Ασυμβίβαστος, αταξινόμητος, ενίοτε συγκρουσιακός, υπερδραστήριος στη νιότη του, με ανατρεπτική σκέψη και άκρως επιδραστικός, ο ελάχιστα γνωστός στο ευρύ κοινό κινηματογραφιστής Σεϊτζούν Σουζούκι πέθανε στο Τόκιο στις 13 Φεβρουαρίου, σε ηλικία 93 ετών, αλλά ο θάνατός του (που οφειλόταν σε χρόνια πνευμονική πάθηση) ανακοινώθηκε προχθές. Γνωστός στους κινηματογραφικούς κύκλους και τους σινεφιλ από τον αριστουργηματικό «Αλήτη του Τόκιο» («Tokyo Drifter») του 1966, αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για σκηνοθέτες όπως ο Κουέντιν Ταραντίνο, ο Γουόνγκ Καρ Γουάι, ο Τζον Γου, ο Τζιμ Τζάρμους και υπήρξε οδηγός για μια γενιά εκκεντρικών ιαπώνων δημιουργών όπως ο Τακάσι Μίικε και ο Σίον Σόνο. Ο Σουζούκι  συνδέθηκε – κυρίως με τα φιλμ της δεκαετίας του 1960 – με το αναρχικό πνεύμα της ιαπωνικής νουβέλ βαγκ που εξέφραζαν σκηνοθέτες όπως ο Ναγκίσα Οσιμα. Χαρακτηρισμένος καλτ κινηματογραφιστής, άφησε μια πλούσια και ενδιαφέρουσα φιλμογραφία (στην αρχή της ακμής του γύριζε τρεις ή και τέσσερις ταινίες ετησίως, έχοντας κάνει συνολικά περισσότερες από 50), εντελώς αταξινόμητη ακριβώς επειδή κινούνταν με άνεση στα διαφορετικά κινηματογραφικά είδη, με έντονο όμως το σκηνοθετικό αποτύπωμά του.