Γιόρτασε τα 50 χρόνια του «Φορτηγού » του –που ηχογραφήθηκε μέσα σε τρεις ώρες μόνο με μια κιθάρα –και τα δικά του 72 χρόνια την περασμένη Παρασκευή, στην αίθουσα του Παρνασσού. Κι εμείς ήμασταν εκεί για να καταγράψουμε στιγμιότυπα από μια γιορτή με λόγο σοβαρό. Ο Διονύσης Σαββόπουλος άρχισε την αφήγηση με εικόνες της μεταπολεμικής Ελλάδας, τις αγωνίες μιας κοινωνίας που ψάχνει τον βηματισμό της αλλά και την ανάγκη της να φωτιστεί στην όποια αντίστασή της. Η βραχνή φωνή με τις στακάτες λέξεις και τον δραματικό τόνο ζωντάνεψε άλλη μία φορά μια εποχή, την οποία σίγουρα λίγοι νοσταλγούν, αλλά που κρατάει το νήμα με την αθωότητα, την περιπέτεια, την ελευθερία. Ο Διονύσης Σαββόπουλος έμπλεξε στις διηγήσεις των αστικών παραμυθιών του τους φορτηγατζήδες, τις πόρνες και τους αρκουδιάρηδες ανάμεσα σε τραγούδια που αρκετοί την περασμένη Παρασκευή ίσως και να νόμιζαν ότι άκουγαν πρώτη φορά. Τα μάτια έτσουξαν κάμποσες φορές στο άκουσμα των ιστοριών, ορισμένες από τις οποίες καταγράψαμε για το «Νσυν».

ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟΝ ΠΑΡΝΑΣΣΟ. «Ο Παύλος Νιρβάνας καλεί τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη να τον βραβεύσει στον Παρνασσό. Εκείνος όμως ντρεπόταν, του φαινόταν πολύ επίσημος ο χώρος! Γεννάται ενδεχομένως το ερώτημα «και εν πάση περιπτώσει, κι εσύ τι δουλειά έχεις τώρα εδώ;». Πώς! Εδώ και πάρα πολύ καιρό το κατεστημένο έχει φύγει από τον Παρνασσό και έχει εγκατασταθεί εκεί όπου σπάνε τα αγάλματα και όχι μόνο. Οπότε ο Παρνασσός αποτελεί εναλλακτική πρόταση, επαναστατική. Αυτός είναι ο πρώτος λόγος για τον οποίο κατατρέξαμε μαζί με τους συναδέλφους εδώ απόψε. Ο δεύτερος λόγος που ήρθα εδώ απόψε είναι για να γιορτάσουμε το «Φορτηγό», που για μένα είναι τα εφηβικά και τα νεανικά μου χρόνια, η μαγεία του ταξιδιού, το οτοστόπ, η αλητεία, ο δρόμος της καρδιάς μας. Δεν ήταν κάτι ασυνήθιστο εκείνα τα χρόνια, όπως τώρα. Τότε φεύγαμε από τα σπίτια μας για να ανακαλύψουμε τον κόσμο, για να απαντήσουμε στο βαθύτερο ερώτημα «Ποιος στ’ αλήθεια είμαι εγώ και πού πάω» (σ.σ.: στίχος από την «Ωδή στον Γεώργιο Καραϊσκάκη», από το «Περιβόλι του τρελού»). Ηταν μόδα τότε, τώρα δεν φεύγει κανείς. Μένουν τα καημένα να πάρουν κάτι από τη σύνταξη της γιαγιάς, να πάρουν κανέναν καφέ. Δεν το κατακρίνω, δεν το κατηγορώ. Καθόλου. Λέω απλώς ότι οι μόδες στην Ελλάδα αλλάζανε τόσο ραγδαία και τόσο απότομα, που έμεναν με το στόμα ανοιχτό σαν βλάκες».

«ΟΥΤΕ ΚΟΚΚΙΝΟΣ ΟΥΤΕ ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΟΥΤΕ ΜΠΛΕ». «Το 1962 οι μισοί Ελληνες ήταν πολίτες δευτέρας κατηγορίας. Αν δεν είχες πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων δεν έβγαζες ούτε άδεια αυτοκινήτου. Ετσι ήταν η μόδα τότε. Τότε έγραψα το τραγούδι «Ηλιε, ήλιε αρχηγέ» και το τραγουδούσα «Ηλιε κόκκινε αρχηγέ». Εξαιτίας της λογοκρισίας αφαίρεσα το χρώμα. Θα μπορούσα, βέβαια, στη μεταπολίτευση να το αντικαταστήσω. Αλλά είχαν έρθει τα πάνω κάτω. Εκεί που ο αριστερός δεν μπορούσε να βγάλει ούτε δίπλωμα, μετά αν δεν ήσουν αριστερός ούτε γκόμενα δεν έβγαζες. Δεν ήθελα λοιπόν ο ήλιος μου να είναι ούτε κόκκινος ούτε πράσινος ούτε μπλε. Ηθελα το τραγουδάκι μου αυτό να είναι, όπως το χαρακτήρισε ο επιστήθιος φίλος Αλέξης Κυριτσόπουλος, «το τραγούδι ενός εφήβου που κάνει τον ήλιο αρχηγό του». Μάλιστα, κυρίες και κύριοι. Τη λιακάδα της καρδιάς μας δεν θα την αφήσω να τη σκεπάσει καμία εξουσία».

ΣΤΙΧΟΙ – ΤΙΤΛΟΙ. «Ο καλύτερος μου αρχισυντάκτης είναι ο Σαββόπουλος έλεγε ο Σεραφείμ Φυντανίδης. Αν στα κανάλια ή στις εφημερίδες θέλουν να παρακινήσουν τους ετεροδημότες βάζουν τίτλο «Μ’ αεροπλάνα και βαπόρια», αν θέλουν να βάλουν κανένα μετεωρολογικό «Ερχεται βροχή έρχεται μπόρα», αν πάρουμε κανένα κύπελλο «Εθνική Ελλάδος γεια σου», αν είχε κόσμο η συγκέντρωση «Η πλατεία είναι γεμάτη», αν δεν είχε «Η πλατεία ήτανε άδεια». Στίχους μου έχω δει γραμμένους και σε ντουβάρια: «Η ζωή αλλάζει χωρίς να αλλάζει τη δικιά σου μελαγχολία». Λυρικός αυτός! Οταν ανακοινώνονται νέα οικονομικά μέτρα «Το χειμώνα τούτο άμα τον πηδήσαμε». Τώρα που είχε γίνει το μπάχαλο με τις τηλεοπτικές άδειες «Η οθόνη βουλιάζει», παίρνουμε το κύπελλο «Στα γήπεδα η Ελλάδα αναστενάζει». Δεν έχω πατήσει ποτέ στη ζωή μου σε γήπεδο! Δεν ανέχομαι τους οπαδούς, οι οποίοι δεν θα είχαν πρόβλημα να νικήσει η ομάδα τους χωρίς να γίνει ο αγώνας. Το βρίσκω διασκεδαστικό πάντως ότι αρκετά τραγούδια μου –τις μελωδίες –τα έχει πάρει η κερκίδα και τους έχει αλλάξει τον αδόξαστο: οι δικοί μου παοκτσήδες πάνω στη μελωδία του «Nτιρλανταντά» τραγουδάνε το «Δικέφαλε τρελαίνομαι/ ΠΑΟΚ ολέ ολέ», ο Παναθηναϊκός έχει πάρει το «Σαν τον Καραγκιόζη», οι Ολυμπιακοί πάνω στο «Ας κρατήσουν οι χοροί» λένε «Θρύλε θρύλε σ’ αγαπώ/Θρύλε θρύλε γ… τους». Είναι τρομερό πράγμα το τραγούδι. Χάρηκα που πήγε το Νομπέλ στον Ντίλαν διότι στίχοι του έχουν μπει στην καθημερινότητα εκατομμυρίων ανθρώπων. Εγώ χωρίς να το θέλω σούφρωσα από τον Ντίλαν έξι μουσικά μέτρα από το τραγούδι του «The day today»».

«ΧΑΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΝΟΙΚΟΚΥΡΕΜΕΝΟΣ». «Οταν οι άνθρωποι δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι μεγάλο, κάνουμε ένα μεγάλο κακό. Πενήντα χρόνια φώναζα, λες και θα μπορούσα ο ανάξιος να εμποδίσω το σκότωμα του Λαμπράκη, του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, του Τζον Λένον ή της ίδιας της ζωής μας. Της ίδιας της λιακάδας της καρδιάς μας που πάντα κινδυνεύει από τη σκοτεινή της πλευρά. Στα παγκάκια κοιμόμουν, αλήτης ήμουν. Αλλά ένιωθα το χέρι του Θεού στην πλάτη μου να με σπρώχνει: «Καλά πας!». Και μετά πέρασαν χρόνια και ένιωσα κάποιες φορές ότι ήμουν πιο γεμάτος τότε. Και τώρα άλλες φορές που νιώθω άδειος. Σαν χαμένος στο Διάστημα. Χαμένος και νοικοκυρεμένος».

INFO

Η παράσταση επαναλαμβάνεται την ερχόμενη Παρασκευή και το Σάββατο στον Παρνασσό, Πλ. Αγίου Γεωργίου Καρύτση 8, στις 21.00 (αναμένεται ενημέρωση για πιθανή παράταση)