«Είναι πολύ αργά / Η ζημιά έχει γίνει». Οι στίχοι του καινούργιου τραγουδιού των Radiohead «Daydreaming» στο στόμα του Τομ Γιορκ φάνταζαν σαν να έλεγαν κάτι παραπάνω στους 80.000 θεατές που χειροκρότησαν τη συναυλία τους στο νεόκοπο φεστιβάλ Lollapalooza, στο Treptower Park του Βερολίνου. Ηταν κι αυτή η μαύρη επέτειος της 11ης Σεπτεμβρίου, ίσως και η ανάμνηση από τη συναυλία που είχαν δώσει το 2001, την ημέρα που κατέρρευσαν οι Δίδυμοι Πύργοι, πάλι στο Βερολίνο, στο Wuhlheide Park.

Ισως, λέμε ίσως, η καρδιά του –και οι στίχοι του –να πετούσαν μέχρι την πατρίδα του, όπου θάνατοι από ναρκωτικά έβαλαν λουκέτο στο θρυλικό (τέκνο) κλαμπ Fabric των 2.500 κλάμπερ ανά νύχτα, ύστερα από 17 χρόνια ζωής, δίνοντας την πιο δυνατή σπρωξιά στην κατρακύλα του ιστορικού βρετανικού κλάμπινγκ: από 3.144 κλαμπ το 2005 στη Βρετανία είχαν μείνει το 2015 μόνο 1.733, με την απώλεια ιστορικών χώρων όπως τα Herbal, Astoria, The Joiner’s Arms, Plastic People, μαζί με το Madame JoJo’s του Σόχο (ύστερα από μισό αιώνα ζωής) και το Archer της Γλασκώβης. Με την υπερβολή των μέσων κοινωνικής δικτύωσης να βλέπει ακόμη και το κλείσιμο του θρυλικού μέγιστου φεστιβάλ Glastonbury, όχι μόνο επειδή τα ναρκωτικά έκοψαν το νήμα της ζωής ενός 17χρονου στο Φεστιβάλ του Λιντς.

«I’m a creep / I’m a weirdo» τραγούδησε ο Τομ Γιορκ τον ύμνο των συνανθρώπων μας που επιμένουμε να περιθωριοποιούμε μέσα στο Lollapalooza, το οποίο συγκέντρωσε, εντυπωσιακά, ένα κοινό 140.000 φεστιβαλιστών στο Βερολίνο. Εκεί όπου ο αριθμός των κλαμπ δεν μειώθηκε από το 2005 (ήταν και είναι 350) και ένα δικαστήριο του Βρανδεμβούργου με μια ιστορική απόφαση (που εξέφραζε, όπως φάνηκε, τη βούληση των γερμανικών Αρχών για το μέλλον του Βερολίνου) έδωσε στην «ηδονιστική τέκνο σκηνή» τον χαρακτήρα «πολιτιστικού θεσμού». Και στο μεγάλο κλαμπ Berghain το πράσινο φως να πληρώνει όχι πλέον φόρο χώρου διασκέδασης 19% αλλά φόρο 7%, ως «θεσμός που παράγει σημαντικό πολιτιστικό έργο», κατ’ αντιστοιχίαν με τις συναυλίες κλασικής μουσικής.

Η ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΤΗΣ ΤΕΚΝΟ. Δεν είναι τόσο «αθώα» ή απλά τα πράγματα. Πίσω από την απόφαση αυτή βρίσκεται, όπως φαίνεται, η βούληση του Βερολίνου, ειδικά μετά το δημοψήφισμα για Brexit, να γίνει η νέα μητρόπολη της τέκνο, των κλαμπ και των φεστιβάλ. Δεν είναι τυχαίο ότι αντίθετα από το Λονδίνο, όπου μάλιστα οι θάνατοι από ecstasy αυξήθηκαν από 8 το 2010 σε 50 το 2014, τα κλαμπ κλείνουν κατά τις 5-6 το πρωί και χάνουν εύκολα τις άδειες λειτουργίας τους, στο Βερολίνο τα όρια έχουν καταργηθεί, ακόμη και σε διήμερα συνεχή κλάμπινγκ και οι άδειες πλέον –όπως και στα φεστιβάλ, ακόμη και τα φετιχιστικά, όπως το πρόσφατο Folsom –δίνονται με όρους, αλλά αφαιρούνται πολύ πιο δύσκολα. Να είναι πολιτιστική –και τουριστική, υποδορίως –η επίσημη στήριξη στη «μοναδική νυχτερινή ζωή του Βερολίνου, όπου το τέκνο έχει φόντο την αριστερόστροφη πολιτική, τον φυλετικό –ανδρογύναιο –πειραματισμό, το γυμνό ως κεντρικό σύμβολο και τη μεγάλης κλίμακας μπρουταλιστική αρχιτεκτονική (σ.σ.: κίνημα που –ειρωνεία –ξεκίνησε στη Βρετανία του ’50)», όπως το έχει θέσει η βρετανική εφημερίδα «Γκάρντιαν».

Αν το Βερολίνο γίνεται η τέκνο πρωτεύουσα της υφηλίου, τότε ο Λευκός Οίκος του είναι το Berghain, που πήρε το όνομά του από τις δύο συνοικίες στα όρια των οποίων βρίσκεται: (Kreuz)berg και (Friedrichs)hain. Ενας πολυχώρος κλάμπινγκ και λάιβ μουσικής που πέρα από δικούς του καλλιτέχνες και δισκογραφική, στην καρδιά του έχει το Panorama, όπου κάθε βράδυ απογειώνονται 1.500 κλάμπερ και άνοιξε το 2004 ως διάδοχος του θρυλικού Ostgut (1998-2003) στη θέση –δεν είναι τυχαίο –του φετίχ κλαμπ Snax.

Ο θρύλος του Berghain έχει ενισχυθεί λόγω της εξαιρετικά στρυφνής «πόρτας» του, του Sven Marquardt, με εύσημα επαγγελματία φωτογράφου νυχτερινών σκηνών δρόμου –και δη με ατζέντη. Ο 54χρονος Sven μπορεί να τιθασεύσει για τρεις ώρες ουρά επίδοξων κλάμπερ, μήκους έως και 500 μέτρων, αποκλείοντας ή εγκρίνοντας με μια ματιά. Οι θρύλοι κυκλοφορούν ως συμβουλές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης: «Για να μπεις καλό είναι να δείχνεις λίγο γκέι», «Μη χρησιμοποιείς το κινητό σου», «Μη χαχανίζεις». Ακόμη και ειδική εφαρμογή «How to get into Berghain» πρότεινε πέρυσι γερμανός επιχειρηματίας.

Δεν είναι μυστικό ότι το κλάμπινγκ έχει τα κουμπιά του. Δεν μιλάμε για κουμπιά της κονσόλας του DJ, αλλά για σκευάσματα που σε ανεβάζουν και που, όπως σε όλα τα μεγάλα κλαμπ, από το Amnesia της Ιμπιθα μέχρι το –κλειστό πλέον –Fabric του Λονδίνου, οι προειδοποιήσεις για την κατανάλωση μαζί με αλκοόλ ή σε μεγάλες ποσότητες δίνουν και παίρνουν. Εις μάτην, συνήθως.

ΒΙΝΤΕΟΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ. Δεν γνωρίζουν αυτή την αγορά οι γερμανικές Αρχές, που ενισχύουν την «υψηλή τέχνη» της τέκνο μουσικής στο Βερολίνο; Τη γνωρίζουν. Αντιπροτείνουν όμως οργανωτικότητα, ετοιμότητα και κυρίως «βιντεοπαρακολούθηση για τη δική σας ασφάλεια». Αλλωστε ολόκληρο το Βερολίνο, από τους σταθμούς των μέσων μεταφοράς, τους δρόμους και τα ασανσέρ έως τις τουαλέτες (ιδιαίτερα οι δημόσιες), έχει να επιδείξει αμέτρητες κάμερες ασφαλείας, παράλληλα με τη διακριτική –είναι αλήθεια –αστυνομική παρουσία. Είναι η μόνη πόλη όπου μπορείς να κυκλοφορείς –από γιάπις και χίπστερ έως φρικιά και καλοντυμένες κυρίες –με ένα μπουκάλι μπίρα και να πίνεις ακόμη και μέσα στο μετρό!

Πίσω από τις γραμμές, η γερμανική απάντηση την ώρα της κατρακύλας των βρετανικών κλαμπ είναι ξάστερη: «Τα κάνουμε καλύτερα από το Λονδίνο. Και με μεγαλύτερη ανοχή. Ελάτε στη νέα και ασφαλή πρωτεύουσα του κλάμπινγκ και των φεστιβάλ». Δεν είναι τυχαία επίδειξη δύναμης, με 140.000 εισιτήρια, της διήμερης διοργάνωσης του –αμερικανικής καταγωγής –Lollapalooza του Βερολίνου (τέταρτη πόλη του Lollapalooza, μετά το Σικάγο, «γενέτειρά» του, το Σαντιάγο και το Σάο Πάολο), ύστερα από την περυσινή δοκιμαστική φάση, που δεν είναι αριθμητικά μακριά από το θεωρούμενο πρώτο τη τάξει ευρωπαϊκό φεστιβάλ, το τριήμερο βρετανικό Glastonbury (των 175.000 εισιτηρίων με τα 3.000 ονόματα, όπου γίνεσαι δεκτός μόνο με αίτηση –επιλεγμένη ανάμεσα από 600.000, από τις 6 Οκτωβρίου της προηγούμενης χρονιάς!) ή από την αμερικανική Coachella (των 198.000 εισιτηρίων και 84 εκατ. δολαρίων σε έσοδα). Και μάλιστα με κατεύθυνση πιο art, με πρώτα ονόματα (headliners) φέτος τους art rock Bρετανούς Radiohead και τους Aμερικανούς του FM rock, Kings Of Leon.

Δείτε την εικόνα από ψηλά: από τη μια, ο ναός των απανταχού κλάμπερ Berghain που βρίσκει –πόσω μάλλον με τη βούλα της «υψηλής τέχνης» –πολλούς μιμητές ή σφετεριστές του θρόνου όχι μόνο στο θρυλικό Tresor αλλά και σε άλλα βερολινέζικα κλαμπ. Από την άλλη, ο ναός των απανταχού ψαγμένων Lolla-φεστιβαλιστών, που συνεργάστηκε με 17 μεγάλα κλαμπ για μετασυναυλιακό κλάμπινγκ και το 2017 θα αλλάξει χώρο για να αντέξει περισσότερο κόσμο και να γλιτώσει από αγωγές περιοίκων. Συν τα μεγάλα φεστιβάλ των φετίχ (με αμερικανική καταγωγή, επίσης), όπως το Folsom των δερμάτινων και των σεξουαλικών ιδιοτροπιών (αμέτρητα «σκυλάκια» με βινίλ φόρμες και μουσούδες κούνησαν την ουρά τους, γονατισμένα στα πεζοδρόμια του βερολινέζικου Kreuzberg, κάτω από τα ουράνια τόξα σημαιών της διαφορετικότητας και της ανοχής σε πολλά μπαλκόνια), ηδονιστικό φεστιβάλ που έφερε άλλες 100.000 στο Βερολίνο για να συμπληρώσουν τον «ηδονιστικό χαρακτήρα» της τέκνο, όπως το διατύπωσαν οι γερμανικές Αρχές για τη μουσική των κλαμπ.

Κάτι λένε όλα αυτά. Ειδικά για τον τουρισμό που η Γερμανία είδε να μειώνεται με την οικονομική κρίση, ιδιαίτερα στο Βερολίνο, το οποίο πουσάρεται με αρκετό χρήμα για την πλήρη ανάπλασή του μετά την πτώση του Τείχους, ως νέα ευρωπαϊκή και παγκόσμια μητρόπολη. Ε λοιπόν, αυτή η νέα μητρόπολη έχει ήχο, beat και κατεύθυνση (της τέκνο και του art rock).

ΜΠΙΕΝΑΛΕ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ. Ολα πολιτική είναι, άλλωστε. «Κάθε εποχή, που υπάρχουν ακόμη βάρβαροι και άγριοι, την ακολουθεί μια εποχή, κατά την οποία η γη γίνεται υδρόγειος σφαίρα, το ταξίδι βρίσκει το τέλος του και αρχίζει ο τουρισμός» όπως είπε (το 1994) ο Μαρκ Γκιγιόμ, γενικός γραμματέας της γαλλικής κυβέρνησης. Η φράση του αυτή, που λέει πολλά για τις προθέσεις του Βερολίνου και της κυβέρνησής του, είναι γραμμένη με κόκκινα γράμματα, ως έκθεμα κι αυτή, στη ζουμερή ιδιαζόντως πολιτική έκθεση «Capital: Debt – Territory – Utopia» (έως 6 Νοεμβρίου) στο Μουσείο του Παρόντος, στο Hamburger Bahnhof, απέναντι από τον Κεντρικό Σιδηροδρομικό Σταθμό (Hauptbahnhof) του Βερολίνου. Με κεντρικό έργο – κατάληξη τη θρυλική εγκατάσταση «The Capital Space» που είχε κατασκευάσει ο (Γερμανός) Γιόζεφ Μπόις, πρωτεργάτης και του κινήματος fluxus, για την Μπιενάλε της Βενετίας του 1980 και εκτίθεται για πρώτη φορά στη Γερμανία. Ενα μνημειώδες σύμπλεγμα από μαυροπίνακες και μαγνητοταινίες, λόγια και λύσεις Αριστεράς ή επανάστασης με τελικό συμπέρασμα την εξίσωση «Art = Capital» (Τέχνη = Κεφάλαιο), που στην έκθεση περιστοιχίζεται ή μάλλον προϋπαντιέται από έργα του Αντι Γουόρχολ (ένας ειρωνικός τεράστιος «Μάο»), του Πάουλ Κλε, ακόμη και του Πίτερ Μπρίγκελ, βίντεο (όπως της Κάρμεν Μιράντα με τους ανανάδες στο κεφάλι), φράσεις μεγάλων ανδρών και γυναικών, ταινίες, αντικείμενα και ένα ισχυρό πολιτικό σκεπτικό.

Κάτι που, αντίθετα, δεν έκανε η 9η Μπιενάλε του Βερολίνου (που μόλις έκλεισε), από τους θεωρούμενους πλέον πρωτοποριακούς και σκληρούς στα μηνύματά του θεσμούς τέχνης παγκοσμίως, που φέτος κατηγορήθηκε (ιδιαίτερα η τετραμελής νεοϋορκέζικη ομάδα των επιμελητών της, DIS) ότι περιορίστηκε στη μοδάτη, επιφανειακή και μάλλον διακοσμητική θεώρηση του παρόντος. Παρά τον τίτλο πρόκληση που διαβάζεται με πολλούς τρόπους, «The Present in Drag» («Το παρόν σε παρενδυσία» ή «Το παρένδυτο παρόν»;). Κούκλες μανεκέν σε τολμηρές ημίγυμνες στάσεις και παραμορφωμένα στόματα κλάμπερ με διαμαντένια περιστόμια από στρατιές χίπστερ νέων καλλιτεχνών στην Μπιενάλε, απέναντι στο «Χρέος» και την «Ουτοπία» στο πέρασμα των αιώνων με άξονα το κοινωνικό και πολιτικό «Κεφάλαιο», αλλά και τον στοχασμό στο έργο της διωγμένης από την τουρκική χούντα Γκιουλσούν Καραμουστάφα στο κρατικό Μουσείο του Παρόντος. Ενα παρόν, δύο εκδοχές. Σε ένα Βερολίνο πάντα, που όλα τα αντέχει, τα ανέχεται, τα ζυμώνει με τον αέρα παγκόσμιας μητρόπολης. Ή μήπως όχι;