Τον τελευταίο χρόνο μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις των μελών του Ισλαμικού Κράτους στην Ευρώπη, η λέξη τζιχάντ έχει μπει για τα καλά στον δημόσιο διάλογο, δοσμένη πάντα με μελανές έννοιες και αποχρώσεις. Στο Βέλγιο ωστόσο, που έχει πληρώσει το δικό του φόρο αίματος απέναντι στους εξτρεμιστές, μπορεί το άκουσμά της να συνοδεύεται από γέλια. Εφόσον βέβαια προφέρεται από σκηνής, στην ομώνυμη παράσταση που υπογράφει ο Ισμαήλ Σαΐντι.

Μιας και το Βέλγιο είναι η πρώτη χώρα εξαγωγής ξένων μαχητών του Ισλαμικού Κράτους, ο 40χρονος δημιουργός, μεγαλωμένος στις φτωχογειτονιές του Σαερμπέκ με καταγωγή από το Μαρόκο, έστησε το έργο «Τζιχάντ» που αναδεικνύει το θέμα με τρόπο διαφορετικό. Στο κέντρο της θεατρικής του αφήγησης τοποθέτησε την οδύσσεια τριών νέων μουσουλμάνων συμπατριωτών του που εγκαταλείπουν τις Βρυξέλλες για να φύγουν στη Συρία. «Ηταν το καλοκαίρι του 2014 και δούλευα σ’ ένα άλλο πρότζεκτ όταν είδα τη Μαρί Λεπέν στην τηλεόραση να λέει ότι δεν την ένοιαζε που νεαροί άνδρες το σκάνε για τη Συρία. Σκέφτηκα πως ήταν απαίσιο. Η μόνη απάντηση που είχα γι’ αυτό ήταν να γράψω ένα έργο» ανέφερε ο δημιουργός.

ΟΙ ΗΡΩΕΣ. Ο Μπεν, ο Ρέντα και ο Ισμαήλ βγαίνουν στη σκηνή για να διηγηθούν τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν ως νεαροί μουσουλμάνοι στην ενσωμάτωσή τους στις βελγικές γειτονιές, όπου η ριζοσπαστικοποίηση παραμονεύει σε κάθε γωνία. Παράλληλα ξεγυμνώνουν τον περίγυρό τους που με άλλοθι τη θρησκεία τούς βάζει φραγμούς στο να ζήσουν ομαλά τη ζωή τους και τους στέλνει έτσι στο περιθώριο. Γιατί και οι τρεις κουβαλούν πάνω τους στοιχεία που δεν συμβαδίζουν με τις απόψεις των υπερσυντηρητικών ομοθρήσκων τους. Ο Μπεν είναι ερωτευμένος με την κοπέλα του αλλά δεν του επιτρέπει ο κύκλος του να την παντρευτεί επειδή δεν είναι μουσουλμάνα. Ο Ρέντα είναι θαυμαστής του Ελβις Πρίσλεϊ και ο Ισμαήλ γραφίστας. «Ο μόνος τρόπος για να βρεις μια λύση σε αυτά τα προβλήματα είναι αν έρθει κάποιος μέσα από αυτήν την κοινότητα και υπάρχουν πολλά πράγματα που πάνε στραβά και πρέπει να αλλάξουν» δήλωσε ο σκηνοθέτης.

ΤΑ ΚΛΙΣΕ. Για να αποφορτίσει όμως το ιδιαίτερο αυτό θέμα, φροντίζει το κείμενό του να βγάζει αρκετό γέλιο, υπονομεύοντας τα κλισέ και χρησιμοποιώντας την ειρωνεία. «Ολα μπορούν να είναι κωμικοτραγικά. Πιστεύω ότι το θέατρο πάντα χρησιμοποιεί την κωμωδία προκειμένου να μιλήσει για τα πιο δύσκολα θέματα, είναι ένα θεατρικό στυλ αυτό. Πιστεύω ότι τα πάντα μπορούν να προσεγγιστούν μέσω της κωμωδίας» υπογραμμίζει ο Σαΐντι. Οι θεατρικοί επιχειρηματίες όμως δεν το έβλεπαν υπό αυτό το πρίσμα τον Δεκέμβριο του 2014 και δίσταζαν να δώσουν χώρο στο πρόγραμμά τους λόγω του ονόματος της παράστασης. Οπως και οι υπεύθυνοι του μετρό που δεν ήθελαν να τοποθετήσουν διαφημίσεις στους χώρους του. Ο Σαΐντι αρνήθηκε όμως να αλλάξει τον τίτλο, υποστηρίζοντας πως μία ομάδα ανθρώπων δεν μπορεί να μονοπωλεί μία λέξη ή ιδέα. «Ηθελα να χρησιμοποιήσω τη λέξη τζιχάντ στον τίτλο. Θεωρώ πως όλες οι λέξεις πρέπει να χρησιμοποιούνται, δεν υπάρχει κάποιο μυστικό. Αν θέλεις να μιλήσεις για ένα θέμα πρέπει να το κάνεις μέσω των κατάλληλων λέξεων» τονίζει.

Ο ΣΚΟΠΟΣ. Με το έργο του, παρ’ όλα αυτά, δεν περιμένει πως θα εμποδίσει τους γύρω του από το να ριζοσπαστικοποιηθούν. Επιχειρεί όμως να ανοίξει έναν διάλογο, να μιλήσει για το πρόβλημα αυτό και να το αναλύσει όσο περισσότερο γίνεται. «Ο βασικός σκοπός μου ήταν να πω την ιστορία. Να εξηγήσω γιατί αυτά τα αγόρια διάλεξαν να αφήσουν τη χώρα τους. Γι’ αυτό και μετά την παράσταση κάνουμε ένα ντιμπέιτ ώστε να καταλάβουν όλοι αυτή τη διαδικασία» προσθέτει ο Σαΐντι. Για τον λόγο αυτό άλλωστε, η παραγωγή του τράβηξε την προσοχή του βελγικού υπουργείου Παιδείας που υποστήριξε το εγχείρημα, βοηθώντας το να παρουσιαστεί σε σχολεία του Βελγίου. Παράλληλα, το κείμενο μεταφράστηκε στα ολλανδικά και στα αγγλικά προκειμένου να περιοδεύσει στις Ηνωμένες Πολιτείες, στο Αμστερνταμ και στη Γαλλία.