Βλέποντάς το από την ασφαλή απόσταση μιας μακρινής οθόνης έμοιαζε εκ πρώτης με άλλο ένα παρεΐστικο βίντεο στα σόσιαλ μίντια: από το βάθος ακουγόταν μουσική, ένας τύπος έπινε μπίρα δείχνοντας κάτι σε έναν φίλο, παραμέσα άλλοι δύο χαζολογούσαν στα όρθια. Και όλα θα συνεχίζονταν ήσυχα, αν στο δισκάδικο με το ευφάνταστο όνομα Velvet Indieground της Κωνσταντινούπολης, όπου την προηγούμενη Παρασκευή οι θαυμαστές των Radiohead είχαν συγκεντρωθεί για να ακούσουν τον τελευταίο, παρεμπιπτόντως εξαιρετικό δίσκο τους, δεν συνέβαινε κάτι που δεν συνηθίζεται σε δισκάδικα: κρατώντας σιδεριές και μπουκάλια, περίπου είκοσι άντρες όρμηξαν στο κατάστημα φωνάζοντας και χτυπώντας τους παρευρισκόμενους. Εκείνοι έτρεξαν προς την έξοδο όπου τους περίμεναν άλλοι, για λίγη ακόμα βία. Η βιτρίνα του καταστήματος κατέληξε θρύψαλα, ενώ στο twitter ανέβηκαν και φωτογραφίες με ματωμένα κεφάλια. Οπως θα δήλωναν οι υπάλληλοι του μαγαζιού, οι εισβολείς κατηγορούσαν τους παρόντες για ακρόαση μουσικής και κατανάλωση αλκοόλ εν μέσω Ραμαζανιού.

PUSSY RIOT. Καλά έλεγε ο συγχωρεμένος Τζο Στράμερ ότι «το ροκ παίζεται σε εχθρικό έδαφος». Η διαπίστωση ήταν διαχρονική: δεν πάνε πολλά χρόνια από τότε που οι Pussy Riot απηύθυναν την περίφημη «Πανκ προσευχή» στον καθεδρικό ναό του Χριστού Σωτήρα στη Μόσχα. Φορώντας τις πολύχρωμες μπαλακλάβες τους, οι Ναντέζντα Τολοκονίκοβα, Εκατερίνα Σαμουτσέβιτς και Μαρία Αλιόχινα τραγουδούσαν «Μητέρα του Θεού, διώξε τον Πούτιν μακριά», με αποτέλεσμα την κατηγορία τού «υποκινούμενου από θρησκευτικό μίσος βανδαλισμού» (τα πολιτικά κίνητρα της δίωξης δεν ήταν δευτερεύοντα) και τη για μεγάλο διάστημα κάθειρξή τους. Λίγα χρόνια νωρίτερα, τον Αύγουστο του 2009, ο Μέριλιν Μάνσον θα αντιμετώπιζε σε συναυλία του στο Λος Αντζελες άλλη μία διαμαρτυρία φανατικών χριστιανών στην καριέρα του. «Το μόνο που ήρθα να κάνω εδώ είναι να διαδώσω τον λόγο του Θεού στους απολωλότες» έλεγε στα τοπικά Μέσα ένας διαδηλωτής. Ο Μάνσον βέβαια ήταν τουλάχιστον σε θέση να προσηλυτιστεί: ο Ρόνι Τζέιμς Ντίο, αφού είχε ακούσει τα σχολιανά του για σχέσεις με τον εξαποδώ όσο ζούσε, είχε την τύχη να γίνει αντικείμενο πικετοφορίας από την περιβόητη Εκκλησία των Βαπτιστών του Ουέστμπορο το 2010, την ημέρα της κηδείας του.

ΤΖΟΝ ΛΕΝΟΝ. «Το ροκ ‘ν’ ρολ είναι μουσική για όλους: θα μπορούσα να πιστεύω ότι είναι μουσική του διαβόλου, στην πραγματικότητα όμως είναι το σημείο όπου θεός και διάβολος δίνουν τα χέρια» φέρεται να έχει δηλώσει ο Νιλ Γιανγκ. Το επιχείρημα που κατέρριπτε ήταν παλιό όσο και η μουσική στην οποία αναφερόταν κι αυτό ήταν κάτι που ήξεραν τόσο οι μαύροι μπλουζίστες του πρώτου μισού του αιώνα όσο και οι λευκοί που τους αγάπησαν. Ο Τζον Λένον λ.χ. τέντωσε πολλά χριστιανικά νεύρα όταν το 1966 δήλωσε ότι οι Μπιτλς ήταν διασημότεροι από τον Χριστό –μερικοί δίσκοι τους κάηκαν δημοσίως, κάποια τραγούδια τους απαγορεύτηκαν και η φράση έμεινε ως η απόλυτη κορυφή στην κλίμακα δημοφιλίας. Στα χρόνια που θα ακολουθούσαν, παρόμοια αντιμετώπιση θα είχαν μπάντες σαν τους Led Zeppelin ή τους Black Sabbath, ενώ εξώφυλλα σαν το «Frankenchrist» των Dead Kennedys ή το «To Mega Therion» των Celtic Frost, θα συναντούσαν την μήνιν δικαστών ή γονέων. Οχι ότι η ποπ γλίτωσε: το «Like a prayer» της Μαντόνα, με τους φλεγόμενους σταυρούς του βιντεοκλίπ, έφτασε μέχρι τα αφτιά του Πάπα Ιωάννη Παύλου Β’, ο οποίος ζήτησε από το ποίμνιο μποϊκοτάζ των συναυλιών της. Η σχέση της τραγουδίστριας με το Βατικανό δεν βελτιώθηκε καθόλου το 2006, όταν στην περιοδεία «Confessions» εμφανιζόταν με ακάνθινο στεφάνι πάνω σε φωταγωγημένο σταυρό. Στο πλευρό των καθολικών είχαν σταθεί τότε και Εβραίοι και μουσουλμάνοι ηγέτες της Ιταλίας.

ΓΚΡΑΜΙ ΚΑΙ ISIS. Ηταν λες και η φαντασίωση του Λένον για έναν κόσμο χωρίς θρησκείες εκπληρωνόταν ακριβώς ανάποδα: με τη συμμαχία τους. Ο 21ος αιώνας δεν επεφύλασσε καλύτερες εξελίξεις, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η συχνά ανοικονόμητη εικονοποιία και φλυαρία των σταρ του δεν οδήγησε σε υπερβολές και από την πλευρά τους. Δεν φάνηκε να είχε κάποιο σοβαρό καλλιτεχνικό έρεισμα ο Κάνιε Γουέστ, όταν το 2013 στο άλμπουμ του «Yeezus» συνέκρινε εαυτόν με τον Χριστό, προκαλώντας επίσης αρκετές αντιδράσεις. Ούτε η Νίκι Μινάζ διέδωσε κάποιο ισχυρό μήνυμα κατά του κληρικαλισμού όταν στα Γκράμι του 2012 εμφανίστηκε με έναν τύπο ντυμένο σαν τον Πάπα. Την ίδια περίπου στιγμή, σε άλλες, λιγότερο τυχερές περιοχές του κόσμου, καλλιτέχνες όπως η Λιβανέζα Γιασμίν Χαμντάν ή η Κούρδισσα Χέλι Λαβ θα ύψωναν το ανάστημά τους απέναντι σε έναν αληθινά βαθύ συντηρητισμό ή και στον ίδιο τον ISIS. Εκείνοι οι κωνσταντινουπολίτες φαν των Radiohead είχαν στη συνέχεια του δράματός τους να αντιμετωπίσουν και τις τουρκικές Αρχές που κατέστειλαν διαδήλωσή τους με πλαστικές σφαίρες και αύρες νερού. Η μπάντα έσπευσε να τους στηρίξει με δηλώσεις όπως «ελπίζουμε μια μέρα να βλέπουμε τέτοιες πράξεις σαν απομεινάρια του παρελθόντος», οι ίδιοι όμως είχαν αρχίσει μάλλον να αντλούν δύναμη από την εμπειρία τους. «Οταν όλα ξεκίνησαν, άκουγα το «Weird Fishes», το αγαπημένο μου τραγούδι», έλεγε ένα από τα θύματα της επίθεσης. «Το οποίο τώρα έχει άλλο τόσο νόημα για μένα».