«Η αρχαιολογική αυτεπιστασία, και όχι η εργολαβία, είναι ο μόνος ενδεδειγμένος τρόπος επέμβασης και σε ιστάμενα μνημεία, ιδίως σε εκείνα που είναι μείζονος ιστορικής σημασίας» τονίζει ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων (ΣΕΑ), επισημαίνοντας την πάγια θέση του η οποία, όπως αναφέρει, επιβεβαιώνεται με τον πιο τραγικό τρόπο, με την καταστροφή μνημείου.

Αναφερόμενος στο τέμενος Βαγιαζήτ, που υπέστη σοβαρότατες ζημιές πριν λίγες ημέρες από πυρκαγιά, ο ΣΕΑ σημειώνει ότι το μνημείο «εντάχθηκε στο προηγούμενο ΕΣΠΑ 2007-2013 με προϋπολογισμό 1.382.991,89 ευρώ» και πως «η κάλυψη της στέγης εσωτερικά με μεμβράνη, σε συνδυασμό με την απώλεια μεγάλου μέρους των εξωτερικών μολυβδόφυλλων που την κάλυπταν, οδήγησαν σε μεγάλες βλάβες των ξύλινων στοιχείων».

«Οι εκπλήξεις που θα ακολουθούσαν την απομάκρυνση της μεμβράνης έδειχναν την αυτεπιστασία ως μονόδρομο. Εντούτοις, η λύση που επίμονα προωθήθηκε από την πολιτική ηγεσία το 2014, δυστυχώς με τη συναίνεση συγκεκριμένων υπηρεσιακών παραγόντων, ήταν εκείνη της αμαρτωλής μεθόδου της μελετοκατασκευής, την οποία ο νόμος (αλλά και η κοινή λογική παγκοσμίως) δεν αποδέχεται ως μέθοδο επέμβασης σε μνημεία!» σημειώνουν οι αρχαιολόγοι.

Οπως αναφέρουν, «από τότε έγιναν μια σειρά ενέργειες που εγείρουν ερωτήματα για την αποτελεσματικότητά τους ή και για τις τυχόν επιπτώσεις τους στη στατική κατάσταση του μνημείου, όπως το πανάκριβο στέγαστρο που τοποθετήθηκε πάνω από το μνημείο. Μάλιστα, μοιραίες ενέργειες όπως οι οξυγονοκολλήσεις που φέρεται ότι γίνονταν από τον εργολάβο, πρέπει ενδελεχώς να εξεταστεί αν εκτελούνταν υπό την έγκριση και υπό την εποπτεία της αναθέτουσας αρχής».

Ο ΣΕΑ τονίζει ότι «σε κάθε περίπτωση, η εφιαλτική κατάληξη του τεμένους αποδεικνύει για μια ακόμη φορά ότι τα έργα στα μνημεία πρέπει να υλοποιούνται αποκεντρωμένα, ώστε η ίδια η Υπηρεσία να υλοποιεί κάθε βήμα και όχι με εργολαβίες που εκ των πραγμάτων δεν μπορεί παρά να εποπτεύονται περιοδικά και επομένως ατελώς από τις Υπηρεσίες της Αθήνας».

Τέλος, καταλήγει ότι «η μόνη ελπίδα για να μην ξημερώνουν ημέρες με όλη τη σκοτεινιά και την απόγνωση που επιφέρει η σχεδόν πλήρης καταστροφή ενός μνημείου, όπως το τέμενος Βαγιαζήτ, είναι η άμεση ενίσχυση των Εφορειών Αρχαιοτήτων της περιφέρειας, ώστε να φέρουν εις πέρας τα έργα στην περιοχή αρμοδιότητάς τους. Ολα τα άλλα ήταν, είναι και θα είναι προφάσεις εν αμαρτίαις».

«Μη αναστρέψιμη απώλεια»

«Η ολοκληρωτική καταστροφή αυτού του κυρίαρχου στοιχείου του μνημείου από την πυρκαγιά είναι δυστυχώς μια μη αναστρέψιμη απώλεια, την οποία καμία “αποκατάσταση” δεν μπορεί να αναπληρώσει» τονίζει με τη σειρά της σε ανακοίνωσή της η Ενωση Αρχαιολόγων Ελλάδας «Ηώς», αναφερόμενη στην καταστροφή από πυρκαγιά της μοναδικής στέγης του Μεγάλου Τεμένους του Διδυμοτείχου «για τη συντήρηση και αποκατάσταση του οποίου είχαν καταβληθεί προσπάθειες επί σειρά ετών από το ΥΠΠΟΑ».

«Αφού αναζητηθούν τα αίτια αυτής της καταστροφής από τους αρμoδίους, θα πρέπει να αναζητηθεί με νηφαλιότητα ο καλύτερος τρόπος στέγασης του τεμένους. Απώλειες μνημείων τέτοιας σημασίας συνιστούν επώδυνη υπενθύμιση της ευαισθησίας του πολιτιστικού μας αποθέματος και της ανάγκης διαρκούς μέριμνας για την προστασία του» σημειώνει η «Ηώς».