Από μόνα τους ο τίτλος του έργου ή τα συνοδευτικά δελτία Τύπου που διερωτώνται «τι γυρεύουν μια μπάντα χεβιμεταλάδων, ένα αυτοκίνητο και μια γιαγιά μηχανικός σε ένα χιονισμένο τοπίο» δεν λένε και πολλά. Ούτε και οι χαρακτηρισμοί «αλχημιστής του βλέμματος» και «αναρχικός των εικόνων» που αποδίδονται στον Φιλίπ Κεν. Ακόμα και αν ζητήσεις εξηγήσεις από τον ίδιο, τα πράγματα μάλλον περιπλέκονται. «Οπως φαίνεται στο χαρακτικό του Γκόγια «Ο ύπνος της λογικής γεννάει τέρατα», η μελαγχολία δημιουργεί υπερφυσικά πλάσματα» λέει πριν από όλα ο σκηνοθέτης και συγγραφέας για το τελευταίο του θεατρικό. «Ο δράκος είναι ένα φανταστικό πλάσμα, σύντροφος της ανθρώπινης περιπέτειας, από τον Αγιο Γεώργιο μέχρι τον Γκοτζίλα. Σήμερα ίσως δεν πιστεύουμε σε κάτι τόσο αξιοθαύμαστο, πιστεύουμε όμως στην ικανότητα των ανθρώπων να ενώνονται υπό ένα κοινό σκοπό. Και η μελαγχολία είναι μια κατάσταση προστασίας από την απομάγευση του κόσμου. Αυτό με έκανε να μετατρέψω σε έργο την κεντρική ιδέα ενός πάρκου διασκέδασης: πως άραγε χτίζεις ένα μέρος όπου κανείς ζει σε έναν χωροχρόνο ψευδαισθήσεων ώστε να ξεχάσει την πραγματικότητα;».
Αλήθεια πώς; Η συνέχεια επί της σκηνής, όπου ένα σαράβαλο Citroën μένει στη μέση του πουθενά, οι μακρυμάλληδες επιβάτες του σκοτώνουν την ώρα τους καταναλώνοντας σόδες και τσιπς ή ακούγοντας μέταλ, μέχρι που στήνεται ένα σόου ενώπιον εκείνης της σωτήριας γιαγιάς. Υλικά του, το «Still loving you» των Scorpions, μεσαιωνικές καντάτες, το «Θέατρο και το είδωλό του» του Αντονέν Αρτό, όγκοι που θυμίζουν γιγάντιες σακούλες απορριμμάτων.

Συστατικά που με δεδομένη τη δουλειά του Κεν δεν είναι ακριβώς ασύνδετα: ο σαραντάρης γάλλος, με σπουδές κυρίως στη σκηνογραφία («σκέφτομαι τη σκηνή ως φυσικό τοπίο», λέει), ίδρυσε το 2003 το εργαστήρι – θίασο Vivarium Studio επανδρωμένο με ηθοποιούς, μουσικούς, χορευτές, ζωγράφους, ενίοτε και ζώα.

Ο ΣΑΡΚΑΣΜΟΣ της σύγχρονης γαλλικής μπουρζουαζίας μοιάζει καταστατικός στόχος του. Στο «L’Effet de Serge» του 2007 ένας τύπος παρουσίαζε ειδικά εφέ στο σαλόνι του για λογαριασμό φίλων. Το «Swamp Club» του 2013 παρακολουθούσε τις προσπάθειες μερικών Ρομπέν των Δασών του πολιτισμού. Με τους ευγνώμονες μεταλάδες της η «Μελαγχολία» διακρίθηκε το 2008 στο Φεστιβάλ της Αβινιόν.
Τα κοινά χαρακτηριστικά από τις δουλειές του δεν είναι δυσδιάκριτα. Η πρώτη σκηνή καθεμιάς λ.χ. είναι η τελευταία της προηγούμενης –«αυτό το εννοιολογικό παιχνίδι πάνω στη συγγραφή ορίζει κάθε έργο μέσα στην ιδέα ενός έπους με επιμέρους κεφάλαια» εξηγεί ο δραματουργός και παραπέμπει ενδεικτικά στο σύμπαν του «Πολέμου των άστρων». Κάθε λογής μικροκοινότητες επίσης κατέχουν σταθερή θέση στα ενδιαφέροντά του: αυτά τα σπάνια μέρη διανομής ενός κοινού ενθουσιασμού τα εντοπίζει και στο ουτοπικό ή πολιτικό μέρος μιας παράστασης. Χώρια η μειωμένη χρήση της ομιλίας ή η αυξημένη της μουσικής: η τελευταία «επιτρέπει στον ηθοποιό να μην είναι υπεύθυνος για την ψυχολογία, μετατοπίζει εικόνες και οδηγεί τον θεατή σε ένα φαντασιακό, διαφορετικό από το ορατό»· σχετικά με την πρώτη, ο Κεν πιστεύει ότι οι λέξεις δεν χρειάζονται πάντα: «Μπορεί να είναι σημαντικές, όπως όμως και η σιωπή. Ολα συμμετέχουν σε μια οικουμενική παρτιτούρα εξαιρετικής ακρίβειας, από διάφορα ηχητικά επίπεδα, φως, κίνηση και λέξεις. Ο κορυφαίος δάσκαλος της θεατρικής παρτιτούρας και της σχέσης με τον χώρο είναι ο Μπέκετ. Επιδεικνύει μια μοναδική αυστηρότητα στη σύνθεση».
Μέρος πάντως της δικής του και ίσως αιχμή της «Μελαγχολίας» είναι και η ολοκλήρωση του ανταποδοτικού προς τη γιαγιά σόου των μεταλάδων –τελικά καταλαμβάνει σχεδόν όλη τη σκηνή. Το μέγεθος, βέβαια, αν δεν σαρκάζει, τουλάχιστον στοχάζεται πάνω στην ανθρώπινη ροπή σε κολοσσιαία θεάματα –είτε μιλάμε για την αρχαία Περσέπολη είτε για την Ντίσνεϊλαντ. Με καταλύτη του στοχασμού κι ένα ακόμα έργο: τη «Μελαγχολία» του Ντίρερ.

Στο κάτω κάτω η συνθήκη της συνδέεται και με το δημιουργικό τέλμα του καλλιτέχνη, γι’ αυτό και μια από τις δημιουργικές απορίες του Κεν είναι πώς καταφέρνει κανείς να την συλλάβει ποιητικά και να βρει τον δρόμο του. Το χαρακτικό του Ντίρερ απεικονίζει ένα άτομο που περιβάλλεται από γνώσεις αλλά αισθάνεται τελματωμένο. Η «Μελαγχολία των δράκων», περιβαλλόμενη από δέντρα, χιόνι, σαράβαλα Σιτροέν, παλιμπαιδίζοντες μεσήλικους και επιδέξιες ηλικιωμένες ή ροκ μπαλάντες, θέτει παρόμοια ερωτήματα: «Πώς δημιουργούμε ένα έργο στις μέρες μας;», διερωτάται ο Γάλλος. «Τι είναι θαυμάσιο; Γιατί δεν μπορούμε να πιστέψουμε σε αυτό πλέον; Ποιο είναι το νόημα μιας παράστασης που ξεκινά με τους ηθοποιούς να έχουν ξεμείνει από βενζίνη σε ένα όμορφο θεατρικό σκηνικό;».

INFO

Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, Λ. Συγγρού 107-109, 26 – 28/2, 20:30, κατάλληλο για ανηλίκους από 14 με συνοδεία ενηλίκου. Εισιτήρια (κανονικό 15, 18, 28), 210-9005.800