Γιορτάζει τα 70ά του γενέθλια με έναν… ελέφαντα που ελπίζει να τρέχει. Και όχι, ο Πολ Οστερ δεν αποφάσισε να υιοθετήσει ένα μεγάλο θηλαστικό, αλλά έτσι χαρακτηρίζει το νέο του βιβλίο υπό τον τίτλο «4321». Ενα βιβλίο που ο ίδιος θεωρεί ότι είναι «το μεγαλύτερο έργο» του, όχι μόνο επειδή εκτείνεται σε 900 σελίδες (τρεις φορές μεγαλύτερο από τα προηγούμενα 16 βιβλία του, εξού και ο χαρακτηρισμός «ελέφαντας»), αλλά και επειδή είναι πεπεισμένος ότι «θα υπερισχύσει των πάντων». «Περίμενα ολόκληρη τη ζωή μου για να γράψω αυτό το βιβλίο» λέει ο δημιουργός της «Τριλογίας της Νέας Υόρκης», που αποτελεί το δημοφιλέστερο έργο του.
Ποια είναι η υπόθεση του «4321»; Ολα ξεκινούν στις 3 Μαρτίου 1947, όταν γεννιέται το μοναχοπαίδι της Ρόουζ και του Στάνλεϊ Φέργκιουσον, Αρτσι. Η ζωή του όμως θα ξεδιπλωθεί μέσα από τέσσερα ανεξάρτητα μεταξύ τους αφηγηματικά μονοπάτια. Τέσσερις Αρτσι με το ίδιο DNA. Τέσσερα αγόρια που είναι στην πραγματικότητα το ίδιο αγόρι, ακολουθούν τέσσερις παράλληλες και εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους ζωές, μπολιασμένες ωστόσο με αυτοβιογραφικά στοιχεία του συγγραφέα –«και ποιος συγγραφέας δεν το κάνει;» -, ο οποίος αναγνωρίστηκε πρώτα στην Ευρώπη και είδε τα έργα του στις λίστες με τα ευπώλητα πριν καταξιωθεί στην πατρίδα του μετά την ανάμειξή του στα μέσα της δεκαετίας του 1990 με τον κινηματογράφο («Καπνός»).
Ολοι οι Αρτσι είναι πανέξυπνοι και φιλοδοξούν να γίνουν συγγραφείς. Ωστόσο ένας εξ αυτών χάνει τα δάχτυλά του σε τροχαίο. Ενας άλλος είναι αμφιφυλόφιλος. Κάποιος έχει έναν φίλο που πεθαίνει ξαφνικά κι ο πατέρας ενός άλλου χάνει τη ζωή του σε πυρκαγιά, ενώ ένας εξ αυτών αποχωρεί νωρίς από την ιστορία, καθώς σε ηλικία μόλις 13 ετών τραυματίζεται θανάσιμα από ένα κλαδί του δέντρου, κάτω από το οποίο είχε αναζητήσει καταφύγιο κατά τη διάρκεια καταιγίδας.

«Από όσο γνωρίζω κανείς ώς τώρα δεν έχει γράψει μυθιστόρημα με αυτή τη μορφή» λέει ο Πολ Οστερ σε συνέντευξή του στη βρετανική «Γκάρντιαν». «Οταν ξεκίνησα να γράφω δεν ήξερα πόσους Φέργκιουσον ήθελα. Ηξερα όμως ότι ήταν μια ιδέα που παίδευε το μυαλό μου όλη μου τη ζωή». Και ως κίνητρό του για να γράψει το συγκεκριμένο βιβλίο δεν ήταν μόνο η διάθεσή του να πραγματευτεί τον ρόλο του αστάθμητου παράγοντα στη ζωή μας, αλλά κι εκείνες οι σκιές που δημιουργούνται μέσα μας όταν αναρωτιόμαστε τι θα είχε συμβεί αν είχαμε φοιτήσει σε ένα διαφορετικό σχολείο ή αν είχαμε παντρευτεί κάποιον άλλο σύντροφο. «Είναι πολύ ισχυρή αίσθηση και με καθοδήγησε να γράψω το βιβλίο. Το άρχισα στην ηλικία των 66 ετών, την ίδια που είχε ο πατέρας μου όταν πέθανε από καρδιακή προσβολή (σ.σ.: κατά τη διάρκεια της ερωτικής πράξης με τη σύντροφό του). Οταν πέρασα αυτό το όριο άρχισα να ζω σε έναν πολύ ανατριχιαστικό κόσμο. Τώρα έχω βρει την άκρη, αλλά στην αρχή είχα στο μυαλό μου συνέχεια τη σκέψη του αιφνίδιου θανάτου».

Γι’ αυτό και κλείστηκε στο καταφύγιό του, όπως ονομάζει το υπόγειο του σπιτιού του στο Μπρούκλιν και εργαζόταν επτά μέρες την εβδομάδα. «Ηθελα να ζήσω για να το ολοκληρώσω» λέει τραβώντας μια γερή ρουφηξιά από το ηλεκτρονικό του τσιγάρο με το οποίο εδώ και δυο χρόνια έχει αντικαταστήσει τα πουράκια που άναβε το ένα πίσω από το άλλο.

Χωρίς να φοβάται να τοποθετηθεί σε ζητήματα πολιτικής με ξεκάθαρες θέσεις υπέρ της Αριστεράς, ο Πολ Οστερ δεν θα μπορούσε να αφήσει ασχολίαστο το αποτέλεσμα των εκλογών στην πατρίδα του. «Είναι το θέμα που σκέφτομαι διαρκώς» παραδέχεται ο συγγραφέας που δεν είχε διστάσει να εκφράσει την αντίθεσή του στον πόλεμο του Ιράκ και τον Τζορτζ Μπους και να διαφωνήσει δημοσίως με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν σχετικά με τους υπό κράτηση συναδέλφους του στην Τουρκία «Το μήνυμα του Ντόναλντ Τραμπ “να γίνει ξανά η Αμερική μεγάλη” ήταν σαν να έλεγε να ξαναγίνει η Αμερική λευκή… Ποτέ δεν ένιωθα τόσο απελπισμένος σχετικά με το ποιοι είμαστε και με το πού πάμε. Βρίσκω την εκλογή του Τραμπ το πιο φρικτό πράγμα που έχω δει στην πολιτική όσο ζω. Από τη στιγμή που κέρδισε τις εκλογές αγωνίζομαι να βρω το πώς θα ζήσω από εδώ και στο εξής» τονίζει και θεωρεί την επίθεση των ρώσων χάκερ στους Δημοκρατικούς «σχεδόν ως κήρυξη πολέμου χωρίς σφαίρες».

Ενώπιον αυτής της κατάστασης ο Πολ Οστερ είναι αποφασισμένος να δράσει. «Κατέληξα ότι θα δεχτώ μια θέση που μου είχε προσφερθεί επανειλημμένως τα προηγούμενα χρόνια: να γίνω πρόεδρος της αμερικανικής Ενωσης Συγγραφέων PEN. Εχω διατελέσει αντιπρόεδρος και γραμματέας της, αλλά ποτέ δεν θέλησα να πάρω την πλήρη ευθύνη. Θα αναλάβω από τις αρχές του 2018. Θα μιλάω όσο πιο συχνά μπορώ, διαφορετικά δεν νομίζω ότι θα μπορώ να ζήσω».