και ως προέδρου του Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης.

…και η αλήθεια

Ενας από τους παρακρατικούς που καταδικάστηκαν τότε στη δίκη Λαμπράκη σε ποινή μόλις 10 μηνών για διατάραξη κοινής ειρήνης ήταν ο Γιώργος Λεονάρδος. Αρκετά χρόνια αργότερα, σε άλλη δίκη για άσχετη κατηγορία ο δικαστής Λαμπρίδης αθώωσε τον κατηγορούμενο Λεονάρδο –ανέλπιστα για τον τελευταίο που θεωρούσε ότι ο δημοκρατικός δικαστής θα έβρισκε την ευκαιρία να τον τιμωρήσει παραδειγματικά. Ισως και γι’ αυτόν τον λόγο, κάποια χρόνια μετά, το 1996 συγκεκριμένα, θέλησε να αποκαλύψει ορισμένα απ’ αυτά που πράγματι ξέρει ότι συνέβησαν στον δρόμο τότε, όταν ο Λαμπράκης βγήκε από το κτίριο όπου είχε μιλήσει. Ο Λεονάρδος αποκάλυψε λοιπόν στον Βασίλειο Λαμπρίδη ότι τον Γρηγόρη Λαμπράκη χτύπησε στο κεφάλι με λαβή περιστρόφου άτομο που βγήκε αστραπιαία από ομάδα παρακρατικών ισταμένων στο πεζοδρόμιο της γωνίας των οδών Ερμού και Βενιζέλου. Αμέσως μετά, άλλο άτομο που καραδοκούσε στην είσοδο του κτιρίου της εκδήλωσης έκανε σήμα με φακό στο τρίκυκλο του Κοτζαμάνη (που ελλόχευε έτοιμο στην οδό Σπανδωνή), το οποίο ξεκίνησε και πέρασε πράγματι πάνω από τα πόδια του πεσμένου Λαμπράκη, κίνηση που έγινε για να συγκαλυφθεί η αλήθεια και να θεωρηθεί η δολοφονία τροχαίο ατύχημα. Ο Λεονάρδος κατονόμασε και τον δολοφόνο και τον συνεργό του που έκανε το σήμα με τον φακό. Ομως «διατύπωσε την επιθυμία, την οποία και σέβομαι, να μη δημοσιοποιήσω ποτέ τα όσα μου εμπιστεύτηκε για τα ονόματα των παραπάνω δραστών του εγκλήματος. Διότι, σε αντίθετη περίπτωση, θα κινδύνευε, όπως νόμιζε, η ζωή του» γράφει ο Λαμπρίδης. Ο συγγραφέας του βιβλίου προσθέτει μάλιστα ότι στις αρχές του 1967, την ίδια ακριβώς εκδοχή για τον δράστη και το φονικό όργανο του είχε αποκαλύψει και ο δικηγόρος Μιχάλης Τσιτσικλής, συνήγορος τότε του Κοτζαμάνη που δεν ζει πια.

Τα χειρόγραφα

Ο Λεονάρδος παρέδωσε πάντως στον αρεοπαγίτη δέμα από χειρόγραφά του και δακτυλογραφημένα έγγραφα απευθυνόμενα στον δικαστικό, μέρος των οποίων παρατίθενται αυτούσια στο βιβλίο.

Λέει λ.χ. σε κείμενο γεμάτο ορθογραφικά λάθη τα εξής αποκαλυπτικά: «Κατά την είσοδο του Λαμπράκη στο Μέγαρο όπου ήτο η αίθουσα όπου θα μιλούσε εδέχθη το πρώτο και σοβαρό χτύπημα με κλομπ στο μπροστινό μέρος της κεφαλής του από τον παρακρατικό Νικόλαο Παπίλια ενώπιον των οργάνων της Εθνικής Ασφάλειας χωρίς να του γίνει η παραμικρή παρατήρηση. Ο Παπίλιας ήταν κάτοικος Ανω Τούμπας, ήτο δημόσιος υπάλληλος στο Νοσοκομείο Νοσημάτων Θώρακος και ήτο από τα 10 με 15 άτομα που είχε επιλέξει προσωπικά ο Κατσούλης και είχε υπό τις οδηγίες του τη συγκεκριμένη μέρα και το κλομπ με το οποίο ο Παπίλιας χτύπησε τον Λαμπράκη ήτο ένα από αυτά που είχε φέρει ο Πύρσος στον Κατσούλη… Ο Παπίλιας ήτο ένας από τους πιο θερμόαιμους που μας είχε ζητήσει εμπιστευτικά ο υπομοίραρχος Κατσούλης.

(…) Οταν λέω ότι στρατολογούσαμε ή στρατολογούσα άτομα για παρακρατικούς και να τους θέτουμε διάφορες έκνομες πράξεις, το θέμα δεν σταματάει εδώ, αυτό σιγά σιγά μαθεύτηκε και μάλιστα με ελκυστικό τρόπο διά να προσελκύσει άτομα διότι είχε διαρρεύσει ότι όλοι αυτοί που εμφανίζονταν σαν παρακρατικοί σε διάφορες συγκεντρώσεις στη Θεσσαλονίκη είχαν όλοι σχεδόν τακτοποιηθεί σε διάφορες εργασίες, λιμάνια, καπνομάγαζα ΣΕΚ και εν γένει μεγάλες βιομηχανίες π.χ. και… ο οποίος μας χρηματοδοτούσε κατόπιν συνεννοήσεως με τον… για τα έξοδα και τις ανάγκες που στην υπόθεση της δολοφονίας του Λαμπράκη όπου και εγώ πήγα πολλές φορές… και πήρα χρήματα. Και με την είδηση αυτή που επλανάτο όποιος πάει στις ομάδες αυτές και γίνει μέλος ενεργό θα τακτοποιείτο σε εργασία και άρχισαν να με προσεγγίζουν διάφορα άτομα που τις περισσότερες φορές είχα θετική αντίληψη περί των φρονημάτων τους και σε πολλούς ήμουν επιφυλακτικός, αλλά ορισμένα άτομα από αυτά εντάχθηκαν μαζί μας και οι περισσότεροι είχαν τακτοποιηθεί και σε δουλειές, σας αναφέρω δε, για να τους εντάξουμε, έπαιρνα τα στοιχεία τους και τα έδινα στην Εθνική Ασφάλεια η οποία εν συνεχεία έπαιρνε πληροφορίες από τα χωριά τους (…)

«Απόψε στόχος είναι ο Λαμπράκης»

Το μέλος της οργάνωσης δεν ελάμβανεν μέρος μόνο στις αντισυγκεντρώσεις της Θεσσαλονίκης αλλά πήγαιναν σχεδόν σε όλη τη Βόρειο Ελλάδα όταν απεφασίζετο από τις ηγεσίες της Ασφαλείας και δεν είχαν μόνο σκοπό να διαλύουν μόνο τις συγκεντρώσεις με βίαιο τρόπο, πάντα εν συνεννοήσει με τους κατά τόπους διοικητικές και αστυνομικές Αρχές, αλλά προέβαιναν και σε άλλες πράξεις». Και αναφέρει παραδείγματα όπως ξυλοδαρμούς στην Τριανδρία, κάψιμο γραφείων της ΕΔΑ στην Κάτω Τούμπα, φασαρίες σε ομιλία του Μανώλη Γλέζου στη Φλώρινα –του έκαψαν μάλιστα και το αυτοκίνητο.

Σε άλλο σημείο αναφέρει ότι νιώθει τύψεις και ότι έπρεπε να είχε αναφέρει τις κινήσεις του υπομοίραρχου Κατσούλη στον στρατηγό Μήτσου («πιστεύω ότι αυτή η περιπέτεια του Λαμπράκη θα είχε αποφευχθεί διότι ο Μήτσου δεν χαμπάριζε Νάτσινες και Κατσούληδες») και ότι η υπόθεση Λαμπράκη πρέπει να στοίχισε «50.000.000 λίαν επιεικώς σε εξαγορά μαρτύρων και συνειδήσεων». Αλλού λέει ότι όταν του είπαν πως τα στόματα πρέπει να μείνουν κλειστά, ο Λεονάρδος απάντησε ότι δεν μπορεί να ξέρει τι θα γίνει στο γραφείο του ανακριτή. «Τη γνώμη μου τη βρήκαν σωστή (…). Αλλη μέρα με ζήτησε ο… και μου είπε να πάω στη Διεύθυνσιν Εθνικής Ασφάλειας στον τότε… πήγα συνάντησα τον… και μου λέει έχω έλθει σε επαφή με τον προϊστάμενο του κλιμακίου της ΣΙΑ… και θα μας παραδώσει έναν πομπό τελευταίας τεχνολογίας. Πήγαμε στο προξενείο, ανέβηκε αυτός και μετά από μισή ώρα κατέβηκε κρατώντας τον πομπό… πάμε στο γραφείο του και μου έδειξε τον χειρισμό». Κατόπιν λέει ότι κάθε αστυνομικός που πήγαινε στον ανακριτή περνούσε πρώτα από τον Λεονάρδο που περίμενε απέξω και τους τοποθετούσε τον πομπό που είχε ισχύ για είκοσι ώρες. Οταν έβγαιναν τον παρέδιδαν και τον έπαιρνε ο επόμενος.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, όπως γράφει ο Βασίλειος Λαμπρίδης, και ο στρατηγός Μήτσου, κατηγορούμενος στη δίκη, είπε σε δημοσιευμένη σε βιβλίο συνέντευξη στον δημοσιογράφο Κώστα Ζαφειρίου για τον Κατσούλη: «Μπορεί να ήταν αξιωματικός της Ασφάλειας. Ηταν όμως και ένας από τους πολλούς πράκτορες της CIA στην Ελλάδα. Γι’ αυτό η δολοφονία του Λαμπράκη παίχτηκε από αυτή την πλευρά». Σύμφωνα με άλλες δημοσιογραφικές έρευνες, ο Κατσούλης, για τον οποίο ο συγγραφέας αφιερώνει ειδικό κεφάλαιο, συνεννοούνταν με τον Καραμπέρο, επικεφαλής της ΚΥΠ στη Θεσσαλονίκη, ενώ κατά τον συνήγορο πολιτικής αγωγής στη δίκη Κωνσταντίνο Χορομίδη, που κυκλοφόρησε βιβλίο, «ο Δημήτριος Κατσούλης θεωρείται από μερικούς ότι είναι ο αυτουργός της δολοφονίας, γιατί λέγεται ότι κατάφερε συντριπτικό χτύπημα στον Λαμπράκη με τη λαβή του περιστρόφου του». Ο εν λόγω υπομοίραρχος, όπως αποδείχθηκε στη διάρκεια της δίκης, είχε συγκεντρώσει τους παρακρατικούς την ημέρα του φόνου στο Ε’ Αστυνομικό Τμήμα όπου τους είπε: «Απόψε στόχος μας είναι ο Λαμπράκης». Ο Δημήτριος Κατσούλης, γράφει ο Λαμπρίδης, είχε ανάμειξη αργότερα και στην υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ, ενώ καταδικάστηκε και για προβοκάτσιες στα γεγονότα του Πολυτεχνείου, καθώς άτομα της εμπιστοσύνης του είχαν διεισδύσει στους κόλπους των φοιτητών.

Επρόκειτο, όπως όλα δείχνουν, για καλά οργανωμένη δολοφονία. Μέχρι και ο οδηγός Γιώργος Φουρναράκος, που «τυχαία» περνούσε και μετέφερε τον Λαμπράκη στο νοσοκομείο, αποδείχθηκε ότι ήταν χωροφύλακας και περιστασιακά οδηγός του γ.γ. του υπουργείου Βορείου Ελλάδος Ιωάννη Χολέβα, που επί δικτατορίας έγινε υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας. Οσο για τον αρεοπαγίτη που πίεζε τον Χρήστο Σαρτζετάκη και είχε υψηλή εποπτεία της δίκης, δεν ήταν άλλος από τον μετέπειτα πρωθυπουργό του Παπαδόπουλου, Κωνσταντίνο Κόλλια…

Οι προχειρότητες

Το βιβλίο περιέχει πολλά ακόμα ενδιαφέροντα στοιχεία, για τα οποία δεν υπάρχει χώρος να αναπτυχθούν στο πλαίσιο αυτού του άρθρου. Τόσο για τη δίκη Παπανδρέου με τις πολλές προχειρότητες και την απίστευτη αναξιοπιστία των μαρτύρων όσο και για γενικότερα θέματα της Δικαιοσύνης για τα οποία ο συγγραφέας μιλάει με ονόματα. Περιγράφοντας λ.χ. τις ευθύνες του δεύτερου υπουργού Δικαιοσύνης της Μεταπολίτευσης Κωνσταντίνου Στεφανάκη στην παράλειψη έγκαιρης άσκησης προβλεπόμενων διώξεων σε φιλοχουντικούς δικαστικούς που παρέμειναν στη θέση τους και συχνά προήχθησαν σε ανώτατες θέσεις.

Βασίλειος Ε. Λαμπρίδης

Αναμνήσεις και εκμυστηρεύσεις

ενός δικαστή

Εκδ. Ιανός, 2016, σελ. 408,

Τιμή: 14 ευρώ

INFO

Το βιβλίο παρουσιάζεται την Τρίτη 16 Φεβρουαρίου στις 19.00στο βιβλιοπωλείοΙανός (Σταδίου 24)